Είμαι τίποτα


Είμαι το τίποτα περαστικέ της νύχτας μου

ʽσυ που θες να σώσεις τα μυστήρια του δρόμου

στο δισάκι σου.

Τι κι αν άδειασες εντός μου σκέψεις

που βαραίνουν τα κενά σου προσωπεία

ένα ακόμη πιο άδειο μονοπάτι σε προσμένει

στο τέλος της ηπείρου που μόλις ανακάλυψες.

Θα το βρεις, πάνω στις πέτρες που πατάς προσεχτικά

και μέσα στα χωμάτινα ασκέρια που διδάσκεις τη ζωή

απʼ την οποία κρύφτηκες.

Είμαι τίποτα.

Κι εσύ ένας άνθρωπος σαν τους άλλους ανθρώπους.

Με ιδέες και προσχήματα.

Σέρνεις το κάρο του έρωτός σου

που πάνω του αγναντεύει το Άπιαστο, η αλήθεια που λες πως γνωρίζεις.

Έλα. Κάνε μια τρύπα στον αέρα αν μπορείς.

Τότε θα δεις πόσο

εναργής νιώθω σήμερα, λες και πρόκειται να πω αντίο

στα δάχτυλά μου και σʼ αυτό το ηφαίστειο

που εκρήγνυται στο κεφάλι μου.

Το τέλος είναι ο σκοπός και σκοπός το τέλος γιαʼ σένα

προσωπικέ μου ψεύτη που μου μοιάζεις.

Μα εγώ που σκοπό ποτέ δεν είχα, μήπως ξέρεις να μου πεις

τούτος ο χάρτης που κρατάω πού με βγάζει;

Έτυχε βλέπεις κάποτε κι εγώ να κυνηγήσω

προσδοκίες τρέχοντας πίσω από ταχείες μεγαλοπρεπείς

και κατάφερα νʼ αφήσω μπρος μου

μόνο μια δρασκελιά.

Ένα βήμα πλάι σε όλα και ταυτόχρονα, απʼ όλα ένα βήμα μακριά.

Οι σπουδές μου, γίναν μελάνι και σκεπάζουν με λέξεις

τους παράλυτους καρπούς μου

τις νύχτες που ξεχύνομαι απʼ το μπαλκόνι

να ζεστάνω με τα χνώτα

τα παιδιά μου στους καταυλισμούς

και να πω αντίο στις σφαγμένες φάλαινες

στα κοκκινισμένα νερά της Δανίας.

Εσύ, που κάνεις τάχα πως μʼ ακούς

φύγε τώρα

και πάρε μαζί σου

τα ψεύτικα κοχύλια που μουʼ φερες

να σʼ αγαπήσω.

Απόψε που θα ναυαγήσω πάλι

θαʼ ρθουν να με δουν οι μάγισσες που

μʼ έχουνε χρόνια παρμένη για να με θάψουν

με λατρεία

μέσα στην αγκαλιά του κόσμου.