Παρασκευή, 03 Μαϊος 2019 15:43

ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΙΣ «ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ» ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ / ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΙ

Written by
1383
ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΙΣ «ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ» ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ / ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΙ

ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΙΣ «ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ» ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΙ

"Αφιερωμένη η κριτική αυτή στον δάσκαλο ζωής και οραματιστή συγγραφέα Διαμαντή Φλωράκη που απεβίωσε στα μέσα Ιούλη του 2018 και αποτεφρώθηκε στη Βουλγαρία λίγες μέρες μετά, ώστε κανείς μαθητής του να μη τον νεκροφιλήσει σε άναρχη γη παρά στης θάλασσας τις τέφρες..."

Οι «γυναίκες της θάλασσας» από τις εκδόσεις «το Ανώνυμο Βιβλίο» είναι το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα Κου Στάθη Αντωνίου σε εικαστικά του Κου Γιώργου Καλτσά που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2018.

Το βιβλίο διαπραγματεύεται τη ζωντανή παράδοση 2000 ετών των δυτών Άμα στην Ιαπωνία –ένα παμψηφεί γυναικείο επάγγελμα, και πως η παράδοση αυτή επαναπροσδιορίζεται σε νέες συντεταγμένες στο αστικό πλέον τοπίο, όταν ο πόνος της «απώλειας» ενός αγαπημένου προσώπου επιβάλει τη ριζική αλλαγή στη ζωή μιας σύγχρονης Άμα που μεταναστεύει από γυναίκα της θάλασσας σε γυναίκα τεχνητού ενυδρείου καταδύσεων.

Οι Άμα στις καταδύσεις συνέλεγαν το φαγητό της ημέρας, αλλά και το δυσεύρετο «αυτί της θάλασσας» ένα οστρακοειδές που μπορεί να φθάσει τα 2 κιλά και την ηλικία των 30 ετών και που προοριζόταν για το τραπέζι του αυτοκράτορα. Η σπανιότητα όμως των πόρων, αλλά και η δυσκολία της εύρεσης τροφής στον βυθό απαιτούσε από τις Άμα να επιδείξουν μια τέλεια ισορροπία θυμικού, λογικού και σώματος και αυτό το τρίγωνο ψυχικής εκγύμνασης φρόντιζε να εποπτεύει η μέντορας Άμα, που όταν από τρίγωνο γινόταν κύκλος άγχους απέτρεπε τη μαθητευόμενη από το να καταδυθεί στα δίχτυα του θανάτου. Με άλλα λόγια η δασκάλα Άμα επικεντρωνόταν να διοχετεύσει όλο το μεράκι και την εμπειρία των καταδύσεων στη νεώτερη Άμα που επέλεγε άπαξ και διαπαντός σε μία δια βίου σχέση ζωής και θανάτου. Σε αυτόν τον άξονα κινείται η λογική του βιβλίου και αυτή η σχέση δασκάλου-μαθητή εκθειάζει ο συγγραφέας.

Ο Στάθης Αντωνίου, επιλέγει στην πρώτη του απόπειρα να διαπραγματευτεί ένα κοινωνικό περιβάλλον εξωτικό για το ελληνικό κοινό, όπως αυτό που διαδραματίζεται σε κάποια παραθαλάσσια ακτή της Ιαπωνίας. Το μόνο κοινό του ελληνικού κόσμου με τον Ιαπωνικό- πέραν της αρχαιότητας και των δύο λαών - είναι η ύπαρξη της παράδοσης της Μετάβασης ή ενηλικίωσης, δηλαδή την ψυχική εκγύμναση και προετοιμασία του άπειρου ατόμου από το έμπειρο, ώστε να αντιμετωπίσουν συλλογικά τον φόβο του θανάτου. Στο μυαλό μου έρχεται ο Πλάτων που όταν ασχολήθηκε με τη διαμόρφωση της Ηθικής ως στάση ζωής διατύπωσε συνοπτικά την ιδέα ότι πρέπει να περάσουμε τη ζωή μας «παίζοντας» στη θυσία, στο τραγούδι και στον χορό. Στο βιβλίο του Στάθη Αντωνίου, ο χορός είναι οι ρυθμικές κινήσεις του δύτη, το τραγούδι είναι το «ξαφνικά ένα ζευγάρι βατραχοπέδιλα» που «βρυχάται σιωπηλά προς τον ουρανό». Και η θυσία φαίνεται στα λόγια της δασκάλας Κόισο προς τη νεαρή Ματσούμι «αν μια μέρα δε βγω από τη θάλασσα να μη με αναζητήσεις». Και ο τρομερός φόβος του θανάτου με τον πόνο και την αγωνία, γίνεται στα χέρια του Στάθη Αντωνίου ένα παιχνίδισμα του νερού και μία ήρεμη κατάδυση μέσα σε όλους του χρωματισμούς του μπλε κυανό με πρόσχημα την εύρεση τροφής για το ζειν, αλλά πάνω απ’ όλα εύρεση νοήματος για την ψυχή: την επιμονή στο συνετό ζειν.

Ο Στάθης Αντωνίου με γραφή ισοζυγισμένη αφαιρετική αρκείται μόνο στα βασικά της περιγραφής. Με χρήση γ’ ενικό προσώπου, με διαλογικά «παρένθετα» των Άμα, αλλά και ενεστωτικό καθεστώς διήγησης δημιουργεί ένα ζεστό συναίσθημα στην κοιλία και έναν απαλό παλμό με τις καθημερινές περιγραφές της απλότητας. Η γλώσσα του είναι το κονδύλι της θάλασσας που και αυτό προορίζεται για τις αυτοκρατορικές μας επιθυμίες.

Αν και ο συγγραφέας ζει στην πολύβουη πόλη Αθήνα, αυτό το τερατούργημα κάθετων γραμμών και τεράστιων όγκων μπετόν, ο ίδιος ερημητεί μεταξύ μαθηματικών και λογοτεχνίας και ορίζει έναν νέο χώρο κοσμοθεωρίας απογυμνωμένο από τη γλώσσα του συρμού και του τετριμμένου εγωκεντρισμού, με απάρνηση όμως και της στείρας τετράγωνης λογικής. Μας εισάγει αντιθέτως στην τέλεια σφαίρα μιας καθαρής λογικής δίχως απωθημένα, δίχως μίση, δίχως προσωπικές σκοπιμότητες. Με γνώση πως η αρχαία γραφή και λογική μπορεί να διαφέρει από εποχή σε εποχή. Εκείνος απεκδύεται της γλώσσας του και εμβαπτίζεται στην Ιαπωνική φιλοσοφία μεταφρασμένη στην ελληνική εκδοχή της υπερ-απλούστευσης, διότι το άριστο πάντα προτιμά να κατοικεί στην απλότητα λόγου.

Οι άνθρωποι των πόλεων -της δύσης- έχουν εντρυφήσει στη σχέση δασκάλου-μαθητή ως υποχρεωτική μάθηση με κρατικό παρεμβατισμό. Για τον Στάθη Αντωνίου αυτό είναι προσωπική επιλογή υπό την παρέμβαση του ισχυρού κράτους της φύσης-της ανατολής. Η δολιότητα, ο ωχαδερφισμός, η αδιαφορία και ο ωφελιμισμός, μα και η κατάρρευση της φύσης από τον παραλογισμό του ανθρώπου είναι το αλεξίσφαιρο «ενυδρείο» όπου μέσα το έμπειρο ψάρι τρώει το άπειρο μικρό κι όλος ο κόσμος ασφυκτιά χειροκροτώντας σε μία κατάδυση στο άπειρο δίχως πάτο. Ο Στάθης Αντωνίου εναντιώνεται ως ήρεμη δύναμη και προβάλλει αυτό που ακριβώς λείπει στους εφήμερους ρυθμούς ζωής μας. Το ήθος και ένας καλός σκοπός ύπαρξης λουσμένος στο καθαρό φως του ηλίου, όταν αυτός διαθλάται στα πρώτα χρώματα αξιών όπως η αμοιβαία αγάπη, ο σεβασμός στις επιλογές μας, στην ιεροτελεστία εύρεσης τροφής και στη μη διασπάθιση του φυσικού πλούτου, είναι οι θέσεις που υπερασπίζεται.

Βέβαια ελλοχεύει και το φιλοσοφικό υπόβαθρο που ξεσκεπάζει τη ματαιότητα ετούτου του κόσμου κι όπως προδίδει και ο ίδιος ο συγγραφές υπόκωφα με τη φράση «γύρω της τα βράχια λειαίνονται σε πέτρες μέχρι τελικά να εκφυλιστούν τελικά σε κόκκους.» αφού γνωρίζει καλά ότι παρόλο που θα εκγυμνάσεις τον νου, τη ψυχή και το σώμα για να ακροβατήσεις στα μεγάλα βάθη της θάλασσας και να ξαναβγείς στην επιφάνεια της θάλασσας ακέραιος νικητής, ελλοχεύει βέβαια η αλλοίωση των πάντων από τον χρόνο. Ο νέος γίνεται με τη σειρά του ώριμος και ύστερα γέρος και ύστερα κόκκος άμμου και ο θάνατος γίνεται πάλι ζωή δια της ζωντανής παράδοσης που αφήνει ο δάσκαλος στον μαθητή προκειμένου ο δεύτερος να γίνει ότι ήταν ο πρώτος: ικανός δάσκαλος που θα εμφυσήσει ζωή και ελπίδα σε ένα αγαπημένο πρόσωπο.

Ο Στάθης Αντωνίου στο πρώτο του βιβλίο επιλέγει να μιλήσει σε τρίτο πρόσωπο και λυρική υπεραπλουστευμένη γλώσσα. Δημιουργεί αυτόν τον θετικό παλμό του Π που έχει σπουδάσει ως μαθηματική διάνοια εκκολαπτόμενη από τον λογοτεχνικό οίστρο που για τον Στάθη Αντωνίου διυλίζεται αργά υπομονετικά με ήθος και μετριοφροσύνη μέσα από την πένα του. Βέβαια απογοητεύει το σύντομο τέλος και ο αναγνώστης θα ήθελε περισσότερη δόση από αυτό το μικρό σακκέ που κρύβει στις λίγες σελίδες του βιβλίου «οι γυναίκες της θάλασσας».

Αν ο Στάθης Αντωνίου καταλάβει το βαρύ τίμημα που κουβαλά θα μας προσφέρει μεγάλο πλήθος έργων με τους μικρούς παλμούς της ισοζυγισμένης χαράς και έτσι μελλοντικά θα μπορούμε να μιλήσουμε για τη δική του παράδοση στα ελληνικά γράμματα. Ο Στάθης Αντωνίου είναι αυτό που λείπει από τη λογοτεχνική κοινότητα, ένας συγγραφέας μα πάνω από όλα ένας άνθρωπος αξιών, σταθερότητας και οράματος. Είναι σεβάσμια παρουσία με απεριόριστη δύναμη που στα χέρια του θα γίνει κοράλλι και όστρακο που θα διακοσμήσει σεμνά τις μέρες και τις ζωές που πέρασαν στη εκλεπτυσμένη λειψανοθήκη της διανόησης. Διότι γραφή είναι νεκρή αναπαράσταση των παρελθοντικών ζωών, που μπορούν όμως να διαμορφώσουν τη μέλλουσα ζωή μας.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, ο Στάθης Αντωνίου φέρνει την πρωταγωνίστρια Ματσούμι στην σύγχρονη πόλη, ύστερα από τον χαμό της δασκάλας της Κόισο. Εδώ, η παράδοση εκφυλίζεται σε λογικά πλαίσια από τη συμβολή της μαθήτριας που πονά τον πρόωρο χαμό της δασκάλας. «Η Ματσούμι θέλει να τρέξει να της πει για τις όμορφες στιγμές που μπορούν ακόμα να ζήσουν» ως άρνηση στον θάνατο από επιλογή πλέον διδάσκει κατάδυση μέσα σε ένα τεχνητό ενυδρείο και αυτή τη φορά αγαπημένος μαθητής θα είναι ένα αγοράκι που ζητά να γαλουχηθεί την Αρχαία τέχνη των Άμα, ως κατάχρηση στην μητροπαράδοτη αφύπνιση.

Στην Αρχαία Ιαπωνία ή ιαπωνιστί Νιχόν ή Νιππόν, αλλά και στην Αρχαία Ελλάδα υπήρχαν απόψεις που ήθελαν τον άνθρωπο που δεν είναι πλέον ικανός να περνά στον θάνατο με κοινή συναίνεση της κοινωνίας, έτσι όπως εκφράστηκε στην Αρχαία Σπάρτη και το πέταγμα των χωλών στον Καιάδα, αλλά και με τους θανάτους των φτωχών σφουγγαράδων που όντας αδύναμοι σωματικά συνέχιζαν αυτό το επάγγελμα μέχρι τον πρόωρο θάνατό τους. Κάτι αντίστοιχο εκφράζεται μέσα από την Κόισο η οποία αν και ηλικιωμένη δεν επιθυμεί να σταματήσει την τέχνη των Άμα για να διάγει ειρηνικά και ήσυχα τον υπόλοιπο βίο της μακριά από τη θάλασσα, αλλά επιθυμεί συνειδητά και παρουσία των συνοδοιπόρων Άμα να πορευτεί στον ήρεμο θάνατο που προσφέρει ένας εσκεμμένα λανθασμένος χειρισμό στα 25 μέτρα υπό την επιφάνεια της θάλασσας. Αυτό όμως δεν είναι στάση ζωής και ίσως ο Στάθης Αντωνίου να συμμερίζεται έναν εκφυλισμό μιας ακλόνητης παράδοσης, υπό την έννοια ότι η προσαρμογή μέσα στο ασφυκτικό αστικό περιβάλλον να επιβάλλει στους ανθρώπους να γίνουν ικανότατοι δύτες ώστε να διαχωρίζουν το πολύτιμο «αυτί της θάλασσας» από το ταπεινό στρείδι και πάντα να έχουν σύνεση κι όχι απληστία, όταν ψαλιδίζουν τα σπάνια βλαστώματα της θάλασσας, κι όπως παραδέχεται ο συγγραφέας:

«δουλειά των Αμα είναι να κλαδεύουν τον βυθό χωρίς ποτέ να παίρνουν παραπάνω από αυτό που μπορεί να δώσει η θάλασσα».

Τέλος, ο Στάθης Αντωνίου σε συνεργασία με στον εικαστικό Γιώργο Καλτσά δείχνει και το βαθμό σεβασμού για τον συνδημιουργό του περιορίζοντας σημαντικά την έκταση του λόγου, ώστε να μην αδικήσει την εικόνα. Ωστόσο, μία εικόνα δεν ισούται απαραίτητα με χίλιες λέξεις, αλλά εν προκειμένου θα προτιμούσαμε μία περισσότερη επένδυση στο λεκτικό απείκασμα του Στάθη Αντωνίου.

Το βιβλίο είναι μία καλή πρόταση αγοράς και ανταποκρίνεται σε στενό και ευρύ αναγνωστικό κοινό συνάμα. Η ερμηνεία επαφίεται στο αναγνωστικό κοινό. Μπορεί να χαρακτηριστεί και εύκολο και δύσκολο βιβλίο. Η εικόνα συντροφεύει σε πλήρη εναρμόνιση με το κείμενο.

 

Read 1383 times

Latest from Super User