Πέμπτη, 06 Οκτωβρίου 2011 19:57

Ο Αλέξανδρος Ακριτίδης σχολιάζει το βιβλίο "Με ταχύτητα καρδιάς", του Φίλιππου Αγγελή (Μπαρτζουλιάνος)

Ο Αλέξανδρος Ακριτίδης σχολιάζει το βιβλίο "Με ταχύτητα καρδιάς", του Φίλιππου Αγγελή (Μπαρτζουλιάνος)

«Με ταχύτητα καρδιάς» τιτλοφορείται η δεύτερη ποιητική συλλογή του Φίλιππου Αγγελή. Κι αν αυτός ο "αγγελικά πλασμένος" τίτλος προκαλεί όμορφους συνειρμούς στη σκέψη του αναγνώστη, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Αν είχαμε μια ζυγαριά και βάζαμε απ’ τη μια τον έρωτα και απ’ την άλλη την κοινωνία, τότε αυτή θα έγερνε σίγουρα προς τη μεριά της κοινωνίας. Ναι, αυτή η ίδια είναι ο κύριος στόχος του ποιητή. Βέβαια δεν είναι σημαντική εκ μέρους μου η ανακάλυψη ότι ένας νέος άνθρωπος εντοπίζει, διακρίνει, περιγράφει και στηλιτεύει τις αρνητικές συνέπειες της "απάνθρωπης" αστικής ζωής. Φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να συμπεριλαμβάνει ακόμα και τον εαυτό του στους υπεύθυνους αυτής της κατάστασης.

Το σίγουρο είναι πως είναι βαθιά επηρεασμένη η ψυχή του από τα τόσα που η ζωή του έταξε με τον ερχομό του σ’ αυτόν τον κόσμο και που τα είδε τελικά να καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι. Μα δεν είναι απολύτως λογικό η κοινωνία να επηρεάζει αυτούς που φιλοξενεί στα σπλάχνα της; Με ποιόν τρόπο; Οι σύγχρονοι άνθρωποι λοιπόν θα γίνουν με τη σειρά τους καταπατητές των αθώων ψυχών, θα πουλήσουν κούφια ιδανικά, θα εξαπατήσουν, θα επιδιώξουν το συμφέρον, θα γίνουν ένα με το ψέμα…. Ο ποιητής έχει το γνώθις εαυτόν όταν γράφει: 

Δεν φταις εσύ, δεν φταίω εγώ

ο άλλοι πάντοτε θα φταίνε-

χώμα να βρίσκει ό εγωισμός και να ριζώνει.

Δεν μ' αγαπάς; Δεν σ' αγαπώ

και σε σκοτώνω για να ζήσω·

αύτη είναι ή τάξη των πραγμάτων

και Τρίτη Παρουσία δεν αρκεί

του κόσμου το παράλογο για να το συνετίσει. 

Ο Φίλιππος Αγγελής, ως νέος άνθρωπος που είναι, βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση της αλήθειας. Μα πριν φτάσει στο σημείο να "καταπιεί" τα δεδομένα, τα συγκεντρώνει, τα διυλίζει στη σκέψη του και τα αναλύει με πολύ αυστηρά κριτήρια. Ανάμεσά τους η φιλία, η αγάπη, η θρησκεία, η παιδεία, η κοινωνική πρόνοια, η καθημερινή είδηση. Κι αν κάποιοι στέκονται μετέωροι και μουδιασμένοι μπροστά στα τόσα ψεύτικα κι ανούσια πράγματα που μας βομβαρδίζουν καθημερινά, εκείνος παίρνει την πένα του και τα αραδιάζει στο χαρτί. Δεν τον νοιάζει αν αυτό που θα εξαχθεί μοιάζει με υπερρεαλισμό, αυτόματη γραφή ή καυστικό μανιφέστο. Τον νοιάζει απλά να πει αυτό που καίει τα σωθικά του. 

Μεγαλώσαμε και πια δεν το μπορούμε...

 

Το μίσος, τα ίσως και τα δεν

τα μείνε, τα φύγε, το χωρίς

τα πάντα, σας το λέω, συνηθίσαμε

και τ' αστέρια κηλίδες σπέρματος σε στέρφο ουρανό τώρα τα βλέπουμε

έτσι όπως την ψυχή μας συνηθίσαμε

από του κόσμου το ασύδοτο το ύψωμα να την γκρεμίζουμε 

Τελικά τι είναι η «ταχύτητα καρδιάς»; Αν και ο ίδιος σε κάποιο σημείο την αποδίδει στους αυξημένους παλμούς λόγω της νοσταλγικής θύμησης ενός χαμένου προσώπου, η αλήθεια αναδύεται από κάθε ποίημα, από κάθε στροφή. Η ζωή μας, ένα ψυχιατρείο όπως την περιγράφει συμβολικά, πρέπει ωστόσο να έχει και ακτίνες φωτός. Πρέπει να έχει και ευχάριστες νότες και ο ποιητής κάπου βαθιά μέσα του ίσως δεν έχει παύσει να ελπίζει. 

Μα θα το ζήσουμε κι αυτό...

Κάποτε - θα δεις

στην ίδια εντοιχισμένη ευτυχία θα συγκατοικήσουμε ξανά

με την πόρτα απεγνωσμένα ανοιχτή

να μπαινοβγαίνει η ζωή φορτωμένη τα καινούργια της δώρα και

χαλάλι, θα λέμε, χαλάλι. 

Είναι πολλά τα ποιήματα που μπορούν πραγματικά να σε αγγίξουν και γιατί όχι να σε ταρακουνήσουν. Rottenland, Δέκα λεπτά μιας Κυριακής, Εις μνήμην, Μετ’ εμποδίων, Υπ’ ευθύνη μου, Κύκνειο άσθμα. Κατά την ταπεινή μου άποψη όμως, το κορυφαίο ίσως ποίημα της συλλογής είναι η «Επέτειος». Θυμίζοντας θεατρικό μονόπρακτο, το ποίημα απεικονίζει μια γυναίκα να ζει μέσα στη δική της μοναχική απόγνωση, αναμειγνύοντας την πραγματικότητα με τη φαντασία και νιώθοντας την πικρή νοσταλγία να διαλύει το είναι της. Γνωρίζει πως είναι ουτοπική η προσμονή του αγαπημένου της αλλά και πάλι η παραίσθηση της δίνει φρούδες ελπίδες. Σας παραθέτω το δεύτερο μισό του ποιήματος και εσείς απλά απολαύστε το…. 

…..Τ' αγαπημένα σου ν' ακούγονται τραγούδια

την σημασία να σου παραχωρήσω που αξίζεις

και να προλάβω τα ρούχα μου τα πιο καλά να βάλω·

τόση φιλάρεσκη επισημότητα ξέμεινε αφόρετη στις κρεμάστρες.

Και τα μάτια -

να μην ξεχάσω να σκουπίσω τα μάτια.

Την εγκατάλειψη δεν θέλω να την δεις και να τρομάξεις.

Πρέπει, όμως, νά βιαστώ...

Να στρώσω λίγο τα μαλλιά, την πλάτη να ισιώσω

σημάδια, χρόνια κι ατυχίες μήπως μπορέσω ν' αποκρύψω

να ρίξω άρωμα σ' εκείνες του κορμιού μου τις πτυχές

που τότε αποζητούσες ν' αγκαλιάσεις

και την Παραίσθηση στο στόμα να ταΐσω·

μεγάλωσε πολύ το μωρό μου - σ' το λέω, θα εκπλαγείς.

Πρέπει, όμως, να βιαστώ...

Τέτοια χαρά πώς να συγκρατήσεις;

Κι εσύ όπου νά 'ναι θα φανείς

μ' αυτά τα χείλη τα δεινά -τ' απονενοημένα

που την ζωή μου έμαθαν πικρά να αθετούν και να της τάζουν.

Πρέπει, όμως, να βιαστώ...

τι κι αν τον δρόμο ξέρω πάλι πώς θα χάσεις

επέτειο θα είχαμε απόψε.

 

Αλέξανδρος Ακριτίδης

 

 

 

 

Read 2615 times

Latest from Αλέξανδρος Ακριτίδης – Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών, Συγγραφέας