Για την ποίηση του Χαράλαμπου Βασιλάκη έχει γίνει ήδη μνεία στο Αποστακτήριο όταν παρουσίασα την πρώτη ποιητική του συλλογή «Η ζωή μου ένα ταξίδι». Κι ενώ ξεφύλλιζα με την ίδια αγωνία και απόλαυση τη δεύτερη συλλογή που έλαβα από τον ίδιο, με τον τίτλο «Μέσα απ’ τα μάτια της ψυχής» (2010), έπεσε στα χέρια μου ένας αρκετά διαφορετικός, αλλά τόσο ουσιαστικός σχολιασμός γι’ αυτό του το έργο, που αποφάσισα να σας τον παραθέσω αυτούσιο. Και ίσως είναι καλύτερο καμιά φορά να ακούγονται διαφορετικές προσεγγίσεις για το έργο ενός δημιουργού. Σας αφήνω λοιπόν να διαβάσετε πώς είδε «….τα μάτια της ψυχής» του Χαράλαμπου Βασιλάκη ο κύριος Ιωάννης Παλούμπης.


«Είναι πραγματικά απορίας άξιο γεγονός, ένας άνθρωπος ο οποίος αυτοχαρακτηρίζεται ως «όψιμος» διαβάτης στα μονοπάτια της ποίησης, πως κατάφερε να περπατά άνετα σ' αυτά και να δημιουργεί. Η ποίηση του κρατάει άνετα το μέτρο και τα θέματα του τα αντλεί από τις καθημερινές εκδηλώσεις της ανθρώπινης ψυχής τις οποίες επαινεί, περιγράφει ή καυτηριάζει ανάλογα με το περιεχόμενο τους. Έτσι παραδείγματος χάριν αποστρέφεται τη διπροσωπία, προτρέπει προς την εκτέλεση του χρέους και θεωρεί τα πάθη ως παράγοντες που αποσπούν την προσοχή από το κοινωνικό καθήκον. Έτσι ο Βασιλάκης ακολουθώντας τα πρότυπα πολλών κλασσικών ποιητών μας δημιουργεί μια ποιητική ηθογραφία, κάτι σαν τη πεζή «Χρυσή Διαθήκη» του Δημητρακόπουλου. Πέρα λοιπόν από την ποιητική αξία της συλλογής μπορεί άνετα να απευθύνεται σε νεαρά άτομα, κύτταρα της νεολαίας και να διδάσκει με το βαρύ φορτίο που κουβαλά μέσα της. Εκεί όμως που φαίνεται πως είναι το δυνατό σημείο του ποιητή είναι αναμφισβήτητα η γλώσσα του και η χρήση της. Λέξεις βαριές, ελληνικές με όλη τους τη σημασία, ζυγισμένες και καλοβαλμένες στη θέση τους μέσα στο στίχο, που αποδίδουν με σαφήνεια και ενάργεια τα συναισθήματα και τα νοήματα που θέλει να εκφράσει ο ποιητής. Λέξεις τις οποίες ίσως σπανίως ακούς σήμερα, που σου φαίνονται όμως τόσο οικείες λες κι είναι παλιοί γνώριμοι και σύντροφοι μιας ζωής. Θα επιθυμούσα να διευκρινίσω ότι δεν είμαι κριτικός ποίησης. Απλά ακούγοντας την παρουσίαση και ρουφώντας στην κυριολεξία το βιβλιαράκι της συλλογής, αυτές ήταν οι εντυπώσεις μου και τα συναισθήματα από την αισθητική συγκίνηση που μου δημιουργήθηκαν. Ο Χαράλαμπος Βασιλάκης, σεμνύνομαι να με θεωρεί φίλο του, εκεί στη Γλυφάδα, απορροφημένος στις σκέψεις του κοιτάζει μέσα του, κοιτάζει μέσα μας και γδύνει τις ψυχές όλων μας και τις παρουσιάζει γυμνές με τα ελαττώματα τους αλλά και τις περίσσιες αρετές τους. Ενεργεί περισσότερο σας χειρούργος ψυχών ο Χαράλαμπος».


Ιωάννης Παλούμπης

(Περιοδικό Περίπλους Ναυτικής Ιστορίας, Τεύχος 74, 2011)

 

 

 

 

 

Στους χαλεπούς καιρούς πού ζούμε,

δυσοίωνες προβλέψεις πού πληθαίνουν.

Άγγελοι κακών επών όλο και καταφθάνουν.

Τι καλά νέα να μας φέρνουν;

Είν’ η αρχή του τέλους· ενωθείτε.

Το μήνυμα παρέπεσε στο δρόμο

ξεκάθαρο συμπέρασμα δε βγάζω.

Από τα συμφραζόμενα εικάζω

από την απληστία, φυλαχθείτε.

Βλέποντας και κάνοντας, έτσι θα πορευθούμε.

Ανάσκελα μας έπλασε ή φύση.

Νίπτω τάς χείρας μου· δώστε μια λύση.

Αύριο ό ήλιος, θ' άνατείλη από τη δύση.

Όρκο δεν παίρνω· πρόγνωση κάνω.

Αν παρ' ελπίδα διαψευσθώ, τι χάνω;

Μια δίοδο για να σωθούμε!


 

Η νύχτα στο πιάνο είναι μια διαφορετική πτυχή της ποίησης του Χάρη Μελιτά. Εμπεριέχει όλα τα στοιχεία της Νεοελληνικής Επτανησιακής ποίησης η οποία τελικά καταφέρνει να παραμένει ζωντανή και επίκαιρη μετά από δύο περίπου αιώνες. Κατά την ταπεινή μου άποψη, αυτού του είδους η ποίηση, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ένα στάσιμο είδος του παρελθόντος, παρά έναν ζωντανό οργανισμό που μεταλλάσσεται και εξελίσσεται. Ένα είδος που δεν μπόρεσε να το περιορίσει ούτε ο Ρομαντισμός του Σούτσου και του Παράσχου στα μέσα του 19ου αιώνα, αλλά ούτε και η τάση για την καθολική απελευθέρωση της ποίησης, που δυστυχώς τελικά εισέβαλε στα χωράφια του πεζού λόγου. Και ποιο ήταν το βασικότερο εφόδιο της Παραδοσιακής Επτανησιακής ποίησης; Μα φυσικά η ίδια η δημοτική της γλώσσα που στάθηκε θαρραλέα απέναντι στον στείρο και στομφώδη αρχαϊσμό της Πρώτης Αθηναϊκής Σχολής. Κι αν το τρίπτυχο των Επτανήσιων ήταν η πατρίδα, η γυναίκα και η θρησκεία, ο Χάρης Μελιτάς, ακολουθώντας τα δικά του αισθητήρια όργανα, δίνει περισσότερη βάση στην κοινωνία, την αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης και τον ίδιο τον έρωτα.


Εκείνο που πρέπει να κάνω

μου το ’πανε φίλοι παλιοί

ν’ αράξω ως που να πεθάνω

απέναντι σ’ ένα γυαλί


Ωστόσο, όχι μόνο αρνείται να κάνει αυτά που του λένε οι άλλοι, αλλά και συχνά απαρνείται ακόμα και κάποια πράγματα που έκανε ο ίδιος στο παρελθόν. Νιώθει προβληματισμένος που ίσως κάποτε δεν κυνήγησε τα όνειρά του όσο θα έπρεπε.


Μέσα στον κύκλο των χαμένων ποιητών

εγκλωβισμένος πώς σπατάλησα τα χρόνια

σ’ ένα παζάρι εργολάβων κι ερπετών

που αλαλάζανε θυσιάζοντας τα πιόνια


Άλλοτε αναπολεί τους φοιτητικούς έρωτες και την όμορφη ζωή της Θεσσαλονίκης κι άλλοτε την αίγλη μιας χώρας που προδόθηκε. Πόσο επίκαιρος και διορατικός ήταν το 1995 όταν έγραφε πως:


Κι είδα μια χώρα σαν μεγάλη λοταρία

που ήξερε ο κόσμος μόνο Λόττο και Ξυστό

απ’ έξω κλειδωμένη η Ιστορία

και μια ταμπέλα που ’γραφε «κλειστό»


και πόσο αγνός ήταν όταν εξοργισμένος για την μη ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων το 1996 έγραφε:


Πέρσαν’ οι αιώνες κι η Πυθία μας κοιμάται

χρησμούς και Παρθενώνες πια κανείς δεν θυμάται…


Πιστεύω τώρα, «κατόπιν εορτής» να συνειδητοποίησε και ο ίδιος ποιες ήταν οι αρνητικές επιπτώσεις των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και πόσο εύκολα δράττουμε την ευκαιρία ως λαός και ως κυβερνήσεις να κατασπαταλούμε τον ιδρώτα μας και την αξιοπιστία μας. Θα τους πληρώνουμε για πολλά χρόνια ακόμα αυτούς τους αγώνες….

Αλλά όχι, δεν θα πέσω στο ίδιο σφάλμα. Θα τελειώσω με μια αίσια νότα την αναφορά μου στα 22+1 μουσικά ποιήματα του Χάρη Μελιτά. Με ένα ερωτικό και μελωδικό ποίημα που, πράγματι, αν δεν έχει γίνει ακόμα τραγούδι πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατόν. Για να μην ανοίξω πάλι το κεφάλαιο της σημερινής κατάστασης στη στιχουργική δημιουργία, γιατί θα πάρει πολλούς το αρμυρό ποτάμι της γλώσσας μου… Διαβάστε λοιπόν ένα απλά «υπέροχο» άσμα.


Μια νύχτα θα στρώσω

λουλούδια στους δρόμους

θα σβήσω τους νόμους και τις εντολές

ν' ανοίξουν οι πόρτες

που σφάλισαν όλοι

να βγούνε στην πόλη σεργιάνι οι καρδιές.


Μια νύχτα θ' ανάψω

φωτιές στα μπαλκόνια

να λιώσω τα χιόνια και τη μοναξιά

να βγούνε οι άνθρωποι

μαζί με τ' αστέρια

να δώσουν τα χέρια, να γίνουν παιδιά.


Μια νύχτα θα γράψω

με χρώμα στους τοίχους

εκείνους τους στίχους που μου 'λεγες χτες

πως μια στάλα αγάπη

αρκεί για ν' αλλάξει

τον κόσμο σαν στάξει

στις άδειες ματιές.

Όταν ήμουν μικρός ο πατέρας μου έλεγε μεταξύ σοβαρού και αστείου: «κοίτα πόσο προσεκτικά και συνετά οδηγώ! Βέβαια έχω δίπλωμα 25 χρόνια….» Παρομοίως και ο κύριος Χαράλαμπος Βασιλάκης, με ανάλογη μακρόχρονη εμπειρία, προσοχή, έλλειψη βιασύνης και μηδαμινές παρεκτροπές σχηματίζει τον δικό του ποιητικό κόσμο. Γνωρίζει πάρα πολύ καλά αυτό που κάνει και επιλέγει τη χάρη και την ευελιξία μικρών εκφραστικών "οχημάτων" και όχι την ανούσια και κίβδηλη αλήθεια των μακρόσυρτων και πολυτελών λιμουζίνων.

Η πρώτη από τις δύο ποιητικές συλλογές που λάβαμε έχει τον τίτλο «Η ζωή μου ένα ταξίδι» (2009). Κι αν θα συνεχίζαμε με την προηγούμενη ορολογία, τότε θα λέγαμε πως είναι ένα βιβλίο γεμάτο με ώριμα, απλοϊκά και πλούσια σε νόημα, μικρά "οχήματα", που πραγματοποιούν διάφορα εμπειρικά ταξίδια


στο παρελθόν


Καταδυόμενος άπελπις

βαθιά μέσα στη λήθη,

όλο και φθίνεις σταδιακά

και ξεθωριάζεις,

σαν πλοίο πού ξεμάκρυνε,

σαν ήλιος πού οδεύει προς τη δύση!


στο μέλλον


Κλαίει ή ψυχή,

βγαίνουν πουλιά,

ζητωκραυγάζει ή αγωνία

στο αμφιθέατρο.

Ή έλξη πού νοιώθουμε,

συνέχει το άπειρο

και τα τραγούδια στέφανος

για κατάθεση στα όνειρα μας-

μα την ελπίδα πώς αύριο

θ' ανατείλη μια νέα ημέρα!


σε μια άγνωστη υπερβατική πραγματικότητα


Σε άφατο κόσμο πορεύομαι,

στο μέγιστο βαθμό εντάσεως

για την όποια είναι ικανή

ή ανθρώπινη φύση.

Ή ενόραση με οδηγεί

στην υπέρβαση τού αισθητού

κι επιτρέπει στο πνεύμα να θαυμάση

και στην ψυχή να άγκαλιάση,

το μεγαλείο του νοητού κάλλους!


Διεισδύοντας όλο και πιο βαθιά σ’ αυτούς τους εκπληκτικούς ποιητικούς δρόμους, μένουμε άναυδοι από την ποιότητα του στίχου αλλά και προβληματιζόμαστε ακόμα περισσότερο για τη θλιβερή ελληνική πραγματικότητα. Γιατί είναι ίσως η μόνη χώρα που η άνοδος και η αναγνώριση δεν συμβαδίζουν με αξιοκρατικά κριτήρια. Κι αυτό διότι ποιήματα ανθρώπων, όπως του Χαράλαμπου Βασιλάκη, αξίζουν πράγματι κάποια στιγμή να ενσωματωθούν στην εκπαιδευτική διαδικασία. Φυσικά και ο ίδιος δεν ζει σε μια ουτοπική νεφελοκοκκυγία. Ξέρει καλά τι συμβαίνει όταν γράφει

Αθέμιτα μέσα,
στυγνή εκμετάλλευση,
φωτισμένες προθήκες,
εξωραϊσμένη πραγματικότης.

Λεπτότης, ευπρέπεια,
αγωγή, καλλιέργεια,
τρυφερότης, αξιοπρέπεια,
καλαισθησία, ευγένεια,
αγνοούνται!


ή


Ή αξιοπιστία μετανάστευσε,

άφ' ότου ό καταχραστής

των θησαυρών και της εμπιστοσύνης σου

εμφανίστηκε εμπρός σον,

ζητώντας συγχώρεση!


Ο Χαράλαμπος Βασιλάκης κάνει μια συνολική αποτίμησης της ζωής του γεμάτη σοφία και ωριμότητα. Γι’ αυτά που μπόρεσε να προσφέρει στην κοινωνία, στους φίλους του, στη γυναίκα του. Ακόμα και με την ιδέα του θανάτου φαίνεται να έχει συμβιβαστεί όταν γράφει:


Τι είναι ό θάνατος;
Χωρισμός και διάζευξη
της ψυχής απ’ το σώμα·
απαλλαγή δεινών,
νάρκη γλυκιά, λευκό φως,
γαλήνη απόλυτη, κενό μνήμης.
Ύπνος και θάνατος
τής ζωής συμπορεύονται
αφανείς, αδιόρατοι.
Λόγια πού πλήγωσαν
είναι ό θάνατος κι ας μην ειπώθηκαν
πικρές σκέψεις πού γύρισαν
boomerang
σ' αυτόν πού τις πρόφερε.
Τον αγώνα μου έδωσα,
με τη γραφίδα για όπλο μου.
Στα χαρτιά μου βυθίζομαι·
ό θρήνος έχει ήδη αρχίσει!


Είναι τόσα πολλά αυτά που θα έπρεπε να γράψουμε γι’ αυτή τη ποιητική συλλογή όμως και πάλι δεν θα μπορούσαμε να αποδώσουμε ικανοποιητικά τα αισθήματα που μας δημιούργησε. Θα κλείσουμε ωστόσο με δυο ακόμα ποιήματα, που όχι μόνο αντικατοπτρίζουν αυτό το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στους παλιούς αγνούς χρόνους και στους σύγχρονους πονηρούς αλλά και με μια "πατρική" θα λέγαμε διάθεση, συμβουλεύουν τους νέους για το πώς θα πρέπει να πορεύονται στη ζωή τους.


Σε σοφούς δασκάλους μαθήτευσα,

πού μ' έδίδαξαν ηώς κακό κι αγαθό,

εχθροί άσπονδοι είναι.

Τους χωρίζει απύθμενο χάσμα κι ερίζουν.

Είναι αξίωμα λέν' απαράβατο-

τα σκυλιά γαυγίζουν, όσους δεν γνωρίζουν!

 


Οι πλείστοι ρευστοί, ευμετάβλητοι,

παίρνουν το σχήμα του συμφέροντος.

Ή ιδιοτέλεια μεταμφιεσμένη σ' αυταπάρνηση.

Ολισθηρή οδό πορεύονται.

Για να εκταμίευσης ανταπόκριση,

πρέπει να έχης κατάθεση ψυχής,

πλεόνασμα ανυστεροβουλίας.

Χρειάζεται πρώτα να ξυπνήσης,

για να μπορής να ονειρεύεσαι!

 

 

 


(Ζητούμε συγνώμη για τις όποιες οπτικές δυσμορφίες στους στίχους, αλλά η ποιητική συλλογή είναι γραμμένη σε πολυτονικό σύστημα και δεν ήταν εφικτή η πλήρης μεταφορά των πνευμάτων και κάποιων σημείων στίξης)

 

 

 

 

H ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΟΝ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ


Α΄ Βραβείο Διεθνούς Διαγωνισμού «Ελληνικού Πνευματικού Ομίλου Κυπρίων»


ISBN: 978-960-8280-98-4 – Βεργίνα, Απρίλιος 2011 – Σχήμα: 17 Χ 24 – Σελίδες: 208 – Τιμή: 18,00 euro

Η έκδοση έτυχε επιχορήγησης από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου

Στην Ιστορική Μελέτη τεκμηριώνεται η παρουσία 30.000 στρατευμένων Κυπρίων στα μέτωπα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (σε Ευρώπη – Μέση Ανατολή – Β. Αφρική) στο πλευρό των κατακτητών τους Άγγλων, καθώς και ο ερχομός 5.000 – 6.000 στη χώρα μας, όπου και πολέμησαν εναντίον Γερμανών – Ιταλών, δίπλα – δίπλα με τους Ελλαδίτες.

Πάνω από 600 Κύπριοι (100 στην Ελλάδα) έπεσαν στα πεδία των μαχών κι ευρίσκονται θαμμένοι σε 56 Κοιμητήρια 17 χωρών ανά τον Κόσμο, ενώ χιλιάδες αιχμαλωτίστηκαν (οι περισσότεροι εδώ) και κρατήθηκαν σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Η μικρή Κύπρος θεωρείται ως η χώρα με τη μεγαλύτερη προσφορά στον αγώνα κατά του Άξονα.

Παρατίθεται πλήρης κατάλογος των νεκρών κι αιχμαλώτων Κυπρίων.

Μια άγνωστη πτυχή του Ελληνισμού την οποία όλοι πρέπει να γνωρίσουν.

 


Στοιχεία συγγραφέα: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 


Διάθεση: Εκδόσεις «Βεργίνα», Φειδίου 14 - 16, Αθήνα.

(Και σε όλα τα βιβλιοπωλεία Ελλάδας - Κύπρου, με παραγγελία)

Μέσα στις Άγιες μέρες του Πάσχα είχα τη χαρά να λάβω ένα μεγάλο μέρος από το εκδοθέν έργο του φίλου μου και πολύ αξιόλογου Λογοτέχνη Χάρη Μελιτά. Επειδή ωστόσο πρόκειται για διαφορετικά ποιητικά είδη επέλεξα να σας παρουσιάσω πρώτα τις τρείς συλλογές ποιημάτων Χαϊκού.Όπως ο ίδιος ομολογεί, πριν να έρθει στη ζωή του αυτό το, Ιαπωνικής προελεύσεως, είδος ποίησης σκεφτόταν σοβαρά να σταματήσει να γράφει. Ευτυχώς για εμάς δεν το έκανε και βρισκόμαστε σήμερα στην ευχάριστη θέση να διαβάζουμε τα πανέμορφα και πολύ έξυπνα ποιήματά του. Γιατί αν δεν υπάρχει η κατάλληλη ευφυΐα και ικανότητα να δημιουργείς ποιητικές φράσεις μέσα σε τόσο στενά περιθώρια, τότε απλά δεν μπορείς να γράψεις Χαϊκού. Για την ιστορία, να θυμίσω ότι τα Χαϊκού εμφανίστηκαν στην Ευρώπη μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα, ενώ η γέννησή τους τοποθετείται στην Ιαπωνία του 16ου αιώνα. Αποτελούνται από 17 συλλαβές συνολικά οι οποίες συνήθως διαιρούνται σε τρείς στίχους, με τη σειρά 5 - 7 - 5.

Η πρώτη από τις τρεις συλλογές φέρει τον ιδιαίτερο τίτλο «Πατέ στρουθοκαμήλου» (2008). Θα αρχίσω λέγοντας πως αυτή η συλλογή μοιάζει να γράφτηκε μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον ενός ήσυχου σπιτιού. Και το λέω αυτό, διότι πρώτη φορά συναντώ ποιήματα να συνδέονται τόσο όμορφα με επιτραπέζια παιχνίδια! Σκάκι, τάβλι και τράπουλες χρησιμοποιούνται ως εκφραστικά μέσα για τη μετάδοση ανάλογων μηνυμάτων. Γράφει ενδεικτικά:

Τα μαύρα πιόνια

έγιναν βασίλισσες.

Ακόμα παίζεις;

Σε άλλες πάλι περιπτώσεις καβαφικοί συνειρμοί ήρθαν στη σκέψη μου καθώς συχνά ο ποιητής επιλέγει να απομονωθεί στο γραφείο του και ν’ ασχοληθεί με τη διαδικασία της ποιητικής δημιουργίας:

Πριν ακουμπήσω

μιαν αλήθεια στο χαρτί

φοράω γάντια.

Ή το

Αν σου απλώσω

τις πληγές μου στο χαρτί

θα τις διαβάσεις;

Υπάρχουν επίσης κάποια Χαϊκού, σκόρπια μέσα στο βιβλίο, που μιλάνε για την αγάπη. Ίσως ως ευχάριστες νότες ή καλύτερα ανάσες πριν να προβληματιστείς με κάποιους άλλους στίχους, που περιέχουν φιλοσοφικούς και κοινωνικούς στοχασμούς ή σαρκαστικές εθνικό - πολιτικές αναφορές. Θα κλείσω αυτή την πρώτη συλλογή με ένα ευφυέστατο ποίημα, που είναι ιδιαίτερα επίκαιρο στις μέρες μας.

Γνωστές γραβάτες

άγνωστος στρατιώτης.

Καλά στέφανα.

 


Το δεύτερο βιβλίο με ποιήματα Χαϊκού έχει τον τίτλο «Γλώσσα λανθάνουσα» (2010). Είναι σαφώς μια διαφορετική συλλογή, που επικεντρώνεται περισσότερο σε υπαρξιακά και πολιτικά ζητήματα. Και πάλι φυσικά εμφανίζονται κάπου κάπου τα τραπουλόχαρτα, οι τσόχες και τα σταυρόλεξα. Ίσως επειδή ο Χάρης Μελιτάς έχει κατανοήσει πως κάπως έτσι είναι τελικά η ζωή. Ένα μάταιο παιχνίδι με το χρόνο. Γράφει σχετικά:

Πώς τρέχεις έτσι

τρελό μου καλεντάρι

όσο γερνάω;

Υπάρχει επίσης ένα Χαϊκού στο κέντρο του βιβλίου, που ίσως θα έπρεπε να βρίσκεται στην πρώτη σελίδα:

Δεν ξαναβάζω

ζάχαρη στους στίχους μου.

Τους στρογγυλεύει.

Και πράγματι εφαρμόζει στο έπακρο αυτό που δηλώνει, όταν δεν χαρίζεται σε καμία περίπτωση στο πολιτικό κατεστημένο, στη φυλάκιση των ιδεών, στο απαράδεκτο σφράγισμα της ελευθερίας του λόγου. Θα κλείσω χωρίς περαιτέρω λόγια, αυτό το βαθυστόχαστο βιβλίο, παραθέτοντας κάποια σχετικά, με τα προαναφερθέντα, Χαϊκού:

Ενδιαφέρον

το πρόγραμμα σύγκλισης.

Ένδεια φέρον.


Βρήκαν στο νου του

Ίχνη συνειδήσεως.

Χειρουργήστε τον.


(Λωρίδες Γάζας)

Πώς να τυλίξεις

ματωμένες σελίδες

με επιδέσμους;

 


Θα κλείσουμε αυτό το υπέροχο ταξίδι στους στίχους του Χάρη Μελιτά με την τρίτη και τελευταία συλλογή Χαϊκου, η οποία τιτλοφορείται «Μαύρη σοκολάτα» (2011). Και τι χαρακτηρίζει τη μαύρη σοκολάτα; Έχει μια σχετική γλύκα αλλά και μια ελαφριά πίκρα, σαν τη γεύση που αφήνουν τα χρόνια που περνούν. Αναμέτρηση με αυτά που κάναμε ή με όσα μείναμε άπρακτοι, με αυτά που στοιχειώνουν τα όνειρά μας, με τις αναμνήσεις φίλων μας που δεν υπάρχουν πια….

Χαμένα χρόνια

στους δρόμους της ψυχής μου

Διαδηλώνουν.

Αυτό που διαφοροποιεί αυτή τη συλλογή από τις υπόλοιπες είναι η σύνδεσή της με τη θάλασσα. Και δεν είναι αφύσικο, εφόσον μέσα στην πολύβουη και βασανισμένη Αθήνα, εικόνες από τα όμορφα Κύθηρα, τόπο καταγωγής του Χάρη Μελιτά, σίγουρα θα τριβελίζουν τη σκέψη του. Μια όμορφη θάλασσα, που περιφρονήθηκε μαζικά από το νεοέλληνα, ο οποίος επέλεξε το ασφυκτικό στρίμωγμα του οπλισμένου σκυροδέματος! Τι είναι αυτό που χάσαμε τελικά απ’ τη ζωή μας; Τι είναι λοιπόν για τον ίδιο τον ποιητή η θάλασσα;

Νοητικό ταξίδι αυτογνωσίας;

Με σάπιους κάβους

δέθηκα Σειρήνα μου.

Τραγούδησέ με.


Τόπος διαφυγής;

Φεύγουν τα πλοία

αλλά πού να βρεις ταξί

για το λιμάνι;

Ή απλά στοιχείο αυτοκάθαρσης;

Ναυαγισμένοι

συλλέγουμε συντρίμμια.

Νόμιμη μοίρα.



Την απάντηση δίνει στο τέλος μόνος του και είναι απόλυτα αποστομωτική!

Να τι δεν έχει

η νήσος ουτοπία.

Ένα λιμάνι…

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης