Έλευση ελευθερίας


Η σιωπή μου στο χάος δεμένη από ένα διάτρητο κορμί

κι η τροχιά της άρνησης φτιαγμένη από χρώματα αγαπημένα.

Τραβάω μια ευθεία γραμμή για να την κάνω σύνορα

και να χωρίσω τους πεθαμένους

από εκείνους που νομίζουν πως πέθαναν.

Προσπάθησα να δώσω σε όλους τις απαντήσεις.

Ρούφηξα με δίψα τη θλίψη μου για να φυσήξω γνώση

μήπως κι η αμφισβήτηση έπαυε να κάνει θόρυβο.

Ο χρόνος λιγοστεύει μα η ανάσα μου ζητάει χώρο, ζητά αέρα.

Μολύνθηκε η μνήμη και δεν επιτρέπει πια καμιά διεργασία.

Κάνω πως δεν κατάλαβα. Πως δεν άκουσα. Δείχνω ανήμπορος.

Κι όμως τώρα νιώθω ελεύθερος.


Κάποτε


Κάποτε είχα γράψει πως οι φίλοι μου γέρασαν.

Οι φίλοι μου πέθαναν.

Είχα μιλήσει για δασκάλους πεθαμένους.

Οι δάσκαλοι μου χώμα πια.


Κάποτε είχα μιλήσει για αγάπη

μα δεν ήξερα ν΄ αγαπώ.

Είχα φωνάξει δυνατά πως θέλω να ζήσω.

Η ζωή μου ρυτίδωσε.


Κάποτε είχα γράψει ένα ποίημα για σένα.

Το ποίημα μου ξεχάστηκε.

Είχα κοιτάξει βαθιά στην καθαρή ματιά σου.

Τα μάτια σου τυφλά. Στέγνωσε το δάκρυ.


Κάποτε ένιωσα την προδοσία στο κορμί μου.

Ο προδότης ήμουν εγώ.


Κάποτε σας συστήθηκα και σας είπα ότι είμαι εγώ.

Τώρα σας λέω πως είμαι ο κανένας.