«Διάτρητη από άστρα» ονομάζεται η ποιητική και ζωγραφική σύνθεση της Νίκης Βλάχου. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορείς να εξαγάγεις εύκολα συμπεράσματα στο ερώτημα τι υπερισχύει σ’ αυτό το βιβλίο. Ο λόγος ή η εικόνα; Η προσωπική και ταπεινή μου άποψη είναι ότι υπάρχει απόλυτη αρμονία και γόνιμο πάντρεμα μεταξύ τους.

Αν και γνωρίζω ότι πολλοί από τους πίνακες που περιλαμβάνονται στο βιβλίο είναι στην πραγματικότητα έγχρωμοι, εντούτοις θεωρείται ιδανικότερη και επιτυχέστερη η ασπρόμαυρη μεταφορά τους ανάμεσα σε τέτοιου είδους ποιήματα. Ποιήματα που ως επί το πλείστον έχουν στα «γονίδιά» τους έναν έκδηλο ερωτισμό. Λέξεις που κινούνται ανάμεσα στη νοσταλγία, τη μελαγχολία και το πάθος. Συχνά αναδύουν μια τολμηρή σεξουαλικότητα, που σε συνδυασμό με τα στοιχεία της φύσης παραπέμπουν σε αρχέγονες Διονυσιακές απεικονίσεις. Η Νίκη Βλάχου πειραματίζεται με τις φράσεις, ενώ κάποιες φορές μέσω αυτοαναφορικών ποιημάτων αναζητά και η ίδια την ουσία της δικής της γραφής.

Εγώ δάκρυα πλάθω,

για να ’ναι δροσερά τα μάτια σας

για να τα βλέπω

και ν’ αστράφτω...


Εγώ κίονες υψώνω,

για να 'ναι υποστυλωμένα να όνειρά σας

για να τα πραγματοποιώ

και να ζηλεύω...


Είναι γενικά ικανότητα των ζωγράφων, μέσω αφαιρετικών σκηνών και μυστηριακών εικόνων, να προσδίδουν στους πίνακές τους μια ποιητική χροιά. Η Νίκη Βλάχου ωστόσο, έχοντας αυτή τη διττή καλλιτεχνική ικανότητα, καταφέρνει να γίνεται – αντιθέτως με τη ζωγραφική – εικονοπλαστική στην ποίηση. Κάθε της στίχος εκλαμβάνεται από τον αναγνώστη ως νοητή εικόνα. Είτε πραγματική, είτε υπερεαλιστική, είτε γήινη, είτε συμπαντική. Της εύχομαι ολόψυχα αυτό το ταξίδι των αισθήσεων να συνεχιστεί μ’ επιτυχία. Άλλωστε αυτός ο απέραντος και άγνωστος αστρικός κόσμος, που φαίνεται ν’ αγγίζει ιδιαίτερα την καλλιτέχνιδα, ενδείκνυται για νέες αναζητήσεις…


Όταν κοιτάζω τριγύρω,

τον βλέπω.

Όταν δακρύζω,

θα ’πεσε αστρόσκονη λέω.

Κι όταν βραδιάζει,

η ευχή μου προσμένει

ακόμα ένα πεφταστέρι

έτη φωτός μακριά

όσο κι αυτός.


Κι έχω τόσα πολλά να κάνω,

τόσα πολλά να πω,

και μια ζωή να ζήσω...

 

******

 

«….Και πενήντα χρονιά

να περάσουν,

θα ’ρθω μα μέρα

να σου πω

πως σ' αγαπώ».

Του είχε γράψει.

Πριν λίγο,

έπεσε τυχαία

πάνω του,

ούτε ένα «γεια»

δεν του είπε.

Όμως αυτός ξέρει...


Τριανταεννιά απομείνανε.

 

 

 

Αλέξανδρος Ακριτίδης