Χώματα και πράγματα με το μικρό τους όνομα σε βάφουν.
Ξεβαμμένες αλήθειες περιφέρονται στους τοίχους δωματίων,
από επιλόγους και περιορισμούς κρατιούνται,
τα πινέλα τους βουτούν στην ξεχασμένη ωριμότητα ,
σε μια δεύτερη ευκαιρία ανάγνωσης,
εξόδου και συμπερασμάτων ,
όταν και τα χέρια σου πιάνουν,
στης τριανταφυλλιάς τα αγκάθια πιάνονται τα χρωστούμενά τους,
που περιπιπτόντος τα πέταλα της ακριβοδίκαια,
στο χώμα πέφτουν,
χωρίς να βάφουν τα τσιμέντα,
όταν λες τα ονόματα με τα πράγματά τους,
μετακινούνται να μην στάξουν οι απρόσεχτες σταλαγματιές,
από ένα τέλος που είχε ήδη αρχίσει,
με όρους και εγωισμούς συμπράξανε αρκετά και στην πορεία της χρήσης,
ονόματα και πράγματα ανακατευτήκανε,
με βροχές ,χατίρια και ψιθύρους στα χείλη,
μυρουδιές του παρελθόντος δεν στοκαριστήκανε καλά,
μπαινοβγαίναν σε σιωπές και κουβέντες,
από παράθυρα και συρτάρια τα πινέλα τους,
σε ντύνανε από πάνω μέχρι κάτω,
τοίχος με τοίχο δεν άλλαζε τις κρεμάστρες,
δοκιμαστήρια που δεν σε χωρούσαν
που να βρεις την έξοδο κινδύνου,
μέσα σε τόσα σκοτάδια και κλειδιά,
τη φωνή σου την ξόδεψες με επιμονές,
άναβες και το καντήλι της νύχτας για να τα λιώσει,
για μια χρυσή τομή,
ήσουν επί του παρόντος ,
ένα γρήγορο πέρασμα στο γκρίζο,
τα χιόνια του χθες είχαν αντοχές και όταν στεγνώνανε,
σε ονόματα και πράγματα,
από βουνά οδύνης και ηδονής συνορεύαν και οι λαλιές τους παροδικά,
στο μεταξύ τους ,που δεν είναι χειροπιαστό
με συμβιβασμούς ανανεώσεων ,συνήθειες και διαλείμματα,
γινόταν πιο κοντινές οι ανάσες τους,
και αυτές στο χώμα πέσαν,
εν λευκώ ,
χωρίς λύτρωση και οι υπομονές τους για λίπασμα και λίγη ανανέωση,
τσαπίσανε τις στιγμές εποχιακά,
σκάσανε σιγά σιγά σε λεπτομέρειες,
αναζητούσαν σε ψεγάδια λυγμών κάποια γιατί και πώς,
με ανυπάκουα ζάρια δευτερολέπτων έπαιξες ευκαιριακά τα χρώματα και τα χάδια,
τυχαία και οι σπασμοί τους δεν σου μάθανε τίποτε,
στιγμιαία οι επαναλήψεις του ίστρου σου κοιτούσαν που και που και το ταβάνι ,
οι ημερομηνίες του γιατρευτήκανε με τον καιρό,
καρφωμένες από τοίχο σε τοίχο μείνανε οι παλιές σου δόξες,
κάθε πρόβλεψη τους ταΐστηκε στο τραπέζι και στα βλέμματα,
μπουκιά την μπουκιά ,γουλιά την γουλιά,
όλοι είχαν το πιάτο και την θέση τους στο τραπέζι,
τίναξα και το τραπεζομάντηλο από τα ψίχουλα,
και αυτά στο χώμα θα πέσουν όπως πάντα,
για λίγη αλλαγή περιβάλλοντος επιλέχτηκε και ένα χρώμα για το τέλος,
ξεφτίζονται και τα ονόματα και τα πράγματα,
όταν δεν φρεσκάρονται οι σιγουριές τους,
οι ωριμότητες τους έχουνε ημερομηνία λήξεως,
ωμές οι αλήθειες τους όταν σε έχουν βάψει,
λες τα πράγματα με το μικρό τους όνομα.