Κουβάρι από ψυχή το παρόν
Μαζεύτηκα σε ένα κουβάρι από ψυχή,
την ψυχή μου.
Έγκλειστα τα συναισθήματα στον πυρήνα της.
Κρόκος πόνου, το κίτρινο χρώμα της ζωής
που καρτερεί την έξοδο του παρελθόντος.
Τα χέρια αγκάλιασαν τη γη σπαράζοντας.
Τα γόνατα μάτωσαν στ’ αγκάθια του μίσους
ματώνοντας το κουβάρι που τυλίχτηκε
γύρω τους.
Ο κόσμος έγινε μαύρη χιονοστιβάδα επιζώντων
κι οι άνθρωποι φονικοί μετεωρίτες
σημαδεύουν ο ένας τον άλλο πέφτοντας.
Κορφές και πεδιάδες ισοπεδώθηκαν
στον κατακλυσμό του κακού.
Η ιστορία του Καθένα θάφτηκε στη λάσπη
και το μέλλον του Κανένα εξώκειλε
ορφανό από ελπίδες.
Ναυάγιο οξειδωμένο
του παρελθόντος.
Κι εκείνοι οι λιγοστοί
που ακόμα τραγουδούν σιωπηλά
οι δάσκαλοι,
οι ποιητές,
οι καλλιτέχνες,
οι Άνθρωποι,
έχασαν τους παπύρους τους
κάτω από τη στάχτη των Γομόρων.