Τρίτη, 19 Μαρτίου 2013 22:11

"8 χρόνια χωρίς το Σταύρο Κουγιουμτζή" του Δημήτρη Παυλακούδη

Written by
2183

8 χρόνια χωρίς το ΣΤΑΥΡΟ ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΖΗ

Το λυρικό,τον ευαίσθητο,το λαϊκό της προσφυγιάς και της Θεσσαλονίκης!

 

Θα ταν 12 του Μάρτη μας τραγουδά σ ένα μελωδικότατο τραγούδι της η Χαρούλα Αλεξίου...Και δυστυχώς οι πιο πολλοί θυμούνται στα τραγούδια μόνο τον ερμηνευτή...Ποιος έγραψε τη μουσική ; Ποιος το γέννησε ; Ελάχιστοι νοιάζονται...κι όμως 12 Μάρτη έφυγε για τους αιώνιους φίλους του , τα πουλιά, ο συνθέτης όχι μόνο αυτού αλλά και εκατοντάδων άλλων τραγουδιών που μας ταξίδεψαν , ο δικός μας , ο Σαλονικιός , ο ονειροπόλος , ο ατόφιος , ο κυρ- Σταύρος της Καλαμαριάς , ο Σταυράκης της Απάνω Πόλης ....ο Σταύρος Κουγιουμτζής . Αντιστασιακός στην πράξη , ασυμβίβαστος και αντισυστημικός....με κάθε είδους έννοια ,προσφυγόπουλο και πρόσφυγας μια ολόκληρη ζωή στην Αθήνα ...ο Σταύρος Κουγιουμτζής δίδαξε πολιτισμό , μελωδικότητα και γνήσια συναισθήματα., γι αυτό ως ελάχιστο φόρο τιμής ας διδάξουμε κι εμείς σε όσους δεν τον ξέρουν και πολύ καλά λίγα πράγματα για κείνον....


Ο Σταύρος Κουγιουμτζής είχε γεννηθεί το 1932 στη Θεσσαλονίκη, σ' έναν προσφυγικό καταυλισμό κοντά στο Γεντί Κουλέ. Τα πρώτα τραγούδια που άκουσε και αγάπησε ήταν αυτά που έφεραν οι πρόσφυγες μαζί τους. Το σμυρνέικο κι αργότερα το λαϊκό πότισαν τις πρώτες αναμνήσεις του. «Στην εποχή μου δεν υπήρχαν μόνο φτωχοί, υπήρχαν και «υπόφτωχοι». Σ' αυτήν την κατηγορία ανήκα», έλεγε κάποτε ο ίδιος. Κι όμως, παρά τις συνθήκες πενίας, η μάνα του, καπνεργάτρια, όταν εκείνος είναι 5 ετών, του χαρίζει ένα γραμμόφωνο και μερικές πλάκες. «Φαίνεται», εξηγούσε ο ίδιος, «πως κάτι είδε σε εμένα και την κέντρισε...».


Το μουσικό του παράθυρο ανοίγει για να μπουν οι μουσικές του Βαμβακάρη και του Τσιτσάνη πρώτα και αργότερα των μεγάλων κλασικών. Στα 15, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, γοητευμένος από τον ήχο του πιάνου που άκουσε πίσω από ένα κλειστό παράθυρο στην οδό Παύλου Μελά, γράφεται στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, μελετά πιάνο με τον Τώνη Γεωργίου και παίρνει πτυχίο αρμονίας, αντίστιξης και φούγκας με τον Σόλωνα Μιχαηλίδη. Αργότερα, στην Αθήνα πια, θα συμπληρώσει τις σπουδές του κάνοντας μαθήματα σύγχρονης μουσικής με τον Γιάννη Ανδρέου-Παπαϊωάννου.


«Δεν ήταν δυνατόν όταν αγαπούσα τον Τσιτσάνη να μην αγαπήσω και τον Μπαχ», έλεγε σε μια συνέντευξή του. Ούτε όμως και το αντίστροφο. Διότι παρότι στο ωδείο η λαϊκή μουσική ήταν απαγορευμένη, «σαν χολέρα ήτανε», ο νεαρός σπουδαστής δεν σταματά να ακούει λαϊκά και αρχοντορεμπέτικα. Από το 1952, για λόγους βιοπορισμού, αρχίζει να εργάζεται ως πιανίστας σε διάφορα νυχτερινά κέντρα της Θεσσαλονίκης.


Το 1960 γράφει σε δικούς του στίχους το πρώτο του τραγούδι, «Το Περιστεράκι», που το τραγουδά η Ζωίτσα Κουρούκλη. Οταν το ακούει ο (προ «Λύρας» ακόμα) Αλέκος Πατσιφάς, του λέει να γράψει λαϊκά τραγούδια. Κι αυτό ακριβώς κάνει: τα δύο πρώτα λαϊκά τραγούδια του, με δικούς του στίχους και πάλι, γίνονται αμέσως επιτυχίες. Ηταν το «Αν δεις στον ύπνο σου ερημιά», που το τραγουδά ο Μανώλης Καναρίδης και το «Μη μου θυμώνεις μάτια μου» που το λέει ο Γιάννης Πουλόπουλος.


Το 1967 ο Σταύρος Κουγιουμτζής αποφασίζει να κατεβεί στην Αθήνα. Ετσι αρχίζει η μεγάλη του συνεργασία με τη «MINOS» και κυρίως με τον νεαρό κι ανερχόμενο τότε τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα. Εκείνος ερμηνεύει το τραγούδι που θα γίνει η πρώτη μεγάλη επιτυχία του Κουγιουμτζή: το περίφημο «Να 'τανε το '21», σε στίχους της Σιώτας Τσιώτου (που για λόγους λογοκρισίας αναμορφώνει έναν από τους στίχους του τραγουδιού, «και να κρατάω τις νύχτες με τ' άστρα μια τουρκοπούλα αγκαλιά», σε μια «ομορφούλα αγκαλιά»).


Αυτή είναι η πρώτη μιας αλυσίδας μεγάλων επιτυχιών, οι περισσότερες με τον Γιώργο Νταλάρα , αλλά και με τη Χαρούλα Αλεξίου («Χρόνια σαν βροχή», «Σου στέλνω χαιρετίσματα»), την Αννα Βίσση («Σ' αγαπώ», «Στα χρόνια της υπομονής»), τη Βίκυ Μοσχολιού, τον Αντώνη Καλογιάννη, τον Γιάννη Πάριο, τον Γιάννη Καλατζή, την Ελευθερία Αρβανιτάκη (στην οποία χαρίζει μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της, το «Κόκκινο φουστάνι») αλλά και τη σύντροφό του Αιμιλία Κουγιουμτζή. Αν και εξαιρετικός στιχουργός και ο ίδιος, συνεργάζεται και με άλλους κορυφαίους στιχουργούς (Μ. Ελευθερίου, Λ. Παπαδόπουλο, Ακο Δασκαλόπουλο, Μ. Μπουρμπούλη, Κ. Βίρβο κ.ά.). Και, λιγότερο συχνά, μελοποιεί και ποιητές. Σε ποίηση του Γιώργου Θέμελη, γράφει τα τραγούδια που περιλαμβάνονται στον δίσκο του «Ηλιοσκόπιο» και σε ποίηση Σεφέρη, Παπαδιαμάντη, Σαχτούρη, Χριστιανόπουλου και Ριτσιώνη τα τραγούδια του δίσκου «Μικραίνει ο κόσμος».


Τα τελευταία χρόνια είχε περιορίσει τη δραστηριότητά του από άποψη. Ανθρωπος χαμηλών τόνων, επέστρεψε το 1988 στη Θεσσαλονίκη, αναζητώντας μια «ήσυχη ζωή». Ζούσε σε ένα απλό διαμέρισμα στην Καλαμαριά με τη γυναίκα του Αιμιλία και τις κόρες του Δόρα και Μαρία. Αλλωστε, πλούσιος δεν έγινε ποτέ γιατί, όπως λένε όσοι τον γνώρισαν καλά, «πολύ απλά, αυτό δεν τον ενδιέφερε».


Το 1998 με προτροπή του Γιώργου Νταλάρα εμφανίστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για τη βασισμένη στη βυζαντινή υμνογραφία μουσική του παράσταση «Ύμνοι αγγέλων σε ρυθμούς ανθρώπων» με ερμηνευτές τους Γιώργο Νταλάρα και Αιμιλία Κουγιουμτζή. Η τελευταία του δισκογραφική παρουσία ήταν το 2001 με το «Εβρεχε ο κόσμος» και 11 τραγούδια που έγραψε για να τα πει η κόρη του, Μαρία Κουγιουμτζή, ο Γιώργος Χριστοδούλου και, ως συμμετέχων, ο τραγουδιστής των μεγάλων του επιτυχιών, ο Γιώργος Νταλάρας. «Και σήμερα βγαίνουν καλά τραγούδια, αλλά το όραμα του τραγουδιού, όπως το είχαμε από τον Θεοδωράκη ή τον Χατζιδάκι, έχει κατακερματιστεί. Τότε δίναμε σημασία στην ελληνικότητα του τραγουδιού που τώρα σχεδόν έχει εξαφανιστεί...», εξηγούσε τους λόγους της απουσίας του μιλώντας το 2001 στην «Ε» και στη Μαρία Βλαχοπούλου.

Η μουσική ως κεντρικός άξονας της ζωής του ήταν κι αυτός των γραπτών του, του αυτοβιογραφικού του αφηγήματος «Ανοιχτά παράθυρα με κλειστά παντζούρια» («Εντευκτήριο» 1998 - «Κέδρος» 2001) και της συλλογής διηγημάτων «Στα διώροφα έμεναν οι όμορφες» («Κέδρος» 2000).

Ο συνθέτης έφυγε το Σάββατο 12 Μάρτη 2005, στα 73 του χρόνια, από ανακοπή καρδιάς επιβεβαιώνοντας δύο πράγματα. Πρώτον τον τίτλο του μελαγχολικού άσματος με τίτλο Θα ταν 12 του Μάρτη και δεύτερον πως οι μεγάλοι άνθρωποι πεθαίνουν ακμαίοι ,δυνατοί και παλικάρια , σα μια μοίρα να τους φέρνει κοντά στον Δημιουργό προτού αλλοιωθούν και χάσουν την γοητεία τους . Σα λαός έχουμε δυστυχώς το θλιβερό προνόμιο να παραμελούμε τους ατόφιους και αληθινά Ανθρώπους του πολιτισμού και να τους θυμόμαστε μόνο τυπικά την επομένη της κηδείας τους....Ας αποδείξουμε ως ελάχιστο φόρο τιμής ...πως πραγματικά τους κρατούμε ζωντανούς...φάρους φωτεινούς στις καρδιές , να χαράζουν πορεία....... 100 χρόνια μετά την απελευθέρωσή της η μάνα Σαλονίκη ας τιμήσει τα παιδία της ....

 

Υ . Γ . Το τραγικό είναι πως λίγες ημέρες πριν φύγει ο Σταύρος Κουγιουμτζής , ο γράφων είχε προγραμματίσει να τον επισκεφτεί με αφορμή μια πανεπιστημιακή εργασία με θέμα τη μελοποιημένη ποίηση...δεν ήτανε γραφτό ...Οι μελωδίες όμως μένουν....

 

 

Δημήτριος Χ . Παυλακούδης ,
Φιλόλογος , Υπεύθυνος κοινωνικής πολιτικής δημοτικής παράταξης ΠΟΛΙΤΕΣ ΣΕ ΔΡΑΣΗ


http://dimitrispavlakoudis.blogspot.gr

Read 2183 times

Latest from Super User