Κυριακή, 17 Φεβρουαρίου 2019 16:53

«Σύγχρονοι Έλληνες Ποιητές –Μια ανθολόγηση», ένα βιβλίο της φιλολόγου Αλεξάνδρας Θυμιανού.

Written by
1574
«Σύγχρονοι Έλληνες Ποιητές –Μια ανθολόγηση», ένα βιβλίο της φιλολόγου Αλεξάνδρας Θυμιανού.

«Σύγχρονοι Έλληνες Ποιητές –Μια ανθολόγηση», ένα βιβλίο της φιλολόγου Αλεξάνδρας Θυμιανού.  

Η παρούσα συλλογή αποτελεί μια σταχυολόγηση από διαφορετικές «τάσεις» της Ποίησης των καιρών μας. Οι ποιητές είναι όλοι νέοι σε ηλικία και αντανακλούν τη σύγχρονη ευαισθησία σε πολλές της μορφές.  

Εντελώς ξεχωριστός ο καθένας, κάνει μια «κατάθεση» σε μια ποίηση που μιλιέται και γράφεται σε όλους τους αιώνες της ελληνικής γλώσσας που χάνεται στα βάθη της Προιστορίας.  

Λένε, είναι τρεις που συμμετέχουν σε ένα ποίημα: ο ποιητής, το κείμενο και ο αναγνώστης.  

Λένε ακόμη οι σύγχρονοι κριτικοί («θεωρία της πρόσληψης») πως ένα έργο -εδώ έργο ποιητικό- μπορεί να έχει πολλές «προσλήψεις» από τον κάθε αναγνώστη αλλά και από έναν αναγνώστη ανάλογα τη στιγμή που θα το διαβάσει.  

Όπως και να ’χει... σας ευχόμαστε καλή ανάγνωση ή... καλές «προσλήψεις»!  

Κι όπως έλεγε κι ένας καλός ποιητής και Δάσκαλός μου: «το έργο αυτό σας έχει δοθεί με αγάπη - διαβάστε το με αγάπη».  

Αλεξάνδρα Ι. Θυμιανού  

ΔΕΙΓΜΑ ΓΡΑΦΗΣ:  

ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ  

Βροχή  

Αφήγηση του ουρανού
που από παιδί
ακίνητος κάτω από την μαύρη ομπρέλα
σ’ αφουγκραζόμουν δίχως τι στον κήπο.

Κι έφηβος τα μικρά ρυάκια
της δικής σου θέλησης
κόντρα τα διάβηκα
τον δίχως φόβο πάνω μου.

Τώρα κάτω από τα πρεβάζια
ξομολογούμαι συναισθήματα.
Ίσως για να σώσω μιά στιγμή αθωότητας
στον στρόβιλο της γής. 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΑΒΟΥΡΛΗΣ  

Τράνζιτο  

Σαλπάραμε νύχτα ασέληνη,
τρείς χειμώνες θάμπος!
Ανάμνηση οι αγκαλιές του κόσμου,
τα φιλιά του αποχαιρετισμού.
Μικρές φωτογραφίες -στιγμές αγαπημένες-
γεμάτη η καμπίνα, μαζί με τις γοργόνες.
Μπουένος Άυρες, Άμστερνταμ,
Βαλένθια, Μανταραμπάς...
Όλα με φωτιά, δάκρυα και ατσάλι δεμένα!
Σκλήρυνε το δέρμα ’ ρυτίδιασε η νιότη μου.
Ντύθηκαν οι λύπες το χονδρό επενδύτη
κι ο νόστος πνίγεται στο ποτό να μη θυμάται...
Κρύφτηκε η χαρά στα βρεχάμενα
πίνοντας θάλασσα·
μέρες ανέφελες γίνηκαν όνειρα!
Όλοι σκέφτομαι, μ’ έχουν ξεχάσει...
ακόμη κι ο άγγελος μου
πήρε τη λάντζα σαλπάρισε,
άλλον ναυτικό παραστέκει!
Περιμένω τα ξέμπαρκα χρόνια της στεριάς
μια γιορτή να κάνω, ένα Πάσχα,
ένα Δεκαπενταύγουστο·
σ’ ένα γλέντι να βρεθώ, σ’ ένα γάμο!
Μου φαίνονται τόσο μακρινά, μαγικά όλα...
Φοβάμαι πως γίνηκα κάβος κι άρμπουρο·
πως ανασαίνω με το βιλάι,
κάθε που πετάγεται στο ντόκο!  

ΜΑΡΙΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ  

Ακαταστασία  

Στην αυλή του καινούργιου μας σπιτιού,
που΄ναι άβολο ακόμη σαν αφόρετο παπούτσι,
μιά πασχαλιά στη γλάστρα με τα μπουμπούκια της κλειστά,
έγειρε κι έπεσε.

Σαν σφηνωμένο στο βυθό καράβι στέκει,
με το κατάρτι της λοξό,
παραδωμένη, αφημένη και παράφωνη.

Μα, πράγμα παράδοξο,
αν δεν το όριζαν σαν άξονες σαφείς,
το πάνω και το κάτω ποίο είναι,
οι ευθύγραμμες πορείες των σταγόνων της βροχής,
θα’λεγα: η πασχαλιά στέκει ορθή
κι όλος ο άλλος κήπος έχει αναποδογυριστεί! 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΘΕΟΧΑΡΗ 

Σημαντικέ μου, Άλλε 

Βοήθησέ με, ν’ ανακαλύψω κι άλλα πράγματα για ‘μένα…
Εκείνα που μπορεί να φοβάμαι,
Όσα από ΄κείνα, δεν τόλμησα να ομολογήσω.
Γίνε σε στιγμές, πιο δυνατός από ‘μένα
με αγάπη και αγκαλιά γιατί,
έχω ανάγκη να ηρεμήσω εκείνο το μικρό…
Να το πάω πάλι απ’ την αρχή…
Θέλω να μάθω, πώς είναι να μη μπορώ
όλα εκείνα που μπορώ. Μέσα σ” Eσένα να κρυφτώ!
Σε κατακόκκινο βυθό, ζωγράφισέ μου ένα ‘μοιράζομαι’
για όσα φοβάμαι μήπως, χαθούν στη συνήθεια… 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ 

Δυνάμωσαν οι αλήθειες 

Γέρασαν οι αισθήσεις
Στο παράθυρο του ονείρου
Σκιές φύλλα ανέμου
Στον αναμνησιολόγιο
Έμειναν σκέψεις
Του πόθου οι ανάσες
Ήρθαν αλήθειες
Που έκαναν τα ρήματα σιωπηλά
Γραφή στο κύμα του ανέμου
Κοχύλια αναζητούν προσευχή
Δυνάμωσαν οι αλήθειες
Και οι πόθοι έγιναν κείμενα παρατατικού
Γέρασαν οι ελπίδες
Έμειναν απλώς λέξεις σε χαμένες περγαμηνές
Καταρτια χωρίς Ρότα
Ναύκληροι μόνο οι σιωπές
Δυνάμωσαν οι αλήθειες
Σκέψεις ατενίζουν το χτες
Ο ενεστώτας στεριά χωρίς κοχύλια
Αναμνησιολόγιο μιας σιωπής

Άραγε το όνειρο αναζητά την αλήθεια ή την αίσθηση;
Ίσως κάποια κοχύλια ανακαλύψουν μια προσευχή
Ίσως απλώς ο λεπτοδείκτης έδειξε φθινόπωρο
Ίσως απλώς τα όνειρα δεν χρειάζονται αλήθειες. 

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ K. ΜΑΡΟΥΛΗΣ 

NORDICA 

Έχει ο βοράς την ομορφιά του.
Μέρες αρκτικού καλοκαιριού.
Εναλλάσσονται στο ημερολόγιο.
Χρώμα και φως αναλλοίωτα.
Μέρες μη δυόμενου ήλιου.

Δαντελωτές ακτογραμμές.
Κάθετοι καταρράκτες.
Ηφαίστεια ανάμεσα στα χιόνια.
Λίμνες αμέτρητες.
Άνθρωποί μετρημένοι. 

Έλκες, τρολ, γρασίδι στις στέγες.
Ψάρια που στεγνώνουν στον αέρα.
Δεκαεπτά λέξεις για το χιόνι.
Άσπρο ατέλειωτο, απέραντο λευκό.
Στην άκρη θάλασσα. 

ΗΛΙΑΣ ΜΠΟΥΣΙΟΣ 

Για την ακρίβεια της στιγμής 

Hommage to Οδυσσέα Ελύτη 

Για την ακρίβεια μιας στιγμής
απ’ τη λαλιά ενός τζιτζικιού δανείστηκα μια λέξη
και την πότισα με τον ιδρώτα του μυρμηγκιού.
Στην ραχοκοκκαλιά ενός ποιήματος σκαρφάλωσα
και σκάλισα ένα νέο στίχο ανάγλυφο.
Για να γλιστρήσω
καλότυχος
ως τις εκβολές της στιγμής
βιώνοντας το πανόραμά της
στον Ύμνο της Ομορφιάς
Κάθαρση. 

ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ 

Σειράδιο 

Είμαι το κουρασμένο βήμα του αγρότη
του καπνεργάτη το καμένο πνευμόνι
του σοβατζή ο κουρασμένος ώμος
τ’ αλατωρύχου η θολή ματιά.
Είμαι το βήμα στα λασπωμένα τα χωράφια
Το φυντάνι που μπήγεται στο χώμα βαθιά
Ο ασβέστης που καίει τα κάστρα
Τ’ αλάτι που λιώνει σιδεριά.
Είμαι η άκρη απ’ το καμάκι που όταν μπει
δε ξεριζώνεται από τα σπλάχνα
είμαι τ’ αλέτρι, το τσαπί και το γενί.
Είμαι το αμάν το μεσημέρι στα ουζερί.
Εσείς οι ευλογημένοι του κόσμου ισώστε το κορμί στον ήλιο
τον δικό σας ήλιο. 

ΕΛΕΝΗ ΤΟΜΠΕΑ 

Ανθρώπου Προσευχή 

Προσκύνημα τα δυο μου χείλη θα αφήσω
Στου κορμιού σου τους άγιους τόπους θα συρθώ
Χωρίς αισχύνη, χωρίς αιδώ
Τo αμάρτημα της ψυχής μου θα προσθέσω
Σαν αγκάθι να τρυπά ό,τι ιερό

Και όταν γλυκός πόνος σε σκεπάσει
Όταν σαν έκπτωτος υιός θε να κρυφτείς
Με την αγνότητα της Εύας θα σε νίψω
Ανθρώπου δάκρυα
Η θεία προσευχή

 

 

 

 

 

 

 

 

Read 1574 times

Latest from apostaktirio team