Print this page
Παρασκευή, 01 Απριλίου 2016 13:35

Συνέντευξη της ΧΑΡΑΣ ΑΝΔΡΕΙΔΟΥ στη Μαρία Ζαβιανέλη

Written by
3113
Συνέντευξη της ΧΑΡΑΣ ΑΝΔΡΕΙΔΟΥ στη Μαρία Ζαβιανέλη

 

 ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ

Συνέντευξη της ΧΑΡΑΣ ΑΝΔΡΕΙΔΟΥ στη Μαρία Ζαβιανέλη 

".....  Ένα βιβλίο λογοτεχνίας οφείλει να μας οδηγήσει να προχωρήσουμε ένα βήμα παρακάτω μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό, να αναμετρηθούμε με τις αντοχές και τις ανάγκες μας, να προσεγγίσουμε ένα βαθύτερο επίπεδο ευαισθησίας μέσα μας…" 

Της Μαρίας Ζαβιανέλη

 

Έχετε ως πρότυπο κάποιο αγαπημένο σας συγγραφέα;

Νομίζω ότι αυτή είναι μια από τις πιο κλασικές ερωτήσεις χωρίς συγκεκριμένη απάντηση. Έχω πολλούς αγαπημένους συγγραφείς, και τον καθένα τους τον αγαπάω για διαφορετικό λόγο. Τον ένα για τον τρόπο που χειρίζεται τη γλώσσα στην οποία γράφει, τον άλλο για τον τρόπο που εμβαθύνει μέσα σε όλα αναζητώντας την αλήθεια, έναν γιατί αμφισβητεί τα πάντα, άλλον γιατί αποδέχεται τα πάντα, κάποιον για τρόπο που πλέκει αριστοτεχνικά την πλοκή των ιστοριών του… Είναι πολλοί οι λόγοι, πολλοί οι συγγραφείς. Σε κάθε περίπτωση υποκλίνομαι μπροστά στους πρωτοπόρους κάθε είδους, αυτούς που έκαναν την αρχή, που ξεκίνησαν ένα καινούργιο τρόπο, που άνοιξαν ένα νέο δρόμο. Στον αντίποδα, απαξιώνω όσους μιμούνται, όσους διαλέγουν μια ποταπή έως αισχρή πολλές φορές ευκολία, όσους στέκονται στα επάνω-επάνω, αγνοώντας μάλιστα ότι υπάρχουν και βαθύτερα επίπεδα.  Τέλος, για να δώσω μια πιο συγκεκριμένη απάντηση,  λατρεύω – με τη θρησκευτική έννοια του όρου – τους Έλληνες κλασικούς, ξεκινώντας φυσικά από τον Όμηρο, λατρεύω – με τη συναισθηματική έννοια του όρου – τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου και θαυμάζω απεριόριστα τη γενιά του ’30 στην ελληνική λογοτεχνία για το θαύμα που συνετέλεσε στην ελληνική γλώσσα. Ως πρότυπο δεν έχω κανέναν. Έχω κερδίσει πια το δικαίωμα στη ζωή μου να μην έχω πρότυπα. 

Τι σας ώθησε στην συγγραφή ; Μήπως η επιτακτική εσωτερική ανάγκη της έκφρασης;

 Όχι μόνο η ανάγκη της έκφρασης αλλά και του μοιράσματος. Ξεκίνησε ως μια ασυγκράτητη ανάγκη να αποτυπώσω κάπου όλα όσα τριγυρνούσαν μέχρι τότε αδέσποτα μέσα μου, όλα όσα χορεύουν, παλεύουν, αντιμάχονται κάθε στιγμή, όλα όσα με ταλανίζουν και με κρατούν άγρυπνη τις νύχτες. Η ανακούφιση που ένιωσα όταν τα αποτύπωσα όλα αυτά σε ένα χαρτί – ή σε μια οθόνη υπολογιστή -  ήταν απίστευτη αλλά και αναμενόμενη. Εκείνο που δεν περίμενα ήταν το πόσο όμορφα ένιωσα όταν εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο και μπόρεσα όλα όσα  κουβαλούσα και καλλιεργούσα στη μοναξιά και την απομόνωση, αλλά και στην ασυδοσία του εαυτού μου, να τα μοιραστώ και με άλλους ανθρώπους. Η χαρά του μοιράσματος είναι το ίδιο δυνατή και το ίδιο προκλητική όπως και η χαρά της έκφρασης. Κι όταν τη γευτείς μια φορά, γίνεται κι αυτή ανάγκη. Γράφω για να ακουμπώ κάπου το τεράστιο βάρος όσων στροβιλίζονται συνεχώς μέσα μου και για να έχω την πολυτέλεια στη συνέχεια να το μοιράζομαι και με άλλους, να το σηκώνουμε μαζί, να μην είναι αβάσταχτο. Γράφω επίσης γιατί αγαπώ πολύ τον λόγο, τον γραπτό κυρίως λόγο, με γοήτευαν από πάντοτε ο πλούτος και το βάθος, οι εναλλακτικές, οι άπειρες αποχρώσεις, οι διαφορετικές διαβαθμίσεις που μπορείς να αποδώσεις με τις λέξεις. Ο τρόπος μου να οργανώνω τον κόσμο γύρω μου και τον κόσμο μέσα μου είναι περιγράφοντάς τους με τις λέξεις, το έκανα από πάντοτε, είναι ένα είδος εμμονής. Οπότε η συγγραφή ικανοποιεί, καλύπτει αυτές τις δυο κυρίαρχες ανάγκες μου και είναι μια ευλογία στη ζωή μου. 

Θα ήθελα δυο λόγια για κάθε  βιβλίο σας καθώς και πως γεννήθηκε η ιδέα για την συγγραφή του  βιβλίου σας, που διάβασα κ ενθουσιάστηκα ''Στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα'';

Σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια, τα εκτιμώ ιδιαίτερα από έναν άνθρωπο των λέξεων, όπως εσείς. Όταν ξεκινάω να γράψω ένα βιβλίο, ένα μυθιστόρημα κατ’ αρχάς, είναι γιατί έχω επιλέξει να καταγράψω και να μοιραστώ τους προβληματισμούς μου πάνω σε κάποια βασικά ερωτήματα που  με βασανίζουν χρόνια και χρόνια και που έχουν να κάνουν με τη στάση μας απέναντι στη ζωή, στον εαυτό μας, στο σύμπαν, καθώς επίσης και με το ζύμωμά μας με τους άλλους ανθρώπους. Κάποια στιγμή, για διάφορους λόγους, κάποια από αυτά τα ερωτήματα έρχονται επιτακτικά μπροστά και ζητούν απαντήσεις. Αυτά χρησιμοποιώ πάντοτε ως πυρήνα, ως ραχοκοκαλιά κάθε μυθιστορήματος που γράφω. Πλάθω κάποιους χαρακτήρες, πάντοτε διαφορετικούς μεταξύ τους, τους τοποθετώ στον καμβά μιας ιστορίας που να με βοηθάει να εμβαθύνω πάνω στα ερωτήματα αυτά, τα θέτω στους ήρωές μου και τους αφήνω να συνδιαλέγονται και να ζυμώνονται, δίνοντας ο καθένας μια διαφορετική απάντηση, από διαφορετική σκοπιά.

Στο πρώτο μου βιβλίο, το «Η αγάπη είναι πόλεμος», ένας άνδρας και μια γυναίκα προχωρούν και προσχωρούν σε μια ερωτική, συντροφική σχέση και αντιμετωπίζουν όλα τα προβλήματα που μπορεί να φέρει μια τέτοια σχέση. Ο θεματικός πυρήνας εκεί είναι ο ασίγαστος, ανηλεής πόλεμος των πολλαπλών εαυτών μας που συμβαίνει κάθε στιγμή μέσα μας, για το παραμικρό βήμα που καλούμαστε να κάνουμε.

Στο δεύτερο βιβλίο, τα «Ημερολόγια διαδρομών» το κεντρικό θέμα είναι η φιλία και κάθε μορφή που αυτή μπορεί να πάρει, καθώς και οι μικρές ευτυχίες που έρχονται στη ζωή μας και ο τρόπος που τις αντιμετωπίζουμε. Οι ήρωες είναι τρεις γυναίκες και ένας άνδρας που δένονται σε μια σφιχτοδεμένη, διαφορετική, ευεργετική φιλία.

Όσο για το τρίτο βιβλίο μου, το «Στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα», το θεμελιώδες ερώτημα ήταν το αν υπάρχει ψυχή. Αν υπάρχει ψυχή και αν υπάρχουν αδελφές ψυχές και ο τρόπος που οι πεποιθήσεις μας σχετικά μ’ αυτό, καθώς και το έντονο ζύμωμά μας με τους άλλους ανθρώπους επηρεάζουν τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας, τους άλλους, τον κόσμο. Οι ήρωες είναι δυο άνδρες και δυο γυναίκες που μπλέκονται μεταξύ τους σε τρεις παράλληλες ερωτικές σχέσεις, εν γνώσει τους από την αρχή. 

Είναι βέβαιο ότι μια καλή κριτική μπορεί να επηρεάσει κι είναι και εξίσου βέβαιο πως το κοινό είναι αυτό που στο τέλος κρίνει. Όμως σήμερα είναι τόσο έντονη όλη αυτή η βιομηχανία του marketing που έχει στηθεί γύρω από τις προωθήσεις του βιβλίου, που υπάρχει και η περίπτωση ένα καλό βιβλίο να μην φτάσει εν τέλει στο ευρύ κοινό για να το αποδεχτεί ή να το απορρίψει;

Πιστεύω πως δεν είναι η καλή  ή η κακή κριτική που μπορεί να επηρεάσει το αναγνωστικό κοινό ως προς το να διαβάσει ή όχι ένα βιβλίο, αλλά μια κριτική με ευρεία προβολή. Μια θετική κριτική μπορεί να γραφτεί σε ένα έντυπο ή ένα διαδικτυακό μέσο χαμηλής αναγνωσιμότητας και να επηρεάσει ελάχιστα έως και καθόλου την κυκλοφορία του βιβλίου στο οποίο αναφέρεται. Αντίθετα μια κριτική σε ένα έντυπο ή μια τηλεοπτική εκπομπή με μεγάλη αναγνωσιμότητα ή τηλεθέαση, είναι καθοριστική. Αν προσθέσουμε σ’ αυτά και μια τηλεοπτική διαφήμιση, κάποιες γιγαντοαφίσες στους σταθμούς του μετρό ή στα οχήματα μαζικής μεταφοράς, διαφημιστικές καταχωρήσεις με πηχυαίους  τίτλους σε έντυπα μεγάλης κυκλοφορίας και μια ευρύτατη τοποθέτηση του βιβλίου σε κάθε σημείο πώλησης, από τα ράφια των σούπερ μάρκετ ως τους πάγκους στις παραλίες, ακόμη και ο τηλεφωνικός κατάλογος μπορεί να γίνει best seller εν μία νυκτί… δυστυχώς… Όσο για το ότι το κοινό κρίνει στο τέλος, για να κρίνει κάποιος ένα βιβλίο, να το αποδεχτεί ή να το απορρίψει, πρέπει πρώτα να το διαβάσει, να φθάσει με κάποιον τρόπο στα χέρια του. Και, δυστυχώς και πάλι, μέσα στην άνωθεν κατευθυνόμενη πραγματικότητα που ζούμε, πολλά, άπειρα «καλά» βιβλία δεν βρίσκουν το δρόμο τους προς τον αναγνώστη. Από εκεί και μετά υπάρχουν τόσες πολλές παράμετροι… η παιδεία ή η έλλειψη λογοτεχνικής παιδείας,  η πλύση εγκεφάλου στην οποία υποβαλλόμαστε συνεχώς, η «ευκολία» που έχει αναδειχθεί σε υπέρτατη αξία… είναι πολλά  τα εμπόδια που συναντά ο αναγνώστης στην πορεία του μέσα στη λογοτεχνία, και ελάχιστα τα εφόδια… 

Υπάρχει κάποιος ήρωας ή ηρωίδα στα βιβλία σας που κάπως τον ξεχωρίζετε ή του έχετε αδυναμία;

Οι ήρωές μου είναι λίγοι, λιγοστοί, όλα μου τα βιβλία είναι ολιγοπρόσωπα, έχουν μόνο τους απολύτως απαραίτητους χαρακτήρες και είναι όλοι πρωταγωνιστές. Είναι μια συνειδητή απόφασή μου, θέλω να περιορίσω όσο το δυνατόν περισσότερο τον αριθμό των προσώπων που εμφανίζονται σε ένα βιβλίο καθώς και το χρονικό πλαίσιο της ιστορίας, ώστε να μπορέσω να εμβαθύνω μέσα στην αλήθεια των ηρώων μου και της σχέσης τους. Οπότε για μένα όλοι έχουν το ίδιο βάρος και την ίδια αξία. Είναι όλοι τους εαυτοί μου, ο καθένας τους εκφράζει ένα διαφορετικό εαυτό από αυτούς που ζουν μέσα μου, από αυτούς που ζουν μέσα σε όλους τους ανθρώπους. Τους αγαπάω, τους καταλαβαίνω, τους κατανοώ. Γι’ αυτό και παρακαλώ κάθε φορά τους αναγνώστες μου να μην τους κρίνουν αυστηρά, να τους αφήσουν περιθώρια, να τους αναγνωρίσουν ελαφρυντικά να προσπαθήσουν να τους καταλάβουν και να τους κατανοήσουν. Γιατί οι ήρωές μου βασανίζονται προσπαθώντας να κατανοήσουν τις ζωές τους, όπως κάνουμε όλοι μας. 

Με πιο κριτήριο επιλέγετε ένα βιβλίο;

Σε μια παρουσίαση βιβλίου που έκανα πριν μερικές μέρες είπα πως η λογοτεχνία δεν γράφεται για να αντιγράψει τη ζωή, η λογοτεχνία γράφεται για να ερμηνεύσει τη ζωή.  Ένα βιβλίο λογοτεχνίας οφείλει να μας οδηγήσει να προχωρήσουμε ένα βήμα παρακάτω μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό, να αναμετρηθούμε με τις αντοχές και τις ανάγκες μας, να προσεγγίσουμε ένα βαθύτερο επίπεδο ευαισθησίας μέσα μας, και μέσα από αυτή τη διαδρομή να δούμε τον κόσμο γύρω μας, τον εαυτό μας, τους άλλους, με μια νέα ματιά, μια ματιά κατανόησης που θα μας οδηγήσει στη γνώση… Η γνώση είναι το όπλο, είναι το μόνο μας όπλο απέναντι στο χάος της ζωής. Μ’  αυτό το κριτήριο λοιπόν επιλέγω να διαβάσω ένα βιβλίο: με το κέρδος που θα μου αφήσει σε γνώση, με την ευρύτατη έννοια του όρου. 

Τελικά ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης εκ καιρώ κρίσης; 

Απίστευτα σημαντικός. Καθώς η Τέχνη στο σύνολό της ερμηνεύει τη ζωή, όπως είπα παραπάνω για τη λογοτεχνία ειδικότερα, μέσα από την Τέχνη μπορούμε να φθάσουμε σε βαθύτερα επίπεδα κατανόησης αλλά και αποδοχής του εαυτού μας και των άλλων και να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο με μια νέα ματιά. Γιατί οι περισσότεροι από μας δεν είμαστε συμφιλιωμένοι με τον εαυτό μας, ούτε με τους γύρω μας,  θεωρούμε πως οι αντιδράσεις μας σε όσα μας συμβαίνουν είναι υπερβολικές, παράλογες, παθολογικές και ζούμε σε μια συνεχή εσωτερική απαξίωση. Καθώς ο αναγνώστης διαβάζει ένα βιβλίο, βλέπει ένα θεατρικό έργο, μελετά ένα πίνακα ζωγραφικής και μελετά τις αντιδράσεις των ηρώων, οδηγείται να ερμηνεύσει καλύτερα, βαθύτερα τον εαυτό του και τους γύρω του, και συνειδητοποιεί πως δεν είναι ο μοναδικός που βιώνει ανάλογες καταστάσεις ή έχει ανάλογες αντιδράσεις. Αυτό του χαρίζει  μια πολύτιμη αίσθηση παρηγοριάς, ανακούφισης και  συντροφικότητας. Αυτό το μοίρασμα, η επικοινωνία και η ανακούφιση μέσα από τη λογοτεχνία, μέσα από την Τέχνη γενικότερα, μπορώ να πω πως είναι ένα είδος λύτρωσης, τόσο απαραίτητης σε καιρό κρίσης… σε κάθε καιρό. 

Ετοιμάζετε κάποιο καινούργιο βιβλίο αυτή την εποχή; 

Το επόμενο βιβλίο μου θα κυκλοφορήσει σε μερικούς μήνες με τον τίτλο «Τα άδεια κουτιά». Είναι ένα ψυχολογικό μυθιστόρημα, όπως όλα τα βιβλία μου, και ο πυρήνας του είναι πως η υπόστασή μας ως άνθρωποι είναι μια σειρά από άδεια κουτιά - κάθε κουτί και μια ανάγκη μας – και η ζωή μας είναι μια συνεχής, αδιάλειπτη και πολλές φορές επώδυνη προσπάθεια να  γεμίσουμε τα άδεια κουτιά μέσα μας.. 

Σας ευχαριστώ θερμά και θα ήθελα ο τελευταίος λόγος να ’ναι δικός σου

Θα ήθελα να κλείσω αυτή την όμορφη κουβέντα μας με μια αγαπημένη σκέψη μου για τη σχέση αναγνώστη-συγγραφέα που καταρρίπτει τα αυτονόητα. Γιατί για μένα τίποτα δεν είναι αυτονόητο, κανείς δεν μας χρωστάει και κάθε τι που μας παραχωρείται οικειοθελώς και συνειδητά από κάποιον άλλο, είναι ένα δώρο πολύτιμο. Για μένα λοιπόν το να διαβάσεις ένα βιβλίο είναι μια πράξη παραχώρησης, ένα άνοιγμα του εαυτού μας προς κάποιον άλλο. Μπορεί ένα βιβλίο να σου αρέσει ή να μην σου αρέσει, να δεχτείς την αλήθειά του ή να την απορρίψεις. Τη στιγμή όμως που το διαλέγεις, που το παίρνεις στα χέρια σου και το ανοίγεις, αποφασίζεις να του παραχωρήσεις από τον χρόνο σου, από τη σκέψη σου, από την ενέργειά σου, από όλα αυτά τα τόσο πολύτιμα στον καθένα μας. Κάθε φορά που κάποιος αναγνώστης κάνει αυτήν την παραχώρηση στα βιβλία μου νιώθω ότι την κάνει σε μένα την ίδια. Ότι μου ανοίγει χώρο στον χώρο του και χρόνο στον χρόνο του και με καλεί να περάσω μέσα, να μου προσφέρει την προσοχή του, την σκέψη του, τα συναισθήματα του. Είναι μια πράξη απέραντης ευγένειας και γενναιοδωρίας από κείνον προς εμένα, και θέλω να πω, να δηλώσω ότι τη νιώθω, την καταλαβαίνω, δεν την αφήνω να προσπεράσει, την αδράχνω και την ζω. Και αυτή με γεμίζει ενέργεια, θετικά συναισθήματα, και ορμή, για να συνεχίσω, να γράψω το επόμενο βιβλίο μου, να το παρουσιάσω στο κοινό, στους αναγνώστες, να κερδίσω ακόμα μια φορά την προσοχή τους, την εύνοιά τους και τη θετική τους αύρα. Είναι μια διαδικασία μαγική, μαγευτική, λυτρωτική και τους ευχαριστώ από καρδιάς γι’ αυτήν.

 

 

Η Χαρά Ανδρεΐδου γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Έχει σπουδάσει, σε ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, Παιδαγωγικές Επιστήμες, Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης, καθώς και Μουσειολογία. Έχει διδακτορικό στην Κλασική Αρχαιολογία και μεταπτυχιακό στην Ανοικτή Εκπαίδευση.

Εργάστηκε κατά διαστήματα σε όλους αυτούς τους τομείς, όπως και σε πολλούς άλλους, για να την κερδίσει στο τέλος η Εκπαίδευση.

Η περιπέτειά της στη θάλασσα της γραφής ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια. Έργα της είναι τα μυθιστορήματα Η Αγάπη Είναι Πόλεμος (Εκδόσεις Ψυχογιός, 2011), Ημερολόγια Διαδρομών (Εκδόσεις Ψυχογιός, 2013), Στα Τέσσερα Σημεία του Ορίζοντα (Εκδόσεις Λιβάνη, 2014). Τα Άδεια Κουτιά είναι το τέταρτο βιβλίο της που κυκλοφορεί.

Όπως λέει η ίδια: «Δε ζωγραφίζω, δε χορεύω, δεν ξέρω να παίζω μουσική, ο δικός μου τρόπος για να εκφράζομαι είναι με τις λέξεις…»

 

 

 

 

 

 

Read 3113 times

Latest from apostaktirio team