ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΗ  ΑΡΜΟΝΙΑ


Έπεσε η νύχτα,  τα  παιδιά συνεχίζουν  το

παιχνίδι τους,  νεανικές φωνές,

φωνές, καβαλικεμένες  στα καπούλια του φωτός.

Ήχοι,  που το σούρουπο,  τους  απλώνει το χάδι

και η  φθινοπωρινή  αύρα  φέρνει  το  φως  στο

τζάμι του παραθύρου.

Επέκεινα   το παρελθόν του βίου μου

και στον ερχομό της επιθυμίας

Το αίμα παγώνει.

Δύσθυμο  το  κουφάρι μου διπλώνεται απάνω  στο

γραφείο μου.

Της παρακμής  ο θρόνος στο  απόγειο του

αέναη  συμβίωση  ζωής και θανάτου.

Δεν θέλω η πόρτα  ν’ ανοίξει ,

θόρυβοι των συναφειών μου

στην κάμαρα να μην κλωθογυρίσουν.

Στις παιδικές νότες η καρδιά μου να αγαλλιάζεται

Θέλω!!!