Ποίηση Βασιλικής Δραγούνη
ΧΙΛΙΕΣ ΣΙΩΠΕΣ
.
Από το γυάλινο παράθυρο ακούμε
τον άνεμο να βοά στην αυλή
πάνω από τη λίμνη, γυρεύοντας να φτιάξει
έναν τυφώνα, προτού χαθεί στον κόσμο
των αντιφατικών σιωπών, που το πνεύμα μόνο
μπορεί να διασχίσει
πάνω από μεγαλοπρέπειες
σαν ένας μακρύς και ελισσόμενος καπνός.
.
Θα μπορούσε αυτές οι σιωπές να είναι
το φόντο της ύπαρξης
όταν ο χειμώνας αποτελεί
το σκηνικό της ψυχής μας;
.
Από το γυάλινο παράθυρο βλέπουμε
το φως που έρχεται μέσα από κείνη τη λίμνη
όπου η σιωπές κυριαρχούν
χιλιάδες, εκατομμύρια σιωπές
ποτέ δεν ήταν πιο εκκωφαντικές
απ' ότι είναι τώρα. Αισθανόμαστε
το μεγαλείο τους, όταν φουρτουνιάζουν
την θάλασσα της φαντασίας μας.
.
Θα γίνουν και πάλι νερό
το παράθυρο θα παραμείνει γυάλινο
και ο Χειμώνας θα εξακολουθεί να χαίρεται
δείχνοντάς μας τα δόντια του.
.
Από κάθε άκρη του δωματίου
οι σιωπές μας καλύπτουν για άλλη μια φορά
γίνονται όλο και πιο βαθιές
παίρνοντας την ανάσα μας
και σκεπάζοντάς μας με λευκό χιόνι.
ΕΝΑ ΛΕΠΤΟ ΜΕΙΟΝ ΜΙΑ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
.
Ξεκινώντας περίπου απ' την αρχή,
με το κροτάλισμα της πανοπλίας
-προάγγελος την έλευσης των αρχαίων στρατών
μέσα απ' στο χρόνο-
να βουίζει διαρκώς στ’ αυτιά μας
και μ' ένα «Τι ακριβώς συνέβη;»
παγιδευμένο στα κεφάλια μας,
με το φως από τις πυρκαγιές των φλεγόμενων πόλεων
να μας δείχνει το σύνολο της διαδρομής, μαζί με τα ποτάμια
-κόκκινες γραμμές στο χάρτη- ενώ
σύννεφα σε σχήμα μανιταριού συνωστίζονται έξω από τα παράθυρα μας,
είμαστε ακόμα εδώ.
Προχωράμε ακόμη, χωρίς λογική.
Με βαθιά άγνοια. Γνωρίζουμε πως είμαστε φτιαγμένοι
από την ίδια τη σκόνη, όπως ολόκληρο το σύμπαν.
Μια εύλογη συνειδητοποίηση, αλλά όχι αρκετή
για να σταματήσει την κακία της μνήμης
και τον αφανισμό του ενός από τον άλλον
ξανά και ξανά.
.
Τα μάτια της ακοής ακολουθούν
της σιωπής τα μουσικά ταξίδια.
Μπορούμε να χορέψουμε στο ρυθμό τους,
να φτιάξουμε αξέχαστες μνήμες
που δεν βασίζονται στον ήχο της πανοπλίας.
Ας πάμε έξω, στην καθαρότητα του παγωμένου τοπίου,
στην καρδιά του χειμώνα, λίγο πριν ο ήλιος
ανατείλει. Όταν οι χρυσές λόγχες διαπερνούν τους κήπους
και μέσα από τις βελανιδιές φιλτράρεται το φως,
πέφτοντας λαμπερό και άθικτο στους βάλτους.
Όταν ουρανός παίρνει το χρώμα της τελευταίας μας αμαρτίας. Όλα χρυσά.
Για ένα λεπτό μείον μία αιωνιότητα,
μια χούφτα παγωμένες ανάσες.
Latest from Super User
- "Η συνεδρία της Κοσμογονίας" - Απόστολος Τσαντεκίδης
- Οι δυο τους - Ευγενία Βραδή
- Ροζ σκιές - Ελένη Χατζάκη
- Μου ’γνεψε το φως σου, πυγολαμπίδα – Γεωργία Μαντζαγρή
- Ας γράψουμε παρέα! – Πρακτικές και τεχνικές της συγγραφής, Αντωνία Θεοχαρίδου
- Το ταξίδι μας ανάμεσα στη μέρα και τη νύχτα - Αθηνά Αραμπατζή
- Ο Κόσμος των Εποχών - Μαρία Γιαννάκη
- Η μικρή πατάτα που έπαιζε βιολί - Αθανάσιος Σταθόπουλος
- Κρόκος και Σμήλαια - Ιωάννα Κύρου
- "Δικηγορία, η μικρή μας πόλη" - Στεφανία Ι. Σουλή
- Ο γιος του χαφιέ - π. Πολύκαρπος Κοτσασαρλόγλου
- Θεοφανώ, μάγισσα ή αγία; - Όλγα Αθανασιάδου
- «Ή με μένα ή με καμία» του Ιάκωβου Μυλωνά στο Μέγαρο Μουσικής
- Ο Φαέθων, ένα μαγικό αστεράκι! - Φανή Καραφύλλη
- Θα είμαστε για πάντα φίλοι! - Βάσω Κουνούπη
- Θα τα καταφέρεις, αστεράκι μου! - Γεσθημανή Μπερμπέρη
- Τα φώτα των δρόμων - Στράτος Γιαννάκας
- Πλεκτάνη εξ αίματος - Αλέξανδρος Ακριτίδης
- Όνειρα στη χάρτινη γη - Γιώργος Ν. Πριμεράκης
- Οι μαγικές καστανιές - Αλέξανδρος Ακριτίδης