Κυριακή, 04 Ιανουαρίου 2015 14:51

Αγγέλια - Αύρα Νουρ

Written by
2438

Αγγέλια

Σκόνη μαζεύτηκε πολλή στους κοσμικούς αγρούς

και για καιρό περιφερόταν τραγουδώντας μόνη

στα αστρικά μονοπάτια.

Και σμίξανε οι μύριες μοναξιές

 

και φτιάξαν μπάλες για να παίζουν οι θεοί.

 

Μια τέτοια σφαίρα, εγγόνι της αστρόσκονης,

πράσινη και κόκκινη και μαύρη και γαλάζια,

είναι η μήτρα που με έθρεψε,

η μάνα μου η γη.

 

Σπορά της φωτιάς εγώ

στο σώμα μου βαστάω το νερό.

Και το νερό αγαπάει να κινείται

όπως κινούνται κι όσα είναι μέσα του.

Να ’τανε τέτοιο λίκνισμα, πιρόγας,

που μ’ έκανε να θέλω να χορέψω

πηδώντας απ’ το έδαφος που με το βάρος με κρατάει?

Να ’ταν ο ουρανός

που ήθελα να τον φτάσω?

Ή το καυτό το χώμα στο λιοπύρι

που μου τσουρούφλιζε τα πόδια?

Πρώτο κρουστό η καρδιά μου

μου ’μαθε το ρυθμό.

Κι η μελωδία

ήταν μια όμορφη γυναίκα

που συνάντησα στο δρόμο.

Κι όταν χορεύω, θυμάμαι

-δίχως να το ξέρω-

τους καιρούς που ήμουνα κόκκος

στο χορό του γαλαξία.

Τώρα, ζωή ανθρώπου δεν υπάρχει

χωρίς αυτήν την ζωγραφιά πάνω στον αέρα,

την μάγισσα την μουσική.

 

Χύθηκ’ ο χορικός ρυθμός από τον κόσμο στην καρδιά μου

και πίσω πάλι.

Κι είδα πως η ανάσα μου γυρνάει και στην φύση.

Εισπνέει ο καιρός,

κρύβεται το πράσινο και χειμωνιάζει.

Εκπνέει και να,

σηκώνονται απ’ τον ύπνο λουλούδια και βουνοκορφές.

Και τον ρυθμό τούτο τον φόρεσα και στην ζωή μου

και έβαψα μ’ αυτόν τους μήνες και τα χρόνια

και έφτιαξα γιορτές και τιμωρίες και πένθη.

Μόλο που έχω πια ξεχάσει το πρώτο το ‘γιατί’,

ακόμα τα κρατάω.

 

Αφότου βάρυνε το βήμα μου στην γη

και στέρεψαν οι πέτρινες κοιλιές που μ’ αγκαλιάζαν,

ξύλο και πέτρα, σίδερο και άμμος και νερό

-δέρμα και αίμα και σωθικά της μάνας και βλαστάρια-

πάνω από το κεφάλι μου

να με φυλούν απ’ τις διαθέσεις τ’ ουρανού

και να με κρύβουν απ΄ τα μάτια των γειτόνων.

Πελέκησα και σμίλεψα, ανάμιξα και έσκαψα,

από ανάγκη ή από έπαρση,

άλλοτε στην ομορφιά βωμούς,

άλλοτε στην ασκήμια…

 

Πάνω σε μια μπάλα που χορεύει στο ρυθμό των αστεριών,

πούπουλο στην άχρωμη ανάσα του χρόνου,

γράφω με μελάνι ή με το αίμα μου

στίχους φτερωτούς που ταξιδεύουνε.

Άστεγος ή στεγανός, μαζεύω τις ρανίδες του ιδρώτα μου

τις σμίγω με του κλήματος το δάκρυ

και φτιάχνω οίνο αθάνατο

για να μεθύσω την θνητή ζωή μου.

Κι αν χρειαστεί, όλα απ’ την αρχή τα ξαναχτίζω.

Μόνο να διώξω από μέσα μου την λάσπη αυτού του κόσμου.

 

Με τους καιρούς ζυμώνομαι

να γίνω νάμα για τους μέλλοντες περπατητές του χώρου

κι όταν τελέψει το έργο μου

να επιστρέψω στο Όλον.

Read 2438 times

Latest from Super User