ΤΗ ΒΗΘΛΕΕΜ ΕΜΙΜΗΣΑΤΟ


Στρατίζοντας την παντοχή

στα ερημικά Κατουνάκια

ανεβαίνω τ’ απόκρημνο ανηφόρι

από ένα μικρό μονοπάτι.


Τις στιγμές αντιπαλεύοντας

πού’ναι μαθεμένες να θρυμματίζονται

στου κόσμου ετούτου τα τόσα μάταια

αρχίνισε δισταχτικά να προβάλλει παρεμπρός

τ’ απόκρημνο ησυχαστήριο της του Χριστού Γεννήσεως.


Ασκητές  μυστηρίων κοινωνοί

αγραυλούντες άλλω τρόπω

για τον ασπόρως σαρκούμενον Άνακτα

και στο σιγαλό εκείνο  Κατούνι

στην αγρυπνία των Χριστουγέννων

ύμνοι αντιλαλούν ουράνιοι

για το μέγα και παράδοξο θαύμα.


Τη φεγγοβόλο βραδιά εκείνη

ο μικρός της Καλύβης ναΐσκος

τη Βηθλεέμ εμιμήσατο.

 


Από την ποιητική συλλογή «Άθωνος δίκηρον»