Εκδόσεις Μανδραγόρας

«Το στοίχημα του Ησίοδου και το επιπλέον» του Σπύρου Γεωργίου αποτέλεσε μια έκπληξη αλλά και μια πρόκληση για το Αποστακτήριο. Καθώς ήταν το πρώτο δοκίμιο που λάβαμε, μέσα στον ενάμισι περίπου χρόνο λειτουργίας της σελίδας μας. Γνωρίζοντας ότι το δοκίμιο έχει ως κύριο σκοπό την άσκηση, την εκμάθηση αλλά και την επιστημονική προσέγγιση λογοτεχνικών κειμένων, η αποστολή μας να παρουσιάσουμε αυτό το βιβλίο στους αναγνώστες του Αποστακτηρίου γινόταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Ο Συγγραφέας σκηνοθετεί έναν υποτιθέμενο διάλογο ανάμεσα στον ποιητή Ησίοδο και τα μέλη μιας οικογένειας, που τον φιλοξενεί στην Οινόη της Λοκρίδας. Χρησιμοποιώντας ως υπόβαθρο το γνωστό μύθο της Πανδώρας στήνεται ένας φιλοσοφικός διάλογος, όπου θίγονται αλλεπάλληλοι προβληματισμοί. Στο επίκεντρο της συζήτησης ο Ησίοδος, ο οποίος προσπαθεί αφενός μεν να μεταδώσει τα δικά του πιστεύω με σαφήνεια και τεκμηρίωση, αφετέρου δε να αποκρούσει τις αντίθετες απόψεις των συνομιλητών του. Η πρακτική αυτή θυμίζει έντονα τον «Πλατωνικό διάλογο», όπου οι συνομιλητές θέτουν τις διάφορες θέσεις τους, οι οποίες συχνά ανατρέπονται. Και τελικώς πείθονται από τον πρωταγωνιστή του διαλόγου να στραφούν προς τη μια βασική γνώση και αλήθεια. Ο Ησίοδος μετουσιώνεται σε έναν φιλόσοφο που συνδιαλέγεται, όπως ακριβώς χρησιμοποιείται η μορφή του Σωκράτη από τον Πλάτωνα. Ένας φιλόσοφος που πασχίζει να πείσει, αλλά και να γεφυρώσει τις αντίθετες γνώμες. Σύμφωνα με τον Mario Vegetti, αυτή η διαλεκτική μέθοδος προϋποθέτει ανθρώπους με τις απαραίτητες γνώσεις ή όπως τους αποκαλεί «….πνευματικά και κοινωνικά άξιους».  Έτσι και ο Σπύρος Γεωργίου συμπορεύεται πλήρως με αυτήν την τακτική όταν ξεκαθαρίζει πως «…οι παρευρισκόμενοι στο δείπνο ήταν καλλιεργημένοι άνθρωποι και εξοικειωμένοι με τον διάλογο».

Τα θέματα που θίγονται πολλά. Κάθε φορά που "εξαντλείται" ένα από αυτά, ως Λερναία Ύδρα της μυθολογίας, ξεπετάγονται άλλα τόσα. Η θεοσέβεια, η σωφροσύνη, η ανθρώπινη φύση, ο ρόλος της τελετουργίας, η θνητότητα, η αγάπη, οι ανθρώπινες σχέσεις, το ήθος, η συνείδηση, η ελπίδα, η Τέχνη. Προσωπικά με άγγιξε η διττή διάσταση των εννοιών αγάπη και ελπίδα. Πράγματι ο Σπύρος Γεωργίου μας κάνει να σκεφτούμε ότι καμία έννοια δεν έχει δεδομένη οντότητα. Η υπέρμετρη για παράδειγμα ελπίδα σε κάτι, μπορεί να μας οδηγήσει σε παθητική στάση και σε απραξία. Όπως τονίζει ο συγγραφέας, είναι  στιγμές που ο άνθρωπος μπορεί «...να απαρνηθεί την απελπισία και να θεωρήσει αυτονόητη την ελπίδα». Μπορεί όμως μια τέτοια έννοια, όπως η ελπίδα, να έχει δυο διαφορετικές οπτικές; Θεωρώ ότι ακόμα και αυτή η προσέγγιση του θέματος αποτελεί μια φιλοσοφική άσκηση, διότι κατά την αριστοτελική "αρχή της αντιφάσεως", ανάμεσα σε δυο αντιφατικά γνωρίσματα μόνο το ένα είναι αληθές. Και δεν μπορεί μια ιδιότητα να χαρακτηρίζει ή να μην χαρακτηρίζει το ίδιο πράγμα. Αρκεί τα υποστηριζόμενα να μπορούν να αποδειχτούν με την κατάλληλη επιχειρηματολογία (Δημήτριος Κρικώνης: Η Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία).

Πιστεύω ότι αυτό το πάντρεμα του μύθου με τον φιλοσοφικό διάλογο μόνο επιτυχημένο μπορεί να θεωρηθεί, καθώς καταφέρνει να μας εξασκήσει το νου, να μας υπενθυμίσει τις ικανότητες και τις προοπτικές ενός γόνιμου διαλόγου και τελικά, μέσα από αυτή τη διαδικασία, να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης


Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι λογοτέχνες μπορούν να  συλλάβουν τις πιο απίθανες ιδέες. Γιατί εκεί που νομίζεις πως σχεδόν τα έχεις  μελετήσει όλα, φθάνουν στα χέρια σου συλλογές σαν κι αυτή, που σου ανατρέπουν τα δεδομένα. «Δάσκαλε εσύ, σοφέ λαέ μου, με ρητά και παροιμίες δίδαξέ μου» ονομάζεται αυτό το εξαίσιο έργο της Ευαγγελίας – Αγγελικής Πεχλιβανίδου.

Περί τίνος πρόκειται όμως; Η λογοτέχνης αποφάσισε, μέσω της ποίησης να μας κάνει τις ήδη γνωστές μας παροιμίες πιο εύπεπτες και να μας τις παρουσιάσει με μια άλλη εναλλακτική ματιά. Για να γίνουμε πιο σαφείς πρόκειται για 151 παροιμίες που εξηγούνται με έναν ευφυέστατο και πρωτότυπο τρόπο, συνήθως με μέτρο και με ρίμα.

Για την ιστορία να πούμε ότι οι παροιμίες αποτελούν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της «προφορικής» λογοτεχνίας. Στερεότυπες φράσεις ενταγμένες στον καθημερινό λόγο του ανθρώπου, που θέλουν να τονίσουν ή να υπαινιχθούν κάποια συγκεκριμένα θέματα. Άλλωστε από αυτό σχηματίστηκε και η ίδια η λέξη "παροιμία": παρά (δίπλα) + οίμος (δρόμος). Από φράσεις δηλαδή που χρησιμοποιούνται έξω στο δρόμο… Τις συναντούμε σε μια ευρύτατη ποικιλία μορφών, έμμετρες ή πεζές, μικρές ή μεγαλύτερες σε έκταση. Καλύπτουν επίσης μια μεγάλη θεματολογία, που μπορεί να θίγει θρησκευτικά, κοινωνικά και ηθικά ζητήματα, ενώ είναι γνωστό ότι παροιμίες υπήρχαν και κατά τους αρχαίους χρόνους.

Αν και αυτή η ποιητική προσπάθεια διακατέχεται από έναν παιδαγωγικό περισσότερο χαρακτήρα, εντούτοις μπορεί να διαβαστεί κάλλιστα από ανθρώπους όλων των ηλικιών. Γεγονός είναι πάντως πως η διαδικασία της ανάγνωσης σου δημιουργεί υποσυνείδητα μια ευχάριστη αίσθηση.

Τα σκίτσα της συλλογής έχει επιμεληθεί ο Ηλίας Λάλος, ενώ έχει βραβευθεί με Αριστείο από το Πνευματικό Πρακτορείο του Γιοχάνεσμπουργκ.


«Το 'να χέρι νίβει τ' άλλο, και τα δυο το πρόσωπο»


Είναι δύσκολο μονάχος
να περνάς τις δυσκολίες. Δώσε στήριγμα και πάρε
στης ζωής σου τις πορείες.
Μια ματιά σου με φροντίδα
και χαμόγελο θα πάρεις.
Και με πιο μεγάλη ελπίδα
για καινούργια θα σαλπάρεις

Πάντα να 'χεις στο μυαλό
το απλό τούτο ρητό
με απόσταγμα σοφίας.
Το' να χέρι νίβει τ' άλλο
Και το πρόσωπο τα δυο.

Δώσ' μου χέρι βοηθείας
να σου δώσω και εγώ.


«Από μικρό (ή από παιδί) κι από τρελό, μαθαίνεις την αλήθεια»


Μ' αθώα μάτια σε κοιτούν
και ξέρεις πως, αληθινά,
ούτε ένα ψέμα θα σου πουν.
Αγνά τα μάτια, αγνή η ματιά.


Πού είναι η αλήθεια, αν θες πολύ
να ξεχωρίσεις και να δεις,
να μη ρωτήσεις, μη θαρρείς
στην κοινωνία όπου ζεις,
θα σου την πούνε όλοι αυτοί
που 'ναι ώριμοι και συνετοί
μες στη ζωή σου σα διαβαίνεις.
Μάθε πως μόνο από παιδί
πού 'ναι αθώο και αγνό
κι από τον άκακο τρελό
ποια είναι η αλήθεια θα μαθαίνεις!


 

 

 

Αλέξανδρος Ακριτίδης

Εκδόσεις Γαβριηλίδης

Μετά την πολύ αξιόλογη ιστορική μελέτη που πραγματεύεται την Προσφορά της Κύπρου στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Νίκος Μπατσικανής επιστρέφει για να χαρίσει στους αναγνώστες του μια νέα ποιητική συλλογή. «Όνειρο» ονομάζεται και έρχεται για να επαληθέψει τον κανόνα. Πως η ποίηση δε χρειάζεται να είναι περίπλοκη και δυσνόητη για να είναι ποιοτική. Δεν απαιτούνται ακραίες εκφραστικές εξάρσεις ούτε ανούσια πλουμιστά λόγια. Αρκεί η αγάπη, η ευγένεια, η αγνότητα, η λιτότητα, η σωστή έκφραση. Στοιχεία που έτσι κι αλλιώς χαρακτηρίζουν όλη την πορεία του Νίκου Μπατσικανή στη Λογοτεχνία αλλά και στην ίδια τη ζωή.

Ο ποιητής χρησιμοποιεί τα όνειρα ανάλογα με την περίσταση. Άλλα σου βασανίζουν τη σκέψη, άλλα σου θυμίζουν πρόσωπα, άλλα σε φέρνουν αντιμέτωπο με το είναι σου και άλλα πασχίζουν να σου αποπροσανατολίσουν το μυαλό... Ο κύριος προορισμός αυτών των ονείρων είναι συνήθως κάποιο πρόσωπο, μια αγάπη που δεν τελεσφόρησε, μια ανάμνηση που μάτωσε την καρδιά. Το κοντράστ συναισθημάτων δουλεμένο έντεχνα. Από τη μια αντικατοπτρίζει τον πόνο του αφηγητή που δε διστάζει να τον εξωτερικεύσει εν μέσω συναισθηματικών εξάρσεων, ενώ απ’ την άλλη το δεύτερο πρωταγωνιστικό άτομο παραμένει βουβό, παγωμένο, αχνό, νεκρικό, διάφανο, ανέκφραστο…

Τα ποιήματα δε φέρουν κανένα τίτλο ίσως γιατί θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελούν μια ενιαία ιστορία. Αν και οξύμωρο να γράφεις για όνειρα, ενώ είσαι απόλυτα ξυπνητός και σε εγρήγορση, εντούτοις γίνεται εμφανές ότι οι στόχοι του ποιητή είναι βαθύτεροι. Αν ο Φρόιντ έσμιξε όνειρα κι επιστήμη για να ερμηνεύσει την ανθρώπινη ψυχή, ο Νίκος Μπατσικανής σμίγει τα όνειρα με την ποίηση για να ερμηνεύσει τον ανθρώπινο πόνο. Τον πόνο της μοναξιάς, της απώλειας, της χαμένης ευκαιρίας…


Λεπίδα μαχαιριού το νιο φεγγάρι
μπηγμένη στο στήθος τ' ουρανού
στης νύχτας το κουφάρι.

Αιθάλη παντού
ζαρώνω σε μια γωνιά

τυλιγμένος της μοναξιάς μου τα κουρέλια.

Στον γκρεμό που ανοίγεται μπρος μου
οι ανεκπλήρωτοι πόθοι
μαβιά κυκλάμινα.

Κοιμάται η μοίρα μου απόψε
κι εγώ να φτερουγίζω στο κενό
γεράκι που ελλοχεύει τη μορφή σου.

Στου νου το παραλήρημα
εδώθε κλαίω από χαρά
εκείθε από πόνο.


Ο Νίκος Μπατσικανής καταφέρνει με ακριβή χτυπήματα να μας υπενθυμίσει για μια ακόμη φορά την ποιητική του ικανότητα. Πώς γίνεται αυτό; Εκεί που πιστεύεις πως υπάρχει βιωματική ταύτιση ποιητή – αντικειμένου, έρχεται να σου αποδείξει πως μπορεί τελικά να έχει το ρόλο ενός τρίτου ουδέτερου προσώπου, που απλά αναλύει όλα όσα προκαλεί μια ονειρική κατάσταση. Για του λόγου το αληθές παραθέτει μια ολόκληρη σειρά ποιημάτων όπου περιγράφει τι είναι ή τι δεν είναι τελικά το όνειρο.


…Όνειρο

φίδι στον κόρφο σου
αγρίμι λεύτερο
τρένο δίχως σταθμό
αφετηρία και προορισμό.
Μεθυσμένο καράβι
αλάνι και γόης της νύχτας.
Κίβδηλο νόμισμα
στοχασμού δεκανίκι
νου πηδάλιο
νύχτας παράσιτο
νόθο γέννημα
αποπαίδι του ύπνου.


Αλλού το όνειρο όμως αποτελεί ελπίδα, λυρική παρένθεση, ουτοπικό σύμπαν. Αδιαφορεί αν κατά τους επιστήμονες τα όνειρα είναι μόνο ασπρόμαυρα. Ο έρωτας και η ζωή χρειάζονται χρώμα, πορφυρό αίμα, ζωντανές εικόνες, λουλούδια και γαλάζια χιονισμένα δέντρα, πράσινους κύκνους, μπλάβα ποτάμια….


…Μια γυναίκα

μ' ένα κόκκινο σάλι που σέρνεται πίσω

και πιάνεται στα ξερά χόρτα

και στ' αγκάθια του ονείρου

δίχως να νοιάζεται που τα έλκει μαζί της.

Ομφάλιος λώρος της μάνας

ματωμένος υμένας κόρης που πλάγιασε

στο παρθενικό της σμίξιμο.


Είναι γεγονός πως κανείς δεν γνωρίζει την αλήθεια γύρω από τα όνειρα. Γιατί τα βλέπουμε, πότε τα βλέπουμε, πόσο διαρκούν, τι σημαίνουν. Άγνωστος και ανεξερεύνητος ο ανθρώπινος νους πλάθει μυστηριακά ταξίδια. Όπως σωστά υπενθυμίζει ο ποιητής μοιάζουν σκηνές από ταινίες φαντασίας, με άγνωστο σκηνοθέτη και χωρίς κανένα μοντάζ…


Όνειρο

- τρελέ σκηνοθέτη

- νου παρανάλωμα
φτιάξε

κι απόψε

το έργο

στα μέτρα σου.

Εσύ διαλέγεις ήρωες

τοπία, σκηνικά

κι εγώ

ούτε καν

κομπάρσους.

Σύρε το βαγονέτο σου

στις ράγες του μυαλού

αδιάκοπα.

Το ξέρω

πάλι

θα παραδώσεις την κόπια έτσι

χωρίς μοντάζ

ακατέργαστη.

Μάταια παρακάλια

ικεσίες κι απειλές.


Τελικά καλύτερα στο όνειρο ή στη ζωντανή πραγματικότητα; Είναι στιγμές που τα όνειρα γίνονται εφιάλτες και σε τυραννούν ολονυχτίς αλλά και κάποιες άλλες που παρακαλάς να μην ξυπνήσεις από την αίσθηση ευφορίας. Γιατί έτσι ακριβώς είναι και η ζωή μας. Άλλοτε μας ικανοποιεί κι άλλοτε θα θέλαμε λίγα περισσότερα από αυτήν…


Ξυπνώ

λουσμένος στον ιδρώτα και στα κλάματα.

Τέλειωσε

πάει πια

θα πάρω την τύχη στα χέρια μου.
Εγώ θα κουμαντάρω την υπόθεση μέσα στα όνειρα.

Κι έμεινα εκεί

να περιμένω

καθώς δεν ήξερα

η Αγάπη πως θ' αργήσει…

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης

Εκδόσεις Τετράγωνο

Τα «Χαμένα κορμιά» του Διονύση Μαρίνου είναι ένα μυθιστόρημα όπου έχει ως κύριο θέμα τις εξαφανίσεις ανθρώπων. Όταν ωστόσο τελειώνεις το βιβλίο, αντιλαμβάνεσαι ότι αυτοί οι άνθρωποι χωρίζονται σε δυο κύριες κατηγορίες. Η πρώτη αφορά αυτούς που τους εξαφάνισαν οι άλλοι και μέσα σε αυτήν την κατηγορία θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε τον απλό άγνωστο λαό, άτομα της τρίτης ηλικίας, φοιτητές που εξαπατήθηκαν για μια καλύτερη παιδεία, νέους που τους έταξαν ένα καλύτερο αύριο… Στη δεύτερη κατηγορία όμως ανήκουν αυτοί που εξαφανίστηκαν από μόνοι τους, όπως όσοι χρωστούν κι εξαπατούν τους πάντες, όσοι ανέλαβαν τα χρυσά ηνία της χώρας μας και αφού τα έβαλαν στην τσέπη τους την άφησαν να πέσει στο γκρεμό, όσοι μεγαλόστομοι και μεγαλόσταυροι φοβήθηκαν τη λαϊκή οργή και προτίμησαν τα Ελβετικά σαλέ…

Το πόσο επίκαιρο είναι αυτό το μυθιστόρημα δεν περιγράφεται με λόγια…. Με βρισιές θα ήταν προτιμότερο, έτσι για να εκτονωθείς και λίγο για τις αλήθειες που αυτό το βιβλίο σου "καρφώνει" στη σκέψη. Ηγέτες που δεν αντιλαμβάνονται την ανικανότητά τους, αναξιοκρατικός κρατικός μηχανισμός, βολεμένοι εργατοπατέρες, ξενόφερτοι "ειδικοί" που αλωνίζουν στα υπουργεία μας δίχως ίχνος αντίστασης κι αξιοπρέπειας, δημοσιογράφοι "καρχαρίες" που διαστρεβλώνουν την αλήθεια… Το μενού της διάλυσης συμπληρώνουν "ξεπεσμένα" πρωινά πρόσωπα, που καταπίνουν αδηφάγα τον πολιτισμό μας και τον φτύνουν σε μορφή κρεμ μπρουλέ, κάπου ενδιάμεσα από το ωροσκόπιο της ημέρας και την παρέλαση λεπτεπίλεπτων πισινών με μεταξωτά βρακιά, όπως λέει κι ο Διονύσης… Αυτό όμως που σε συγκλονίζει και σου κάνει κόμπο το στομάχι συνάμα, είναι η απειλή της εξαφάνισης της ίδιας της χώρας… Αυτό κι αν δεν είναι επίκαιρο, τη στιγμή που βιώνουμε τους απόγονους του Γ΄ Ράιχ να απαιτούνε εθνικές κυριαρχίες, ενώ τζογαδόροι των μεγάλων υπερδυνάμεων ανεβοκατεβάζουν στη θέση του πρωθυπουργού όποιον τους κάνει κέφι…

Η γραφή του Διονύση Μαρίνου είναι σαφώς έξυπνη και πρωτότυπη. Πότε μιλάει σε τρίτο πρόσωπο και πότε σε πρώτο απευθυνόμενος στον αναγνώστη! Διακρίνεται από τη χρήση μιας ιδιαίτερης ορολογίας, συναφής με το δημοσιογραφικό του επάγγελμα αλλά και με το ποδόσφαιρο. Σε πολλά σημεία διέγνωσα ένα πηγαίο σαρκαστικό χιούμορ και μια, όχι άδικη, ειρωνική διάθεση προκειμένου ν’ αποδοθεί με γλαφυρότητα η κατάντια του πολιτικό-κοινωνικού μας συστήματος. Πλάθει με επιδεξιότητα τους χαρακτήρες του, οι οποίοι μέσα σ’ ένα γκρίζο και απρόσωπο αστικό τοπίο, λαμβάνουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης με την αδιαφορία τους. Ο αφανής ήρωας της τελευταίας πράξης αρνείται να επανεμφανιστεί σε όλους αυτούς που για χρόνια αγνοούσαν ακόμα και την ύπαρξή του! Τελικά μαζί με τον ερχομό της ελπίδας έρχεται να βασιλέψει ξανά ο παραλογισμός κι έτσι ο κύκλος συνεχίζεται…

Τα Χαμένα Κορμιά αποδεικνύουν περίτρανα πως οι νέοι σήμερα ορθώνουν με σοβαρότητα το δικό τους πολιτικό-αντιδραστικό λόγο, ενάντια στο ψέμα, την κοινωνική αδικία, την ανεργία, την ανισότητα, την πολιτική παρακμή. Ακόμα κι όταν ένας άσημος ήρωας φωνάζει «εκπέμπουμε SOS….. για τη Δημοκρατία μας» νιώθεις πως πίσω από αυτή τη γραφή, που σκοπίμως προσπαθεί να φανεί αχρωμάτιστη και ουδέτερη, κρύβεται ο πόνος και η αγωνία του συγγραφέα για το αύριο. Το αύριο των παιδιών μας, της ταλαιπωρημένης χώρα μας, της ίδιας της ζωής…

 

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης

Εκδόσεις Βεργίνα

Διάβαζα τα «ποιήματα της φεγγαρογιαγιάς» στα δυο μου παιδάκια και μόλις τελείωνα, με μια φωνή μου έλεγαν «ξανά!». Για να λέω την αλήθεια ήταν η πρώτη φορά που τους διάβαζα κάτι τέτοιο, αλλά το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό! Σχεδόν αποσβολωμένα άκουγαν τη μια ιστορία πίσω από την άλλη και στο τέλος μου έλεγαν επιλεκτικά: «μπαμπά το σπουργίτι, τη γοργόνα, τη φεγγαρούλα….» Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου! Είχαν συγκρατήσει τα περισσότερα ποιήματα! Κι έπειτα σκέφτηκα… τελικά είμαστε πολύ τυχεροί…. Αν ένα παραμύθι έχει μια ενιαία υπόθεση, αυτή η παιδική ποιητική συλλογή περιλαμβάνει αμέτρητα αυτόνομα παραμυθάκια! Τα συγχαρητήρια λοιπόν στην Παναγιώτα Ζαλώνη είναι λίγα…

Η πολύχρονη εμπειρία της στη συγγραφή αποτυπώνεται έντονα στο βιβλίο. Βαθιά στοργική και συμπονετική, "ως φεγγαρογιαγιά", εισβάλει στην παιδική ψυχή, γεμίζοντάς την εικόνες, αγάπη, χαλάρωση, ονειροπόληση. Εντυπωσιακό είναι επίσης το γεγονός ότι καταφέρνει να μεταδώσει στο παιδί πάμπολλα μηνύματα, για την ειρήνη, την πίστη, τη φτώχια, την οικογένεια, το ρατσισμό, τη θαλπωρή της οικίας.

Είναι τελικά πιο απλό απ’ ότι φαίνεται. Σε κάθε σχολική γιορτή, είτε εθνική είτε θρησκευτική, μαθαίνουμε στα παιδάκια μας ποιήματα για να τα απαγγείλουν και συγκινημένοι τα χειροκροτούμε. Κι ενώ τους αρέσουν τόσο πολύ, ενώ τα μαθαίνουν μονορούφι, εντούτοις εμείς οι γονείς δεν διατηρούμε ζωντανή αυτή τη σχέση της ποίησης με τα παιδιά. Και πιστέψτε με σήμερα έμεινα έκπληκτος με την προσοχή τους. Το συνιστώ λοιπόν ανεπιφύλακτα σε κάθε γονιό…

Για την ιστορία, το εξώφυλλο φιλοτέχνησε η εκπαιδευτικός Γεωργία Κουπάρη, η εσωτερική εικονογράφηση ανήκει στην ίδια τη συγγραφέα, ενώ συμμετοχή έχει επίσης στο έργο η επτάχρονη Αντωνία Κουρνοπούλου.

 

 

Φεγγαρούλα μου

Λουλουδόσκονη θα στρώσω
δρόμους να περνάς
με τη χαρά σου χέρι-χέρι
για να σεργιανάς.

Φαναράκια θα κρεμάσω
τα τραγούδια μου,
για να βλέπεις,
μη σκοντάψεις και πονέσεις
φεγγαρούλα μου.

Μην πονέσεις, μη μου κλάψεις
και δακρύσει ο Ουρανός
κι απ' το δάκρυ του θαμπώσει,
η Πούλια κι ο Αυγερινός!...

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης