Τετάρτη, 08 Απριλίου 2015 12:23

"Απέθανεν νέος" (Μνήμη Περικλέους Γιαννόπουλου)

Written by
3097



Του Πάνου Χατζηγεωργιάδη
Μουσικοσυνθέτης, Member of PRS for Music/London/UK
Λογοτέχνης και Δημοσιογράφος



Το ημερολόγιο, έγραφε oκτώ Απριλίου του 1910. Περί την ενδεκάτην πρωινήν ο αιώνιος έφηβος, ο υμνητής της Ελληνικής φύσης, ο άνθρωπος ο οποίος ελάτρεψε όσο το δυνατόν μπορεί να λατρεύσει ανθρώπινο πλάσμα την γη όπου πρωτόδε το φώς του κόσμου ετούτου, ο Περικλής Γιαννόπουλος, περνά οικειοθελώς πλέον είς τα επέκεινα, αυτοκαθορίζοντας χωροχρονικά μόνος όπως και ο κάθε αυτόχειρ την αναγκαστική και μοιραία συνάντηση του καθενός εξ ημών, με το μοιραίον, με την αιώνια νύχτα του θανάτου όπου αναγκαστικώς αργότερα ή νωρίτερα, θα σκεπάσει όλους, αναγνώστες και γράφοντα.

΄Έχουν δυστυχώς διά τούτη την περίπτωση αναφερθεί ένα σωρό ανακρίβειες εώς ύβρεως, όπως πως το κίνητρο της αυτοκτονίας του ήταν μία απλή ερωτική απογοήτευσις ή πως ησθάνετο βαθιάν πικρίαν και απογοήτευσιν περί του οτι συνέβαινε γύρω, κοινωνικώς, πολιτικώς, πολιτισμικώς και πνευματικώς. Θεωρώ όμως πως ο εν λόγω αυτόχειρ δεν ομοιάζει με την περίπτωση μιάς οιασδήποτε αυτοχειρίας. Ο Γιαννόπουλος απο πολλού χρόνου είχε εκφρασθεί θετικώς υπέρ της οικειοθελούς εξόδου εκ των δεσμών μιάς ανανκαστικά πεπεραμένης ύπαρξης, μα δεν έβλεπε επουδενί την αυτοχειρία ως μίαν έξοδο διαφυγής εκ των προβλημάτων της καθημερινότητος, τις δυσχέρειες του βίου ή ένα απλό απονενοημένο διάβημα προκειμένου να αφυπνίσει τους σύγχρονους του, εδώ οφείλομεν ένα τεράστιον ΟΧΙ.

Ένας άνθρωπος μιάς τέτοιας αξίας, διαθέτων μίαν προσωπικότητα απο τις πλέον σημαντικές όσον αφορά τα Ελληνικά γράμματα των τελευταίων αιώνων, ο οποίος διαμέσου του έργου του λάτρευε την ζωήν και άφηνε την ζωή να τον λατρεύει επίσης, δεν είναι δυνατόν να προβαίνει σε τέτοιου τύπου απονενοημένα διαβήματα επουδενί και τούτες οι επιδερμικές αναφορές σχετικώς με την ημέρα του θανάτου του, μοιάζουν να γίνονται απο ανθρώπους οι οποίοι δεν μπόρεσαν ποτέ να αντιληφθούν είς βάθος, τόσο το έργο όσο και την αυτήν την ίδια, την πράξη της αυτοχειρίας του.

Κρίνω σκόπιμο εδώ να αφήσω τον ίδιο τον Περικλή Γιαννόπουλο, αυτόν τον μύστη της Ελληνικής γης, αυτόν τον χωροχρονικό ταξιδιώτη όπου ομίλησε στους γύρω αλλά και στους μετέπειτα μέσα απο τα κείμενα του, ως φωνή της συνειδήσεως, να αναφερθεί στον πραγματικό λόγο της αυτοχείριας του.

Έτσι λοιπόν στο κείμενο του με τίτλο "Τηλεφωνήματα", το οποίον συνέταξεν  είς τα 1903 αλλά έλαβεν αισίως και τελικώς, δημοσίευσης είς τον "Νουμάν" περί τα 1916, αναφέρει αυτολεξεί.

"Εγώ τίποτε δεν σας ζητώ και τίποτε δεν έχετε να μου δώσετε. Επαίνους δεν θέλω. Δόξαν σας την χαρίζω. Εγώ θα σας αδειάσω είς το κεφάλι οτι είναι χρήσιμον, ηδονικόν της ζωής σας γρήγορα, γρήγορα κι έπειτα χαίρετε, χαίρετε. Εγώ μίαν φορά θα ζήσω , δεν θα ζήσω δύο. Και όταν περάσει η νεότης, τα ρέστα σας τα χαρίζω. Κ΄ εγώ δεν έχω σκοπό να φάω τα νιάτα μου με σας.".

Σε αυτήν λοιπόν την μικρή παράγραφο θεωρώ πως κρύβεται η αρχαιοελληνική κοσμοθεώρηση του Περικλή Γιαννόπουλου περί θανάτου και ζωής. Ο Γιαννόπουλος επιθυμεί να "φύγει" είς το απόγειον της δόξης του ως ανθρώπινη ύπαρξη, επιθυμεί να μείνει αιώνιος έφηβος προστατευμένος απο την θλίψη των γηρατειών και την παρακμή που σέρνουν μαζί τους, προστατευμένος απο τον χρόνο τον ίδιο. Δεν θέλει να ζήσει για ακόμη μίαν ημέρα η οποία θα τον φέρει εμπρός στον ανοιχτό του λάκκο αργά ή γρήγορα, αλλά ταχύνει το βήμα, τρέχει και πηδά εντός του, διαλύοντας έτσι τον πανανθρώπινο φόβο του θανάτου χαρίζοντας στον εαυτόν του αλλά και στην ανθρώπινη ύπαρξη, την αιωνιότητα. Περνά απο αυτά τα χώματα άλλοτε ως ένα γλυκόπνοο αεράκι μιάς καλοκαιρινής νύκτας και άλλοτε ως ένας τυφώνας όπου καλείται να γκρεμίσει οτι σάπιο επρόλαβε ο κατώτερος άνθρωπος να χτίσει, επάνω στα αρχαία μάρμαρα του κάλλους και του προγονικού αίματος.

Απεχθάνεται την προβολή, σιχαίνεται την τάξη και την φρονιμάδα των φοβισμένων ανθρωπαρίων που περιπατούν αναγκαστικώς δίπλα του στην γη, τους σπρώχνει απο γύρω και τρέχοντας επιζητά τον ανώτερο άνθρωπο, βλέπει το φώς που η προγονική γη του χαρίζει απλόχερα εκείνα τα απομεσήμερα του καλοκαιριού και γεμίζει κάθε κύτταρο της πεπερασμένης του ύπαρξης μαζί με όλα τα γύρω του πλάσματα, τα άνθη και το χώμα/ Ένα φώς το οποίον στα μάτια του,  διασπά την ύλη και μετουσιώνεται σε γέφυρα αναμεταξύ πνευματικού και υλικού κόσμου, αποτελώντας την ατραπό προς την θέωση, προς την ένωση με οτι ανώτερο υπάρχει στο σύμπαν.

Ο θάνατος για εκείνον, είναι η μετάσταση σε άλλες μορφές της ύπαρξης, ανώτερες ίσως και έτσι θα έλεγε κανείς πως ζεί για την ημέρα που θα πεθάνει. Έχει απο πολλά χρόνια σχεδιάσει εκείνη την ημέρα, καταστρέφει μάλιστα το πλέον συγκλονιστικό του έργο, την "Αρχιτεκτονική" με το αφοπλιστικό επιχείρημα πως "Εφόσον η Ελληνική γη με ενέπνευσε να τα γράψω όλα ετούτα, θα βρεί και άλλους να το κάνουν για αυτήν". Θεωρεί πως η καταστροφή αυτής της φυλής την οποίαν θεωρεί ανωτέραν οχι τόσο εξ αίματος αλλά λόγω καταγωγής, προέρχεται απο την προγονολαγνεία αλλά και τον λεγόμενο "κλεφτισμό" την νοοτροπία δηλάδή του "Εγώ, οι δικοί μου και όλοι οι άλλοι, έχθροί μου". Πιστεύει πως ο άνθρωπος διαμορφώνεται απο την γη που τον γέννησε κατά το περισσότερον και έτσι προσπαθεί να αναθεωρήσει τις απόψεις των γύρω περί, τέχνης, κάλλους, ζωής εν γέννει κάνοντας αυτό που ξέρει να κάνει πολύ καλά, συγγράφοντας. Πιστεύει πως το "Ελληνικόν πρόβλημα, το οποίον αποτελείται απο τα επιμέρους προβλήματα, οφείλει να τεθεί απο την αρχήν". Είναι αντιλαικιστής, πονά τους δίπλα επειδή τους αγαπά, ενοχλεί και αυτό του δίνει δύναμη να συνεχίζει.

Σήμερα μας λείπει όσο κανείς άλλος, σήμερα στην εποχή της σαπίλας, της άκρας ανηθικότητας, της πνευματικής καταχνιάς που έχει γεμίσει τον τόπο γύρω με πνευματική κοπριά, των ευρωμαιμούδων και του δήθεν δυτικού πολιτισμού, στέκει φωνή λησμονημένη και το χειρότερο όλων, φωνή άκρως παρεξηγημένη. Στους καιρούς αυτους τους χαλεπούς για την ανθρώπινη ύπαρξη, καιρούς με "δανεικά και χωρίς ιδανικά" πολλές είναι εκείνες οι φωνές του παρελθόντος κόσμου, όπου θα πρέπει να σηκώθούν απο τον τάφο, ώστε να μπορέσουμε να αφουγκραστούμε τις φωνές τους. Το δίκαιο και η αλήθεια δεν έχει χρόνο, παρά μόνον αχθοφόρους εμάς τους ίδιους εάν και εφόσον δυνάμεθα όπως αντιληφθούμε το βάρος της ευθύνης ημών έναντι εαυτών, αλλήλων, προγόνων και απογόνων. Ας μην αναμένει ουδείς τίποτε απο τα "πάνω", η ουσιαστική έξοδος απο τα σημερνά τεχνιέντως δημιουργηθέντα αδιέξοδα δεν είναι οι διάφοροι ακροβολισμένοι εκ του συστήματος σωτήρες κάθε μορφής, αλλά η εσωτερική μας αντίδραση σε οτι γίνεται γύρω, η εσωτερική μας ανατροπή περί του τι θεωρούμε κόσμο και η πνευματική επανάσταση του καθενός εξ ημών, η μόνη ουσιαστική και άξια να φοβούνται οι εξουσιαστές, επανάσταση, τέλος ας αναρωτηθεί κανείς εντός του, ποιός ο αυτόχειρ εν τέλλει.



Σύντομο βιογραφικό

Ο Περικλής Γιαννόπουλος (Πάτρα 1869 - Αθήνα 8 Απριλίου 1910), λογοτέχνης, μεταφραστής και δοκιμιογράφος, υπήρξε ελληνολάτρης διανοητής. Ήταν γιος του Ιωάννη και της Ευδοκίας Θεοφράστου Χαιρέτη.
Το έργο του επηρέασε διανοητές όπως ο Ίων Δραγούμης, Άγγελος Σικελιανός, ο  Γιώργος Σεφέρης,  ο Οδυσσέας Ελύτης και ολόκληρη η Γενιά του '30.
Το τέλος της ζωής του το έδωσε ο ίδιος τον Απρίλιο του 1910, προκαλώντας τεράστιο αντίκτυπο στον πνευματικό κόσμο της προπολεμικής Ελλάδας. Έργα του το "Έκκλησις προς το πανελλήνιον κοινό", "Νέον πνεύμα", "Ξενομανία", "Πρός τους καλλιτέχνες μας" κ.α.

Read 3097 times

Latest from Super User