Άφεση


Το πορφυρό μου δάκρυ έβρεξε τα πόδια σου.

Η συντριβή μου το απόγευμά σου.


-Σκόρπιο αλφάβητο τα λόγια σου.

Κόκκοι αλατιού σπαρμένοι σ’ ανοιχτή πληγή-


«Με γκρέμισες κατάκαρδα, το ξέρεις;» ρώτησες.

Και τριζοβόλησες πόνο.


Διαμελίστηκα.

Η ντροπή μου σωριάστηκε. Ξέπνοη. Νεκρή.

Η φωνή αιμορράγησε.


«Πώς φυτεύει κανείς μια κραυγή σε χώμα μαύρο;» ρώτησα.


Αστραποβόλησες. Βουβό ατσάλι.

Ύστερα με φίλησες. Πληγή - πληγή.


Κι άφησες άστεγο κάθε μου σκοτάδι.

Κάθε μου τύψη τρωκτική.