Χωρισμός


Σε βλέπω τρυφερή, τόσο μικρή
η σκέψη στις γραμμές σου καρφωμένη,
χωρίσαμε ξεχνώντας το γιατί
κι αφήσαμε τη θύμηση γραπτή
σε πέτρα απ’ τον ήλιο σου καμένη.

Μα σαν χαράξει νέο το πρωί
και βγει το μπλε σου σκόρπιο στο σεργιάνι
μια αίσθηση τιμής μοναδική
γεμίζει κάθε μου σεμνή πνοή
και βρίσκει μες στα στήθη μου λιμάνι…

Η γλώσσα σου ασπίδα εναργής
με κράταγε κοντά όλα τα χρόνια
επούλωνε το αίμα μιας πληγής
και μ’ έσωνε στο τραύμα της αυγής
με βλέψεις μες στης θύμησης τ’ αλώνια.

Κι αν σήμερα μ’ ενέργεια τρομερή
στα χώματά σου έστησαν πλεκτάνες
και βάλθηκαν εσένα καψερή
να ρίξουν στη φτιαχτή χωματερή
οι βάρβαροι με ψεύτικες δαπάνες,

τους όρκους κείνου του καλοκαιριού
στα ξένα δεν τους ξέχασα πατρίδα,
με μνήμες άκακου μικρού παιδιού
προσμένω κάλεσμα κατοπινού
να φέρουμε μαζί στερνή ελπίδα…