Παρασκευή, 04 Ιανουαρίου 2013 09:14

Ο Αστέρας της Βηθλεέμ - Η Αστρονομική Ερμηνεία του

Written by
2096

Ο Αστέρας της Βηθλεέμ - Η Αστρονομική Ερμηνεία του


Tης Φιόρης – Αναστασίας Μεταλληνού, PhD

Αστροφυσικός, Συνεργάτης Ινστιτούτου Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών & Τηλεπισκόπησης, Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών

Για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε το ερώτημα της εμφάνισης ή όχι του «αστέρα της Βηθλεέμ», αλλά και της επιστημονικής ερμηνείας του φαινομένου, θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τον καθορισμό της χρονολογίας γέννησης του Ιησού. Στη συνέχεια, με βάση τις υπάρχουσες ιστορικές αναφορές, και την αστρονομική μας γνώση, να ελέγξουμε όλες τις πιθανές ερμηνείες που αφορούν το αστρονομικό αντικείμενο που ονομάζουμε «αστέρα της Βηθλεέμ» ή «άστρο των Χριστουγέννων».

Η δημιουργία ημερολογίου με αφετηρία τη γέννηση του Ιησού προτάθηκε για πρώτη φορά το 532 μ.Χ, όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός κάλεσε τον Διονύσιο τον μικρό (εκκλησιαστικό συγγραφέα) να συγκροτήσει ημερολόγιο και να καθορίσει το έτος γέννησης του Ιησού. Εκείνος όρισε ως έτος Ενσαρκώσεως το 1μ.Χ, το οποίο αντιστοιχούσε στο έτος 754 από την κτίση της Ρώμης, καθώς έτσι γίνονταν η έως τότε χρονολόγηση.

Ο Διονύσιος ο μικρός έκανε και ιστορικά και μαθηματικά λάθη στους υπολογισμούς του. Αξίζει να αναφέρουμε την παράληψη του έτους μηδέν στο νέο ημερολόγιο, αφού σε εκείνη την εποχή ήταν άγνωστη η χρήση των αλγεβρικών αριθμών. Η χρήση των αραβικών αριθμών και του μηδενός εμφανίζεται στην Ευρώπη μόλις το 1134μ.Χ.

Οι έρευνες των ιστορικών και θεολόγων έχουν καταλήξει σήμερα να τοποθετούν τη Γέννηση του Ιησού στο 6 – 7 π.Χ. Η δε ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου δεν προέκυψε από μαθηματικούς υπολογισμούς. Αποτέλεσε αρχικά απόφαση του πάπα Ιουλίου ο οποίος θέλησε να αντικαταστήσει, με τα Χριστούγεννα, την σημαντικότερη ειδωλολατρική γιορτή του Μίθρα, όπου οι λάτρεις του γιόρταζαν την «γέννηση του αήττητου ήλιου» και την διάβασή του ηλίου από το χειμερινό ηλιοστάσιο.

Γραπτές μαρτυρίες για τον «αστέρα» της Βηθλεέμ συναντάμε μόνο στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, όσον αφορά τα «κανονικά» ευαγγέλια, αυτά δηλαδή που η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί αποδεκτά και αξιόπιστα. Αντίστοιχες αναφορές βρίσκουμε και σε κάποια από τα λεγόμενα «απόκρυφα» ευαγγέλια, τα οποία είναι μεταγενέστερα των τεσσάρων «κανονικών». Συγκεκριμένα αναφορές υπάρχουν στα: «πρωτευαγγέλιο» του Ιακώβου, ευαγγέλιο του ψευδo-Ματθαίου, αραβικό ευαγγέλιο της νηπιακής ηλικίας του Σωτήρος, αρμενική βίβλος της παιδικής ηλικίας του Σωτήρος και συριακό χειρόγραφο S.

Ας δούμε λοιπόν σε ποια εδάφια και με ποιο τρόπο αναφέρεται ο ευαγγελιστής Ματθαίος τον «αστέρα» και την παρατήρησή του (κεφ. Β εδαφ. 1-12): «ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα» / «εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ» / «τότε Ἡρῴδης λάθρᾳ καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσεν παρ' αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος» / «ἐπορεύθησαν· καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτοὺς ἕως ἐλθὼν ἐστάθη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον».

Ποιοι όμως ήταν οι μάγοι που παρατήρησαν τον «αστέρα»; Η λέξη «magus» έχει προέλευση ιρανική ή ασσυριακή και σημαίνει δάσκαλος, σοφός. Ενδέχεται επίσης να προέρχεται και από την ελληνική λέξη «μέγας». Οι μάγοι ήταν οι αστρονόμοι της εποχής, επομένως αξιόπιστοι παρατηρητές του ουρανού, γι’ αυτό και τους εμπιστεύθηκε ο βασιλιάς Ηρώδης. Παράλληλα υπήρξαν αποκρυφολόγοι και αστρολόγοι. Στην Ελλάδα ήκμασαν από τα ορφικά έτη, στη δε Ανατολή υπήρξαν ιερείς της Ζωροαστρικής θρησκείας. Οι μάγοι της Γεννήσεως μπορεί να ήταν είτε Άραβες με καταγωγή από την Πέτρα, είτε  Πέρσες. Η δεύτερη άποψη είναι η επικρατέστερη.

Στην συνέχεια (έχει γίνει και νωρίτερα) όπου αναφέρουμε τη λέξη «αστέρας» εννοούμε οποιοδήποτε αστρονομικό αντικείμενο, διότι ενδέχεται να είναι πλανήτης ή κομήτης και όχι απαραίτητα κάποιος απλανής. Ο «αστέρας», καθώς τον περιγράφουν οι γραφές διαθέτει δύο βασικά χαρακτηριστικά: τη «κίνηση» (ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτοὺς) και τη «στάση» πάνω στην ουράνια σφαίρα (ἕως ἐλθὼν ἐστάθη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον). Οπότε το αστρονομικό αντικείμενο που αναζητούμε πρέπει να πληροί τα παραπάνω δεδομένα.

Στη συνέχεια αναφέρουμε όλες τις πιθανές ερμηνείες σχετικά με την ταυτότητα του ουρανίου σώματος, ξεκινώντας από τις λιγότερο πιθανές και καταλήγοντας σε αυτές με τις ισχυρότερες πιθανότητες.

Διάττοντας αστέρας, βροχή διαττόντων ή βολίδα:

Οι μεμονωμένοι διάττοντες (πεφταστέρια) αποτελούν και αποτελούσαν συνήθη αστρονομικά φαινόμενα. Ακόμα και ένας βοσκός στην αρχαιότητα ήταν ικανός να παρατηρήσει την πτώση ενός διάττοντα, χωρίς να εντυπωσιαστεί ή να την θεωρήσει σπάνιο φαινόμενο. Πρόκειται για ένα φαινόμενο περιορισμένης χρονικής διάρκειας (της τάξης των λίγων δευτερολέπτων) το οποίο δεν έρχεται σε συμφωνία με την αναφορά των γραφών ότι οι μάγοι το παρακολουθούσαν στη διάρκεια του ταξιδιού τους από τη χώρα τους προς την Ιουδαία. Επιπλέον, η πτώση ενός διάττοντα δεν πληροί τα παρατηρησιακά δεδομένα της «κίνησης» και της «στάσης», που αναφέραμε νωρίτερα.

Μια βροχή διαττόντων αποτελεί σίγουρα πιο εντυπωσιακό φαινόμενο, εφόσον καθορίζεται από ένα ακτινοβόλο σημείο στον ουρανό, απ’ όπου φαίνεται να ξεκινούν οι διάττοντες τη πορεία τους. Η διάρκεια μιας βροχής διαττόντων δεν υπερβαίνει τις 5 με 10 νύχτες στον ουρανό. Μια τέτοια παρατήρηση επομένως δεν συμβιβάζεται με το δεδομένο της παρουσίας του αστέρα των μάγων για αρκετούς μήνες στον ουρανό.

Η εκδοχή της βολίδας επίσης εμφανίζεται ανίσχυρη διότι, παρότι μπορεί να αποτελεί φαινόμενο εξαιρετικής λαμπρότητας, καθώς θρυμματίζεται στην πτώση του στην ατμόσφαιρα της Γης  (μπορεί να υπερβεί ακόμα και την λαμπρότητα της σελήνης) ο χρόνος ζωής της δεν υπερβαίνει τις μερικές δεκάδες δευτερολέπτων.

Κομήτης:

Ο κομήτης αποτέλεσε από την εποχή του Ωριγένη (248μ.Χ) πολύ ισχυρό υποψήφιο για τον «αστέρα των Χριστουγέννων». Διότι ένας κομήτης μπορεί να παρατηρηθεί για αρκετούς μήνες στον ουρανό, κινείται σχετικά με τους απλανείς αστέρες, αλλάζει θέση ως προς τον ήλιο και παρουσιάζει στάσεις όπως και οι πλανήτες. Η λαμπρότητά του μπορεί να τον κάνει ορατό ακόμα και την ημέρα. Επομένως ένας κομήτης ικανοποιεί τις απαιτήσεις της «κίνησης», της «στάσης» και της επί μήνες παραμονής του στον ουρανό. Όσον αφορά τους κομήτες της προχριστιανικής περιόδου γνωρίζουμε σχετικά με  την διέλευση κομήτη το 17 π.Χ ο οποίος παρατηρήθηκε στις χώρες της Μεσοποταμίας και για τον κομήτη του Halley που πέρασε το 12 π.Χ. Οι χρονολογίες αυτές όμως απέχουν από τα έτη 6 και 7π.Χ όπου σήμερα τοποθετείται η γέννηση του Ιησού. Υπάρχει μια ακόμα κινέζικη καταγραφή, στην επίσημη ιστορία της δυναστείας των Χαν, και αναφέρεται σε παρατήρηση κομήτη το 5 π.Χ στον αστερισμό του Καρκίνου. Η παρατήρηση αυτή όμως αμφισβητείται αν σίγουρα αφορά κομήτη, καινοφανή αστέρα, ή ακόμα και λαμπρή βολίδα. Η περιγραφή που έχει διασωθεί δεν οδηγεί σε σαφή ερμηνεία του φαινομένου. Ισχυρό επιχείρημα κατά της υπόθεσης του κομήτη είναι ότι οι κομήτες ανέκαθεν θεωρούνταν κακοί οιωνοί: προάγγελοι πολέμων, λοιμών, επαναστάσεων, φυσικών καταστροφών, επομένως δύσκολα θα συνδυάζονταν με την γέννηση ενός βασιλιά.

Καινοφανής (nova) ή υπερκαινοφανής (supernova) αστέρας:

Οι αρχαίοι αστρονόμοι γνώριζαν ότι υπάρχουν ορισμένοι αστέρες οι οποίοι έλαμπαν ξαφνικά με μεγάλη λαμπρότητα στον ουρανό. Στη συνέχεια έφθινε η λαμπρότητά τους, ώσπου μετά ορισμένο διάστημα δεν ήταν ορατοί. Τους ονόμαζαν «νέους» αστέρες και επρόκειτο για καινοφανείς ή υπερκαινοφανείς αστέρες. Οι φυσικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό αυτών των αστέρων και οδηγούν στην μεγάλη αύξηση της λαμπρότητάς τους αποτελούν γνώση της σύγχρονης Αστροφυσικής που ένας αρχαίος αστρονόμος δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει. Ένας καινοφανής αστέρας προέρχεται από αστέρα διπλού συστήματος ο οποίος εκρήγνυται επαναληπτικά έλκοντας ύλη από τον συνοδό του. Ο υπερκαινοφανής αποτελεί ένα από τα τελευταία στάδια εξέλιξης στην ζωή ενός αστέρα μεγάλης μάζας, ο οποίος προκαλεί θερμοπυρηνική έκρηξη εκτινάσσοντας μεγάλο μέρος του υλικού του στο διάστημα, αφήνοντας υπόλειμμα ύλης στο περιβάλλοντα χώρο (εικόνα 2). Το 134 π.Χ ο Ίππαρχος παρατήρησε «νέο» αστέρα στον αστερισμό του Σκορπιού. Υπάρχει  αναφορά για αντίστοιχη παρατήρηση το 107 μ.Χ στον αστερισμό των Διδύμων. Παρατήρηση nova ή supernova αστέρα κοντά στο έτος μηδέν δεν υπήρξε. Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να συνέβη και να παρατηρήθηκε μόνο από τους μάγους. Διότι αποτελούσε και θέμα τύχης για τους αρχαίους αστρονόμους η ξαφνική εμφάνιση και παρατήρηση τέτοιου αστέρα. Από την άλλη πλευρά όμως οι nova είναι απλανείς αστέρες και δεν κινούνται ούτε και παρουσιάζουν στάσεις στην ουράνια σφαίρα. Συνεπώς μια παρατήρηση καινοφανούς δεν θα ήταν συνεπής με τις μαρτυρίες των γραφών.

Πλανήτης:

Από την αρχαιότητα οι αστρονόμοι γνώριζαν πολύ καλά τον τρόπο που κινούνται οι πλανήτες στην ουράνια σφαίρα. Οι γνωστοί τότε πλανήτες ήταν οι Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Κρόνος και Δίας. Θεωρώντας την Γη ακίνητη (γεωκεντρικό σύστημα) παρατηρούμε τους πλανήτες να κινούνται πάνω στην ουράνια σφαίρα, ως προς τους απλανείς, άλλοτε από την δύση προς την ανατολή (ορθή κίνηση) και άλλοτε από την ανατολή προς τη δύση (ανάδρομη κίνηση). Τα σημεία που αλλάζει η κίνησή τους από ορθή σε ανάδρομη ονομάζονται στηριγμοί ή στάσεις. Η θεωρία κάποιου πλανήτη ως αστέρα της Βηθλεέμ υπήρξε πολύ ισχυρή συγκεντρώνοντας πολλά επιχειρήματα υπέρ της. Οι πλανήτες είναι φωτεινά ουράνια σώματα και ικανοποιούν τα κριτήρια της «κίνησης» και της «στάσης» στον ουρανό, ερχόμενοι σε συμφωνία και με την περιγραφή του ευαγγελιστή Ματθαίου. Υπάρχει θεωρία που ορίζει τον πλανήτη Δία ως αστέρα της Βηθλεέμ, ο οποίος βρέθηκε σε στάση το 7π.Χ, και μάλιστα στην κορυφή του ζωδιακού φωτός. Το ζωδιακό φως εμφανίζεται σαν ένα διάχυτο φως στον ορίζοντα λίγο μετά το λυκόφως ή λίγο πριν από το λυκαυγές. Προέρχεται από την σκέδαση του ηλιακού φωτός από τα μόρια της μεσοπλανητικής σκόνης και είναι ορατό μόνο τις εξαιρετικά σκοτεινές νύχτες, δίνοντας την εικόνα ενός κώνου φωτός (εικόνα 3). Αν λοιπόν ένα φωτεινό ουράνιο σώμα, όπως ένας πλανήτης, τύχει να βρεθεί στην κορυφή του ζωδιακού φωτός δίνει την εντύπωση ότι το φως προέρχεται από αυτό το σώμα.

Σύνοδος πλανητών:

Μια σημαντική μελέτη για την ερμηνεία του αστέρα της Βηθλεέμ ξεκίνησε ο αστρονόμος Johannes Kepler στις αρχές του 17ου αι., ο οποίος αναφέρθηκε σε σύνοδο πλανητών. Στη διάρκεια μιας συνόδου πλανητών κάποιοι πλανήτες φαίνονται να βρίσκονται σε μια περιορισμένη περιοχή του ουρανού. Μπορεί μάλιστα να βρεθούν τόσο κοντά, ώστε να μην ξεχωρίζουν ως δύο σώματα, αλλά ως ένα μεγάλης λαμπρότητας. Ο Kepler υπολόγισε ότι το 7 π.Χ οι πλανήτες Δίας και Κρόνος ήρθαν σε σύνοδο τρεις φορές. Πράγματι, υπολογίζοντας σήμερα την θέση των πλανητών στον ουρανό της Βηθλεέμ στο διάστημα 6-7 π.Χ γνωρίζουμε ότι οι Δίας και Κρόνος βρέθηκαν σε σύνοδο τρεις φορές το 7 π.Χ στον αστερισμό των Ιχθύων. Οπότε στη διάρκεια εκείνου του έτους πλησίαζαν και απομακρύνονταν ο ένας του άλλου, ερχόμενοι σε σύνοδο τρεις φορές. Το επόμενο έτος, το 6π.Χ τους πλησίασε και ο πλανήτης Άρης στην ίδια περιοχή του ουρανού. Η τριπλή αυτή σύνοδος Δία – Κρόνου το 7π.Χ παρατηρήθηκε πράγματι και τότε από Βαβυλώνιους αστρονόμους, καθώς αναφέρεται σε κείμενο γραμμένο σε νεο-βαβυλωνιακή σφηνοειδή γραφή, το οποίο βρέθηκε στη Βαβυλώνα και προέρχεται από την αστρολογική σχολή της Σιππάρ. Το φαινόμενο μάλιστα το παρακολουθούσαν επί μήνες.

Η επικρατέστερη λοιπόν θεωρία σήμερα για τον αστέρα της Βηθλεέμ αποτελεί η τριπλή σύνοδος Δία και Κρόνου του 7 π.Χ.


Read 2096 times

Latest from Super User