Αυτές τις κρύες μέρες του Οκτώβρη άλλη μια ευχάριστη έκπληξη έφτασε στα χέρια μας από την Αθήνα. Η ποιητική συλλογή της Μαρίας Θεοφιλάκου. Ομολογουμένως κάθε φορά που ερχόμαστε σε επαφή με μια νέα δουλειά προσπαθούμε να σβήσουμε από το μυαλό μας κάθε προηγούμενη ποιητική βάση δεδομένων ώστε να εντοπίσουμε τη διαφορετικότητα στον τρόπο γραφής του καθενός. Και η Μαρία Θεοφιλάκου δεν είναι εύκολη υπόθεση. Γνώμη μας είναι πως η ποίησή της δεν απευθύνεται σε ευρύ κοινό, αλλά κυρίως σε πεπαιδευμένους αναγνώστες. Αυτό βέβαια δεν είναι απαραιτήτως κακό, διότι τελικά μ’ αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να δημιουργεί ένα δικό της αυτόνομο στυλ, χωρίς ωστόσο να επιδιώκει ηθελημένα να «παιδέψει» το αναγνωστικό της κοινό. Διότι δεν είναι λίγες οι φορές που ποιητές του «λεξικού» προσπαθούν με αλλόκοτες και δύσκολες λέξεις και έννοιες να παρουσιάσουν κάτι που σαφώς είναι ανούσιο και κίβδηλο. Η Μαρία είναι απλά μια ποιήτρια που πρέπει διανοητικά να εμβαθύνεις λίγο περισσότερο για να τη γνωρίσεις.
Διαβάζοντας ποιήματα όπως «Η πόρτα» ή οι «Δύσκολες ανατολές» διακρίνουμε επιρροές από τον υπερρεαλισμό αλλά όχι στις ακραίες μορφές του. Σε άλλα όμως ποιήματα μας έρχεται στο νου η ερωτική καβαφική ποίηση του «κλειστού χώρου», που μοιάζει να γράφεται μέσα σε τέσσερις τοίχους και δύσκολα σε αφήνει να βγεις παραέξω… Η ουσία της αγάπης, της ανθρώπινης σχέσης, της φιλίας, παρουσιάζεται σε όλες της τις εκφάνσεις, θετικές κι αρνητικές. Ακόμα και μια ερωτική απογοήτευση, που αχνοφαίνεται στο ποίημα «έλλειψη ρεαλισμού», δεν εμφανίζει σημάδια απελπισίας ή απόγνωσης, παρά περηφάνιας και σθένους.
Μας άρεσε ιδιαίτερα το γεμάτο νοήματα «Ίσως απολογία», που σηματοδοτεί το πέρασμα μιας ολόκληρης γενιάς από τούτη την περίεργη και ταυτόχρονα εφήμερη κοινωνία. Τα έχουμε όλα, αλλά στην ουσία δεν έχουμε τίποτα! Ενώ αυτοί που δεν είχαν τίποτα άφησαν σ’ εμάς τόσα πολλά!..... Η έκπληξη πάντως ήρθε κυριολεκτικά στο τέλος με την πολύ όμορφη «Θαλασσογραφία». Ένα ποίημα που η κάθε λέξη είναι τοποθετημένη με τόση ακρίβεια στη θέση της ώστε τίποτα να μην φαίνεται περιττό.
Αν έμοιαζα λιγάκι του πελάγου
τι όμορφα που θα ’πλεε η ζωή μου!
Θα χόρευα πίσω και μπρος
εμπρός και πίσω
κι ίσως με σταματούσε μοναχά
το σήμαντρο κάποιου απάτητου καμπαναριού…..
….. Αν έμοιαζα λιγάκι του πελάγου
τι όμορφα που θα ’πλεε η ζωή μου!
Μα εγώ φέρνω στο βότσαλο
που σέρνεται πίσω και μπρος
μπρος πίσω
από του κύματος τον τελευταίο αφρό
στην άκρη αυτού του τόπου
Κι είμαι μικρός,
είμαι ανήμπορος το πέλαγο να φτάσω….