Δευτέρα, 26 Σεπτεμβρίου 2011 17:54

Απόμακρη γιορτή - Αντώνης Πυροβολάκης

Written by
1738

Απόμακρη γιορτή


Σα θύμηση απόμακρης γιορτής, το πρόσωπο σου με ρυτίδες , οχιές των γηρατειών,

ένας ακόμα θανατοποινίτης του καιρού, που ξέφυγε από τα ξέφωτα των ξυραφιών

ο τελευταίος πρόμαχος, ο μισθοφόρος μιας Σαχάρας που οι θίνες της ξεχείλιζαν απ’ τη ματιά του.

Με το αναφιλητό σου θα κεντήσω στο λυκόφως το σονέτο της οδύνης

Πάλι θ’ αφήσουν κοκκινάδι του δειλινού τα χείλη στης ζωής σου το ποτήρι

που το στράγγιξες με μία ρουφηξιά.

Μια παπαρούνα, του γκρεμού μία βλαστήμια στο φεγγάρι,

ένας χειμωνανθός που στο άνοιγμα ενός σύννεφου άρπαξε από ένα πεφταστέρι μια παιδική ευχή,

ένα ρημάδι άσπρο περιστέρι, μια ακίδα του μεσημεριού

στο γυαλόχαρτο του κατακαλόκαιρου,

μία μαυρίλα απ’ τις εκβολές του χάους και το κοίταγμα ενός ονειροπόλου,

που κλέφτηκαν μαζί, ψάχνοντας στο διηνεκές ένα

νεφέλωμα από φίλντισι κι ασήμι να γεράσουνε μαζί.

Όλα χάντρες μαλαχίτη κρεμασμένες στον εβένινο λαιμό μιας αφρικανής βασίλισσας

Παιδί μου, είπα στο όνειρο μου, καλύτερα να φύγεις, εδώ σ’ αλισβερίσια θα ξεπουληθείς,

σου έβγαλα εισιτήριο για τ’ ακρωτήρια με τις αστροφεγγιές και τα χρυσά προσκέφαλα των άμμων

να γείρεις κάτω από τις νυχτερινές βροχές και τα δροσερά ερέβη

ν’ ανθίσεις σμαραγδένιο νέκταρ και γλυκούς καρπούς για αυτούς που πείνασαν για αγάπη.

Κρεμάστηκε η νύχτα τα χαράματα

τον κόμπο της κρεμάλας της έδεσε στο άστρο της αυγής.

Αν δεις το θάνατο πες του πως τον περιμένω να φανεί με εκείνο το γελοίο του δρεπάνι.

Πες του ότι στη καρδιά μου κουβαλώ την εποχή των αποτεφρωμένων πεταλούδων

πως βλέπω αυτό που βλέπουν οι νεκροί κι οι δολοφόνοι.

Όλοι μας αναλώσιμοι είμαστε στη θλίψη μιας απόμακρης γιορτής,

φίλοι, εραστές κι εχθροί, ρόλοι και μαριονέτες και Δεκέμβρηδες αποδεκατισμένοι..

Δικαλιούχο χλωραζεπάτη κάνε με κι απόψε να σου βγάλω το καπέλο.

Read 1738 times

Latest from Super User