Δευτέρα, 01 Νοεμβρίου 2021 17:50

Ο Αλέξανδρος Ακριτίδης συζητά με την Αριάδνη Πορφυρίου με αφορμή τα βιβλία της, «Ελλάμψεις» και «Ριζώματα» (Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ)

Written by
1305
Ο Αλέξανδρος Ακριτίδης συζητά με την Αριάδνη Πορφυρίου με αφορμή τα βιβλία της, «Ελλάμψεις» και «Ριζώματα» (Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ)

Ο Αλέξανδρος Ακριτίδης συζητά με την Αριάδνη Πορφυρίου, με αφορμή τις νέες της ποιητικές συλλογές «Ελλάμψεις» και «Ριζώματα»

(Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ) 

Κυρία Πορφυρίου, σάς καλωσορίζουμε στο Αποστακτήριο και ξεκινάμε αυτή τη συζήτηση με την δήλωση ότι μας εξέπληξε ευχάριστα το γεγονός ότι προχωρήσατε σε μια διπλή έκδοση μέσα στην ίδια χρονιά και μάλιστα σε μια περίοδο που το παρατεταμένο lockdown άλλους λογοτέχνες τους κατέστησε πιο αδρανείς. Πείτε μας δυο λόγια. 

H έκδοση της κάθε συλλογής είναι περίπου σαν μια εγκυμοσύνη. Αν όλα παν καλά, μετά από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα γεννιέται ένα παιδί, που η μητέρα το αναμένει με αγωνία και ελπίζει να είναι γερό. Και το αγαπά φυσικά όσο και τα επόμενα, χωρίς διακρίσεις. Οι Ελλάμψεις είχαν περάσει αυτή τη διαδικασία, όμως για πληθώρα λόγων είχαν εκδοθεί ηλεκτρονικά. Η γέννα είχε γίνει, αλλά η μητέρα ένιωθε ότι το παιδί έπρεπε να είναι ισότιμο με τα επόμενα. Έτσι, όταν κυοφορήθηκε το δεύτερο παιδί, τα Ριζώματα, ήταν μια ευκαιρία να γίνει η κίνηση της διπλής έκδοσης και των δυο συλλογών σε χαρτί, ώστε να υπάρχει ισοτιμία. Νομίζω ότι από την άποψη της τεχνοτροπίας φαίνεται ποιο είναι το πρώτο χρονικά παιδί και ποιο το δεύτερο. Σημασία όμως έχει να έχουν ίσες ευκαιρίες, ώστε να βαδίσουν τον δρόμο τους – που είναι να φτάσουν στις καρδιές των αναγνωστών, πάντα με ίσους όρους. Και με αυτή την ευκαιρία θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον εκδότη Ζώη Μπενάρδο, που έσκυψε με την ίδια αγάπη πάνω και από τις δύο συλλογές. 

Διαπιστώσαμε στα «Ριζώματα» μια σύνδεση με την αρχαία μας κληρονομιά, και κυρίως την μυθολογία, αλλά όχι μόνο. Υπάρχουν μνήμες ταξιδιών, υπάρχει έρωτας, φύση, θάλασσα, μυστήριο αλλά και ίσως ένας σιωπηλός διάλογος μεταξύ κάποιων ποιημάτων. Πείτε μας κάποια πράγματα γι’ αυτό το βιβλίο σας. 

Τα Ριζώματα είναι όντως όλα όσα προαναφέρατε. Η αρχαία κληρονομιά και η πρόσληψή της είναι ένα στοιχείο που υπάρχει σε πολλούς συγγραφείς, Έλληνες και μη, εδώ και αιώνες. Ένα από τα πιο τρανταχτά και επιτυχημένα παραδείγματα της συγκεκριμένης πρόσληψης στα νεοελληνικά γράμματα είναι ο Κώστας Βάρναλης – και όχι μόνον. Στέκομαι όμως στον Βάρναλη επειδή και αυτός, όπως κι εγώ, ήταν φιλόλογος. Για τους φιλολόγους η αρχαία κληρονομιά είναι πολλά περισσότερα απ’ ό,τι ίσως νομίζει ο κόσμος. Είναι η καθημερινότητα και η δουλειά μας, ταυτόχρονα όμως δεν θα ήμουν υπερβολική αν έλεγα ότι είναι ο αιώνιος έρωτας, ο αέρας που αναπνέουμε. Οι αρχαιογνωστικές αναφορές της συλλογής νομίζω ότι μπορούν να ενταχθούν σε αυτό το πλαίσιο, καθώς και στην σχέση μου με τη μυθολογία και την αρχαία κληρονομιά από τον οικογενειακό μου περίγυρο (άρα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου). Και είναι μια πρόκληση, εάν θέλετε, να δουλεύω ερευνητικά την πρόσληψη αρχαίων μοτίβων σε συγγραφείς από τον 5ο αι. ως και τον 20ο αι μ.Χ., και πάλι όμως, όταν έρχεται η ώρα της ατομικής έκφρασης, να γυρίζω στην ίδια πηγή με δίψα. Είναι μονόδρομος, αλλά φυσικά έχει και πολλά αγκάθια. Τα Ριζώματα γράφτηκαν από την άνοιξη του 2018 ως την άνοιξη του 2019. Γράφοντάς τα πρωτίστως μοιραζόμουν σκέψεις, εικόνες, λέξεις, σκιές, φιγούρες, αισθήσεις. Το παλιό μπλεκόταν με το σύγχρονο. Και βέβαια συνομιλούν μεταξύ τους κάποια ποιήματα της συλλογής, πώς θα μπορούσε άλλωστε να μην γίνεται αυτό; Τα τρία πρώτα ποιήματα («Πυρ», «Γυνή», «Θάλασσα») αποτελούν ξεκάθαρα μια τριλογία. Που ελπίζω να εκφράζει και άλλες γυναίκες, και άλλους ανθρώπους. Όμως σαφώς και υπάρχει εσωτερικός διάλογος ανάμεσα και σε άλλα ποιήματα. Επίσης υπάρχουν αλληγορίες, όπως το «Ρωμαϊκό» ή οι «Μύστες».  Όταν ένιωσα ότι έκλεισαν τον κύκλο τους τα ποιήματα των Ριζωμάτων συνειδητοποίησα ότι ως συλλογή προσπαθούν να οριοθετήσουν τα στοιχεία της δημιουργίας, αλλά και του εσωτερικού μου κόσμου. Η εμπεδόκλεια παράδοση των ριζωμάτων (γη, νερό, φωτιά, αέρας) φάνηκε να απηχείται σε αρκετά από τα κομμάτια της συλλογής, για αυτό και πήρε το συγκεκριμένο όνομα. Τα ριζώματα  έχουν το εξής χαρακτηριστικό, δεν χάνουν την ταυτότητά τους, δεν αλλοιώνονται, οι δε μεταξύ τους σχέσεις καθορίζονται από την φιλότητα (έλξη, συνένωση) και το νείκος, (έχθρα, διάσπαση, διάλυση). Κατά τη γνώμη μου, εκτός από το να είναι φιλοσοφικό, το μοτίβο περιγράφει την καλλιτεχνική πραγματικότητα πολλών ανθρώπων – και σίγουρα τη δική μου. 

Οι «Ελλάμψεις» περιέχουν ποιήματα περισσότερο υπαρξιακά, με συμπαντικά νοήματα και επίσης κάποια στοιχεία της μυθολογίας μας. Μου άρεσε η σύνδεση που, εντέχνως, πετύχατε των στοιχείων του αχανούς σύμπαντος με την ανθρώπινη ύπαρξη. Επίσης εδώ οι φόρμες είναι πιο λιτές αλλά με δυνατότερα, κατά την άποψή μου, μηνύματα. Τι είναι τελικά οι «Ελλάμψεις»; 

Οι Ελλάμψεις έχουν λιτότερη φόρμα επειδή είναι χρονικά προγενέστερες. Γράφτηκαν από το καλοκαίρι του 2017 ως την άνοιξη του 2018. Νομίζω ότι είναι θέμα εξέλιξης ύφους η διαφορά τους από τα Ριζώματα. Αυτό το διαπιστώνω εκ των υστέρων, φυσικά, όταν γράφουμε απλώς ο κόσμος μας περνά στο χαρτί. Για το εάν είναι δυνατότερα τα μηνύματα, δεν είμαι σίγουρη, μπορεί, είναι θέμα δέκτη αυτό και όχι πομπού. Είναι δεδομένο, βέβαια, ότι οι Ελλάμψεις έχουν ποιήματα σαν το «Κούροι ημιτελείς» ή «Το τέλος». Και τα δυο αυτά ποιήματα όσο τα διαβάζω νομίζω ότι απηχούν όχι μόνο την προσωπική μου καθημερινότητα, αλλά και την καθημερινότητα πολλών ατόμων της γενιάς μου, που προσπαθούν να ορθοποδήσουν στη χώρα μας χωρίς μέσα και άκρες, με όπλο τον προσωπικό τους αγώνα. Για παράδειγμα, πάλεψα χρόνια για τη επαγγελματική μου αποκατάσταση και είμαι μάλλον ο κανόνας παρά ή εξαίρεση σε αυτό. Στη ουσία, άρχισα να γράφω και εξαιτίας αυτών των δυσκολιών, και νομίζω αυτό φαίνεται στις Ελλάμψεις. Η συλλογή αντικρύζει τον αναγνώστη κατάματα, με θάρρος και ευαισθησία, εν πολλοίς όμως είναι και ένα έργο αγάπης και απουσίας. Τα δύο ποιήματα με τον τίτλο «Αριάδνη» συνομιλούν κι αυτά μεταξύ τους και με τον έρωτα, όμως έχουν και υπαρξιακή χροιά. Είναι ακριβώς η σύνδεση του αχανούς σύμπαντος και της ανθρώπινης ύπαρξης το ζητούμενο σε αυτά, αλλά και στους «Γαλαξίες», στην «Αστροβραδιά» και σε άλλα ποιήματα της συλλογής. Οι Ελλάμψεις είναι ένα καλειδοσκόπιο, δεν είναι μόνο τυχαίες αστραπές. 

Είναι μια ερώτηση που κάνουμε πάντα στους λογοτέχνες. Θεωρείτε ότι ο λογοτέχνης μέσα από το έργο του εκφράζει απαραιτήτως τις δικές του εμπειρίες ή μπορεί, να υποδυθεί έναν εντελώς ανεξάρτητο ρόλο και να θίξει ζητήματα που ενδεχομένως ανήκουν σε κάποια άλλη ομάδα ανθρώπων; 

Το ένα όχι μόνον δεν αναιρεί το άλλο, αλλά κατά τη γνώμη μου συλλειτουργούν. Σαφώς και ο κάθε καλλιτέχνης όταν αναμετράται με το χαρτί ή τις νότες ή το μάρμαρο εκφράζει τον εαυτό του, το υποκείμενο όμως δεν είναι σχεδόν ποτέ αποκομμένο από ένα ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Και πολλές φορές και υπερεθνικό. Ας θυμηθούμε τον Νικηφόρο Βρεττάκο που έλεγε πως ό,τι είναι ελληνικό είναι και παγκόσμιο. Πρέπει όμως να ξεκαθαρίσω και το εξής. Θεωρώ ότι η ποίηση και γενικά η τέχνη είναι όχι μόνο άμεσα συνδεδεμένη με την κοινωνία, αλλά και όπλο στα χέρια μας. Είναι βασικό στοιχείο των αγώνων, προσωπικών και συλλογικών – άρα είναι το από τα κομμάτια της ζωής που μάς τραβάνε μπροστά. Κι εδώ θα θυμηθώ τον Λόρκα, που ταύτιζε τον ποιητή με τον επαναστάτη. Το επαναλαμβάνω όμως, τα μετερίζια είναι και προσωπικά και συλλογικά. Βέβαια, το εάν οι προσωπικές μας εμπειρίες και οι κοινωνικοί και ευρύτεροι προβληματισμοί μας εκφράζονται με τρόπο τέτοιο, ώστε ως πομποί να αγκαλιάσουμε πολλούς δέκτες, και μάλιστα διαχρονικά, αυτό είναι το στοίχημα για κάθε καλλιτέχνη. Είναι κάτι πολύ δύσκολο και πολύ σπάνιο. Όμως οφείλουμε να είμαστε έτσι κι αλλιώς στις επάλξεις. Και όχι να είμαστε ποιητές της Κυριακής.

Ποια είναι τα γενικότερα μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσω της ποίησής σας; Τι είναι αυτό που θέλετε να μείνει στον αναγνώστη; 

Όταν γράφουμε η διαδικασία είναι αυτόματη. Εκφράζουμε τον ψυχισμό μας. Εκδίδουμε όμως όσα γράφουμε για να διαβαστούν. Αλλιώς θα τα κρατάγαμε στο συρτάρι. Η προσωπική μου επιθυμία είναι οι αναγνώστες να έχουν μια εμπειρία αισθητική σε πρώτη φάση. Να διαβάζουν κάτι όμορφο από άποψη γλώσσας κλπ. Όμως θέλω επίσης αυτό που διαβάζουν να μην είναι ένα ωραίο τίποτα. Να έχει κάτι να πει. Αυτό το κάτι σε κάποιο σημαντικό ποσοστό είναι αυτό που θέλει ο ποιητής, όμως φυσικά το έργο διανύει και μια αυτόνομη πορεία όταν εκδοθεί. Επομένως αυτό που θα εισπράξει ο αναγνώστης θα έχει εν πολλοίς τον ποιητή, θα έχει όμως και μια αυτονομία. Στόχος είναι να επικοινωνήσουμε με τους αναγνώστες. Να δουν τη σκέψη και την καρδιά μας. Χωρίς προσχήματα. Με ειλικρίνεια. Αυτό το ήθελαν ακόμη και ποιητές σαν τον Αναγνωστάκη, που έγραφε με την πλάτη γυρισμένη στον αναγνώστη. Είναι η επιθυμία όλων μας. Από κει και πέρα οι αναγνώστες θα κρίνουν το εάν και κατά πόσον θα αγγίξουν και ίσως επιβιώσουν κάποια από τα παιδιά μας, τα δημιουργήματά μας. 

Αρκετά συχνά λαμβάνουμε ποιητικές συλλογές που ακολουθούν πιστά το κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής, καθρεπτίζοντας τα όσα συμβαίνουν στο “σήμερα”. Υπάρχει κατάθλιψή, ανεργία, μετανάστευση, οικονομική δυσπραγία, πανδημία, έλλειψη συχνά διαφορετικής οπτικής γωνίας στα πράγματα. Στα δικά σας ποιήματα δεν διαπίστωσα κάτι τέτοιο και ειλικρινά ο λόγος σας έχει καταφέρει να μείνει αρκετά “ουδέτερος” κάτι που το καταλογίζω στα θετικά. Συμφωνείτε; 

Είχα να γράψω από την εφηβεία μου και άρχισα λίγο μετά τα 40 μου χρόνια να γράφω ξανά. Νομίζω ότι αυτή η διαδικασία προϋπέθετε έναν μεγάλο βαθμό αυτοεξερεύνησης και αυτογνωσίας. Κοιτάμε πρωτίστως μέσα μας. Φυσικά, επηρεαζόμαστε από ερεθίσματα. Τη μερίδα του λέοντος, όμως, έχει η απόπειρα να εξωτερικεύσουμε, να μοιραστούμε το μέσα μας. Το εάν αυτά τα στοιχεία επιλέγουμε να τα καταστήσουμε εύκολα ορατά ή όχι είναι μεγάλη κουβέντα. Ίσως για αυτό και να έμεινε e-book η πρωτόλεια συλλογή μου, το ΚΑΡΦΙ. Ως άτομο είμαι αμιγώς πολιτικοποιημένο, έχω γράψει και ενότητα ποιημάτων με τον τίτλο «Επαναστατών ιστορίες», που εκδόθηκε σε συλλογικό τόμο, θα επανεκδοθεί όμως επειδή συμπληρώνεται ακόμη. Και πάλι όμως, οι επαναστάτες μου, που αρχίζουν από τον Άγι και τον Κλεομένη και φθάνουν στον Ροβεσπιέρο και τον Steven Biko, ενέχουν την προσωπική μου ματιά. Και είναι επίκαιροι, επειδή είναι διαχρονικοί. Για να το πω αλλιώς, πάντα εντάσσω τα ερεθίσματα σε ένα προσωπικό όλον. Νομίζω επίσης ότι στα ποιήματα της συλλογής που κυοφορείται τώρα έχουν πιο ορατά κάποια από τα ερεθίσματα που αναφέρετε, όμως πάντοτε συνδυασμένα με διαβάσματα και εμπειρίες. Θα αναφερθώ στους «Ίκαρους της προσφυγιάς», που έχει εκδοθεί σε δίγλωσση ανθολογία, ελληνο-ουκρανική και θα περιληφθεί στην επόμενη συλλογή. Αλλά και σε σχέση με τις δυο συλλογές που έχουν κυκλοφορήσει δεν θα μιλούσα για ουδετερότητα σε καμιά περίπτωση. Επεξεργάζομαι και φιλτράρω. Αναφέρομαι στον Δον Κιχώτη και τον Μπρεχτ, για να θίξω σύγχρονα θέματα. Ενστικτωδώς νομίζω ότι ξεφεύγω από την εύκολη αναφορά στην επικαιρότητα – υπάρχει όμως συχνά το επίκαιρο με τρόπο υπόρρητο, ή και πιο ευθύ, όπως για παράδειγμα στο ποίημα «Ξωτικό», με σαφείς αναφορές στις πυρκαϊές που κάθε καλοκαίρι ερημώνουν τον τόπο μας. Και σίγουρα δεν γράφω ένα ποίημα την ημέρα, για να ανεβαίνει στα social media. Φιλοδοξία μου όμως είναι να σταθεί σε ό,τι γράφω ο ευαίσθητος και ευαισθητοποιημένος αναγνώστης. Η ποίηση είναι και θα είναι πράξη πολιτική.   

Είμαστε μια χώρα όπου διαβάζουν λίγοι και γράφουν πολλοί. Και έχοντας πλέον και την εμπειρία των Εκδόσεων παρατηρούμε ότι πολλοί ποιητές, παρόλο που αποτυπώνουν και παραθέτουν τα εσώψυχά τους, δεν διαβάζουν τους άλλους. Πλην βεβαίως ελάχιστων εξαιρέσεων. Αυτό πώς το εξηγείτε; 

Είναι μια πικρή αλήθεια αυτό που λέτε. Στη χώρα μας η ανάγνωση βιβλίων, και μάλιστα ποιοτικών, δυστυχώς ακόμη αφορά μικρή μερίδα του κόσμου. Κι αυτό μάς θλίβει όλους. Ο Νεοέλληνας έχει αντιφάσεις, μια από τις οποίες είναι αυτή που αναφέρατε, άλλη είναι ότι έχει αγωνιστεί για τη δημοκρατία, η καθημερινή του νοοτροπία όμως δεν είναι συνήθως πολύ δημοκρατική. Και για τα δύο οι λόγοι είναι αμιγώς ιστορικοί. Τα πράγματα περνάν από την οικογένεια και την παιδεία, και αυτόματα μεταφερόμαστε στην πολιτική μας ιστορία. Ο αναγνώστης είναι πάντα σκεπτόμενος. Το κράτος σπάνια ενισχύει μια έκφραση μη κατευθυνόμενη και στην Ελλάδα δυστυχώς  η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν έχει ακόμη κατορθώσει να ξεπεράσει είτε τον ελιτισμό είτε την παροχή εύκολου αναγνώσματος, που την ουσία συνιστά παραλογοτεχνία. Ως εκπαιδευτικός παλεύω δεκαετίες για να βελτιωθεί αυτή η κατάσταση. Ως δημιουργός θλίβομαι και οργίζομαι. Χάνουμε τόσα που δεν γνωρίζουμε είτε δεν γνωρίζουμε σωστά τους κλασικούς και τη σύγχρονη λογοτεχνία. Πρέπει να σταματήσει κάποτε αυτό. 

Από την δική μου εμπειρία στην ποίηση έχω διαπιστώσει ότι συνεχίζει να διατηρείται εμμέσως μια άτυπη “διαμάχη” ανάμεσα στoν έμμετρο στίχο, που προέρχεται από την Επτανησιακή σχολή και στον ελεύθερο στίχο της γενιάς του ΄30. Εσείς με ποια ποιητική μορφή μπορείτε να εκφραστείτε καλύτερα και τι έχετε να πείτε γι’ αυτό το ζήτημα; 

Νομίζω ότι ο έμμετρος στίχος είναι στην καθημερινότητα όλων μας. Οι Έλληνες, παρά το ότι δεν διαβάζουν, συνθέτουν εύκολα στιχάκια. Και ακούν τραγούδια, όχι πάντοτε βέβαια ποιοτικά. Στο σχολείο, όσο διδάσκεται η ποίηση, έμφαση δίνεται συνήθως στην έμμετρη. Υπάρχουν δύο ζητήματα όμως. Πρώτον, το ότι το κάθε στιχάκι δεν είναι αξιόλογη έμμετρη ποίηση. Οι ρίμες που τονίζονται στη λήγουσα, για παράδειγμα, λίγη σχέση έχουν με τα σονέτα του Λορέντζου Μαβίλη ή τις ρίμες του Βάρναλη. Είναι δύσκολη η πλούσια, επιτυχημένη ρίμα. Το δεύτερο και σημαντικότερο ζήτημα, όμως, είναι η έκφραση του τι αισθάνεται ο δημιουργός. Ακριβώς λόγω της δυσκολίας της η ρίμα συχνά δεσμεύει. Αυτό έγινε διεθνώς κατανοητό μέσα στον 20 αιώνα. Ο ελεύθερος στίχος απελευθέρωσε την ποιητική έκφραση. Όμως ο σωστός ελεύθερος στίχος οφείλει να έχει μουσικότητα, και δυστυχώς αυτό είναι σπάνιο, πράγμα που δίνει την ευκαιρία σε πολλούς να αναπολούν τη μουσικότητα του έμμετρου ποιήματος. Κι αυτό σε μια εποχή που διεθνώς έχουν πλησιάσει πολύ τα όρια του ποιήματος και του πεζού. Προσωπικά συντάσσομαι με την ελευθερία, που όμως είναι όμορφη ηχητικά. Γράφω πολύ εύκολα σε ομοιοκατάληκτο στίχο, δεν είμαι όμως εγώ εκατό τοις εκατό στο αποτέλεσμα, με τον τρόπο που είμαι όταν γράφω σε ελεύθερο. Για αυτό και είναι ανέκδοτες οι έμμετρες απόπειρές μου, που τις θεωρώ περισσότερο στίχους τραγουδιών. Από κει και πέρα, με θλίβει η έλλειψη μουσικότητας σε πάρα πολλά σύγχρονα ποιήματα ελεύθερου στίχου. Θεωρώ ότι ο δεκαπεντασύλλαβος του δημοτικού τραγουδιού είναι ανομοιοκατάληκτος, αλλά μάς διδάσκει μουσικότητα. Ας εμπνευστούμε από αυτόν, είναι μια καλή αρχή. Και στη συνέχεια ας διαβάσουμε ποιητές με μουσικότητα. 

Είστε μια έμπειρη ποιήτρια και με αρκετές σπουδές και διακρίσεις. Ποια είναι η εμπειρία σας από αυτά που διαβάζετε; Υπάρχει καλό επίπεδο στην σύγχρονη ελληνική ποίηση; 

Στην ουσία είμαι σχετικά νέα στον χώρο της ποίησης και παλιά στον χώρο της φιλολογίας, της έρευνας και της εκπαίδευσης. Αρα νομίζω ότι θα μιλήσω ως ενεργή ερευνήτρια φιλόλογος. Αυτό που προσλαμβάνω ως αναγνώστης από τη σύγχρονη ελληνική ποίηση είναι κατ’ αρχάς μια μετριότητα. Είναι όντως δύσκολο να ξεφύγει κανείς από αυτή, το κατανοώ, είναι θέμα διεθνές και όχι ελληνικό. Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα, εάν υπολογίσουμε και την ποιητική μας παράδοση, όσοι το έχουν κατορθώσει δεν είναι πολλοί. Το δεύτερο που προσλαμβάνω είναι επίσης δυστυχώς μια απόπειρα μίμησης μεγάλων ονομάτων της νεοελληνικής ποίησης του 20ου αιώνα. Αυτό είναι χειρότερο του πρώτου και νομίζω ότι είναι η μάστιγα των σύγχρονων ποιητικών μας πραγμάτων. Ο ποιητής πρέπει να είναι τολμηρός και πρωτότυπος. Άλλο η επιρροή, άλλο η μίμηση. Από κει και πέρα, δεν έχει νόημα ως δημιουργοί να κοιτάμε τα πόδια μας σαν τα παγώνια ή να ψάχνουμε μόνο όμορφες λέξεις. Οφείλουμε να αγωνιζόμαστε, να πονάμε και να δημιουργούμε. Με θάρρος και πίκρα. Αρα η απάντηση είναι ότι το επίπεδο δεν είναι όσο καλό θα έπρεπε, με βάση το τι έχουμε πίσω μας. Ίσως να είναι βαριά η σκυτάλη, ίσως να θέλει περισσότερη τόλμη και γενναιότητα. 

Ποιοι μεγάλοι ποιητές έχουν αγγίξει την ψυχή σας ή αν υπάρχει κάποιος της σύγχρονης εποχής που θεωρείτε ότι αξίζει να αναφέρετε. 

Σπούδασα φιλολογία και όχι την άλλη μου μεγάλη αγάπη, την ιστορία, λόγω του Ομήρου, του Αισχύλου και του Ευριπίδη. Στην πορεία αγάπησα την αρχαία ελληνική ποίηση στο σύνολό της. Από κει και πέρα, ποίηση διάβαζα και διαβάζω επί χρόνια και όχι μόνον ελληνική. Ο Σαίξπηρ, ο Ουγκώ, ο Ρεμπώ, ο Μαγιακόφσκι, ο Νερούδα, ο Σολωμός, ο Καβάφης, ο Βάρναλης, ο Ρίτσος, ο Σαραντάρης, ο Αναγνωστάκης, ο Κατσαρός με συντρόφευσαν σε δυσκολίες για χρόνια, κάνοντας αυτό που λέτε, αλώνοντας την ψυχή μου. Και δεν είναι οι μόνοι, φυσικά. Από ζώντες Έλληνες ποιητές θα αναφέρω τους Γιώργο Δάγλα, Γιάννη Φιλιππάκη και Περίανδρο Παπανικολάου ως πηγές έμπνευσης, αισθητικής απόλαυσης και προβληματισμού. Θα σταθώ επίσης στον νεότερο όλων μας Ευάγγελο Ρ. Ρουσσάκη. Οι παραπάνω είναι συνοδοιπόροι και συναγωνιστές, είναι τροβαδούροι που το -κατά τη γνώμη μου- όμορφο και ασυμβίβαστο τραγούδι τους ηχεί στα αυτιά μου. 

Απευθυνόμενη σε κάθε πολίτη όλων των ηλικιών, θέλετε να του πείτε γιατί θα πρέπει να διαβάζει και τι θα κερδίσει από τη διαδικασία της ανάγνωσης; 

Αυτή είναι η πιο εύκολη ερώτηση. Έχει να κερδίσει τον κόσμο όλο! Θα βαδίσει μονοπάτια περιπέτειας και αυτογνωσίας, θα καταστεί σοφότερος και πιο ευαισθητοποιημένος. Θα ζήσει μοναξιά και επικοινωνία, φρίκη και αγαλλίαση, θα αλλάξει η ζωή του. Όπως άλλαξε και συνεχίζει να αλλάζει η ζωή όλων μας. Ο δρόμος δεν είναι πάντα εύκολος, είναι όμως πλούσιος σε αισθήματα και εμπειρίες. Διαμορφωνόμαστε από όσα διαβάζουμε, βαθαίνουμε, ωριμάζουμε, ξυπνάμε. Και ειδικά σε σχέση με την ποίηση, νομίζω ότι, αν και η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως αντιποιητική, εν τούτοις το αναγνωστικό κέρδος ποιημάτων αρχαίων και σύγχρονων είναι ανυπολόγιστο.    

Σας ευχαριστούμε για τις απαντήσεις σας και για τον χρόνο σας και σας ευχόμαστε καλή - δημιουργική συνέχεια. 

Για το apostaktirio.gr,
Αλέξανδρος Ακριτίδης
Συγγραφέας – Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών   

Δείγμα γραφής:  

ΞΩΤΙΚΟ 

Δεν γίνεται να καταβροχθίσουμε την άσφαλτο.
Μόνο το καύμα τυφλώνει.
Η ερημιά της σκέψης.
Σήκωσε αέρα απόψε.
Η πυρκαγιά ήδη λυσσομανάει.
Αλλά τι να σού κάνει ο άνεμος;
Εγκλωβίστηκε κι αυτός
σα να ’ταν ξωτικό αθόρυβο
με σφαλιστά τα χείλη.
Μια μαύρη αυλαία κρύβει τις φλόγες, όσο εσύ
εγκλωβισμένος στη δίνη των πρόσκαιρων
γεμίζεις απόσταση.
Πόσο ρηχά, αλήθεια…
Ακούω σκιές να περπατούν στις μύτες
γελώντας ειρωνικά
πριν καν στέρξεις να μ’ αγγίξεις
πριν βρεις το μονοπάτι.
Σφυριά στο κεφάλι μου.
Χωρίς χάρτη, μόνο με μοναξιά κι οργή,
τι θα γράψεις, ξωτικό;
Ποια ιστορία; 
 

Αριάδνη Πορφυρίου, Ελλάμψεις, Εκδόσεις Δρόμων 2020 

ΠΟΙΗΤΙΚΗ 

Τα φωνήεντα μετέωρα σαν σύννεφα
απ' το στενό αυλάκι της σκέψης
στις ανοιχτές πεδιάδες των ονείρων.
Στίχοι σαν καταρράκτες σιωπηλοί
γεμίζουν τους ξεροπόταμους της μοναξιάς.
Μνήμες από λύρες και αυλούς
και κύκλιους χορούς μπρος στη θυμέλη.
Τα στεφάνια μαραίνονται τόσο εύκολα
όσο σκιρτά η καρδιά των ποιητών
που ακόμη και στα μέγαρα
λαχταράν ένα καμαράκι δροσιά.
Στον κόσμο τους είναι πάντα νύχτα
που όμως τη φωτίζουν πυροφάνια.
Η πένα πάντα αδυσώπητη καιροφυλακτεί
όμως το άγγιγμα των λέξεων και των δαχτύλων
φέρνει μαζί του μια σταγόνα ουρανό
για αυτόν που πολεμάμε τυφλοί
μες στη χαρά της ήττας. 
 

Αριάδνη Πορυφίου, Ριζώματα, Εκδόσεις Δρόμων 2020. 

Η Αριάδνη Πορφυρίου (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Χριστίνας-Παναγιώτας Μανωλέα) γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο University College London, απ’ όπου αναγορεύτηκε Διδάκτωρ το 2002. Είναι Λέκτωρ Ελληνικής Φιλολογίας στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ). Δίδαξε στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ) από το 2004 έως το 2020. Έχει επίσης διδάξει στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστήμιο Πατρών και στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Η ενασχόλησή της με τη φιλολογία και η διδασκαλία της την οδήγησαν σε μονοπάτια λογοτεχνικά. Έχει εκδώσει σε ηλεκτρονική μορφή (e-books) δύο ποιητικές συλλογές (“ΚΑΡΦΙ”- 2017, “Ελλάμψεις” – 2018) στα 24 Γράμματα. Οι “Ελλάμψεις” κυκλοφόρησαν σε έντυπη μορφή το 2020 από τις Εκδόσεις Δρόμων. Το 2020 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Δρόμων και η τρίτη ποιητική συλλογή της, ταΡιζώματα”. Ποιήματα από το “ΚΑΡΦΙ” έχουν δημοσιευθεί στο “Ημερολόγιο 2018” των Αιολικών Γραμμάτων (επιμέλεια Κώστα Βαλέτα). Το e-book “Ελλάμψεις” έλαβε Α΄ Βραβείο Ποιητικής Συλλογής του 2018 από το λογοτεχνικό περιοδικό “ΚΕΦΑΛΟΣ”. Το 2019 το ποίημα “Το αίνιγμα της ζωής” πήρε το Α΄ Βραβείο στον ετήσιο διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (ΠΕΛ). Έχει επίσης πάρει Γ΄ βραβείο ποίησης από την Αμφικτυονία Ελληνισμού (2018 και 2019), Α΄ έπαινο σε διαγωνισμούς της Βιβλιοθήκης Σπάρτου και του Σωματείου “Αθλέπολις” (2019), καθώς και τιμητικές διακρίσεις στον Β΄ Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό του λογοτεχνικού περιοδικού “ΚΕΦΑΛΟΣ” (2019). Η ενότητα ποιημάτων “Επαναστατών Ιστορίες” δημοσιεύτηκε στην 5η Ομαδική Ποιητική Συλλογή των Εκδόσεων Διάνυσμα (2018), ενώ η συγγραφέας έχει συμμετάσχει στο “Ο Χρόνος και ο Λόγος” (2018 – free e-book), το “Συνομιλώντας με τον Arthur Rimbaud”(2020 – Εκδόσεις Όστρια), το “Συνομιλώντας με την Κατερίνα Γώγου” (2020 – Εκδόσεις Όστρια) και άλλα συλλογικά έργα. Είναι Γενική Γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (ΠΕΛ).

 

 

Read 1305 times

Latest from Super User