Οικογενειακή βία : Ένα παγκόσμιο φαινόμενο που εξακολουθεί να επιμένει
Ακόμη και σήμερα , η συζυγική βία εξακολουθεί να έχει την μορφή «παγκόσμιας επιδημίας» με δραματικές επιπτώσεις στη φυσική , αλλά και συναισθηματική υγεία των γυναικών , καθώς υπονομεύει την αυτοεκτίμηση και την δυνατότητά τους για μία αξιοπρεπή , ευτυχισμένη ζωή. Έχει χαρακτηριστεί ως η κυριότερη αιτία πρόκλησης τραυμάτων στις γυναίκες, ενώ στις χειρότερες περιπτώσεις αποτελεί απειλή και για τη ζωή, όταν τα θύματα κακοποιούνται έως θανάτου ή αυτοκτονούν από απελπισία. Η βάναυση συμπεριφορά του άντρα – θύτη εκτός από την σωματική και σεξουαλική κακοποίηση ( π.χ ξυλοδαρμός, απόπειρα στραγγαλισμού , βιασμός , διαστροφική σεξουαλική συμπεριφορά ) εκδηλώνεται ακόμη και με διάφορες μορφές τρομοκράτησης της συζύγου , όπως προφορικές επιθέσεις , μειωτικά σχόλια, προσβολές , απαγορεύσεις , απειλές, ταπεινώσεις , καταπιέσεις , εκβιασμούς , εξευτελισμούς και γενικότερα βίαιη συναισθηματική μεταχείριση.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι κάθε χρόνο σε παγκόσμια κλίμακα η βία των αντρών εναντίον γυναικών ηλικίας 15-44 ετών προκαλεί περισσότερους θανάτους και τραυματισμούς από ό,τι από κοινού ο καρκίνος, η ελονοσία , τα τροχαία ατυχήματα και ο πόλεμος. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι τα επεισόδια οικιακής βίας είναι σε έξαρση ακόμη και στις λεγόμενες «πολιτισμένες» χώρες της Ευρώπης , οι οποίες έχουν κατοχυρώσει εδώ και δεκαετίες την ισότητα μεταξύ των δύο φύλων.
Το κοινωνικό φαινόμενο της ενδo-οικογενειακής βίας κατά των γυναικών, το οποίο έχει ψυχολογικές , σωματικές και σεξουαλικές αποχρώσεις , είναι ευρέως διαδεδομένο σε κάθε κοινωνικό στρώμα και εθνικότητα ανεξάρτητα από το μορφωτικό , πολιτιστικό και οικονομικό επίπεδο τόσο του άνδρα όσο και της γυναίκας. Αυτός ο τύπος βίας εντοπίζεται σε κάθε κοινωνία πέρα από γεωγραφικά σύνορα , όρια ηλικίας , ταξικές διακρίσεις , κοινωνικές , οικονομικές , πολιτισµικές και θρησκευτικές διαφορές.
Από την παρατήρηση των κρουσμάτων ενδο-οικογενειακής βίας συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο άνδρας που κακοποιεί την σύζυγό του δεν ανήκει σε κάποια περιθωριακή κοινωνική ομάδα ούτε ανάγεται σε κάποιο ιδιαίτερο τύπο δράστη , ο οποίος εγκληματεί έξω από τις κατεστημένες κοινωνικές νόρμες. Η εκδήλωση καθημερινών βίαιων περιστατικών στα πλαίσια του έγγαμου βίου αλλοιώνει και φθείρει ανεπανόρθωτα ορισμένες από τις πρωταρχικές λειτουργίες της οικογένειας ως θεμελιώδη θεσμό κοινωνικοποίησης και ψυχολογικής υποστήριξης των μελών της. Ειδικότερα , η ενδο-οικογενειακή βία και επιθετικότητα διαιωνίζεται ως κοινωνική αξία , στάση ζωής , αποδεκτός τρόπος συμπεριφοράς , πολιτισμικό στοιχείο. Είναι προφανές ότι η οικογένεια πλέον αδυνατεί να ικανοποιήσει την ανάγκη των μελών της για προστασία , ασφάλεια , στοργή και θαλπωρή.
Η κακοποίηση των γυναικών , η οποία εκδηλώνεται στα πλαίσια του περιορισμένου χώρου των οικογενειακών διαπροσωπικών σχέσεων , αποτελεί απαράδεκτη παραβίαση των θεµελιωδών τους δικαιωµάτων και προσβολή της ασφάλειας , της σωµατικής και ψυχικής τους ακεραιότητας , της ελευθερίας και της αξιοπρέπειάς τους. Αν και η οικιακή βιαιοπραγία μπορεί να χαρακτηριστεί ως μία από τις σκληρότερες και δολιότερες μορφές βίας , η κλίμακα και η συχνότητα της οποίας επιδεινώνεται με τα χρόνια , καλύπτεται από έναν κώδικα σιωπής στην προσπάθεια να διασφαλιστεί το απαραβίαστο του οικογενειακού ασύλου.
Η ισχύουσα νομοθεσία δεν προστατεύει αποτελεσματικά τις γυναίκες – θύματα της συζυγικής βίας ούτε λαμβάνει υπόψη τις ειδικές αντιφατικές σχέσεις φόβου – εμπιστοσύνης και την εξάρτηση που αναπτύσσονται ανάμεσα στο θύμα και στο θύτη. Η οικογενειακή επιθετικότητα είναι η λιγότερο ορατή μορφή βίας και συγχρόνως η περισσότερο δύσκολη σε πρόληψη και αντιμετώπιση , διότι από την ίδια της τη φύση ασκείται πίσω από «κλειστές πόρτες». Επιπλέον , η πολύπλοκη συναισθηματική και οικονοµική σχέση µμεταξύ της καταπιεζόμενης - γυναίκας και του καταπιεστή – άνδρα καθιστά αρκετά δύσκολη την συνειδητοποίηση και την καταγγελία του προβλήματος από τις γυναίκες που υφίστανται την βίαιη συμπεριφορά.
Μία βασική παράμετρος του φαινομένου της οικογενειακής βίας είναι η αθέατη πλευρά της άσκησης βίας προς τα παιδιά , τα οποία αναγκάζονται από μικρή ηλικία να ζουν και να αναπτύσσονται σε ένα εχθρικό περιβάλλον με ενδεχόμενη κοινωνική συνέπεια την αναπαραγωγή της βίας από γενιά σε γενιά. Σε αυτήν την περίπτωση , τα παιδιά είναι τα πλέον ευάλωτα θύματα έμμεσης βίας και ψυχικής κακοποίησης μέσω της σιωπηλής παρακολούθησης των βάναυσων επεισοδίων που εκτυλίσσονται μπροστά τους με πρωταγωνιστές τα πλέον οικεία και αγαπημένα τους πρόσωπα. Αυτή η κατάσταση τραυματίζει την ψυχή τους και επηρεάζει αρνητικά την συμπεριφορά τους , καθώς μεγαλώνουν με την πεποίθηση ότι αυτός που αγαπά έχει ταυτόχρονα το δικαίωμα να προκαλεί πόνο. Έχοντας εθιστεί στη βία , φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν ότι η οικιακή φυσική βία αποτελεί τον κανόνα στην οργάνωση της οικογενειακής ζωής και ενδεδειγμένο μέσο διευθέτησης των συγκρούσεων μεταξύ των συντρόφων.
Η άσκηση ενδο-οικογενειακής βίας κατά των γυναικών είναι ένα σαρωτικό κοινωνικό φαινόμενο και μία εγκληματική πράξη , η οποία αναμφισβήτητα στρέφεται κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε καμία περίπτωση , επομένως , δεν μπορεί οποιοσδήποτε κοινωνικός , πολιτιστικός ή θρησκευτικός παράγοντας να νομιμοποιήσει αυτή την μορφή βίας. Είναι πλέον γενικά παραδεκτό ότι η µείωση και τελικά η πρόληψη των πράξεων οικιακής βίας και κακομεταχείρισης πρέπει να αποτελέσει κοινωνική και κρατική προτεραιότητα.
Για τον λόγο αυτό , είναι απαραίτητη η αλλαγή της ανδρικής νοοτροπίας , η οποία μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενός εκπαιδευτικού συστήματος που θα προάγει τον αμοιβαίο σεβασμό , την ουσιαστική ισότητα και επικοινωνία μεταξύ των δύο φύλων. Παράλληλα , οι γυναίκες οφείλουν να συνειδητοποιήσουν τις διαστάσεις του προβλήματος , να μάθουν να αναγνωρίζουν την αξία τους , να αναπτύσσουν την αυτοπεποίθησή τους και να προσανατολίζονται σε έναν ανεξάρτητο τρόπο σκέψης , προσβλέποντας τελικά σε μία γνήσια συντροφική σχέση.
Η Άννα Ιωαννίδου γεννήθηκε και κατοικεί στη Θεσσαλονίκη. Ασκεί το επάγγελμα του Δικηγόρου, ενώ ταυτόχρονα πορεύεται στα μονοπάτια της Λογοτεχνίας. Εκτός από Δικηγόρος και μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης είναι επίσης Πολιτικός Επιστήμων και κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην Ιστορία, Φιλοσοφία και Κοινωνιολογία του Δικαίου τμήματος Νομικής ΑΠΘ.