«Με ταχύτητα καρδιάς» τιτλοφορείται η δεύτερη ποιητική συλλογή του Φίλιππου Αγγελή. Κι αν αυτός ο "αγγελικά πλασμένος" τίτλος προκαλεί όμορφους συνειρμούς στη σκέψη του αναγνώστη, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Αν είχαμε μια ζυγαριά και βάζαμε απ’ τη μια τον έρωτα και απ’ την άλλη την κοινωνία, τότε αυτή θα έγερνε σίγουρα προς τη μεριά της κοινωνίας. Ναι, αυτή η ίδια είναι ο κύριος στόχος του ποιητή. Βέβαια δεν είναι σημαντική εκ μέρους μου η ανακάλυψη ότι ένας νέος άνθρωπος εντοπίζει, διακρίνει, περιγράφει και στηλιτεύει τις αρνητικές συνέπειες της "απάνθρωπης" αστικής ζωής. Φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να συμπεριλαμβάνει ακόμα και τον εαυτό του στους υπεύθυνους αυτής της κατάστασης.

Το σίγουρο είναι πως είναι βαθιά επηρεασμένη η ψυχή του από τα τόσα που η ζωή του έταξε με τον ερχομό του σ’ αυτόν τον κόσμο και που τα είδε τελικά να καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι. Μα δεν είναι απολύτως λογικό η κοινωνία να επηρεάζει αυτούς που φιλοξενεί στα σπλάχνα της; Με ποιόν τρόπο; Οι σύγχρονοι άνθρωποι λοιπόν θα γίνουν με τη σειρά τους καταπατητές των αθώων ψυχών, θα πουλήσουν κούφια ιδανικά, θα εξαπατήσουν, θα επιδιώξουν το συμφέρον, θα γίνουν ένα με το ψέμα…. Ο ποιητής έχει το γνώθις εαυτόν όταν γράφει:


Δεν φταις εσύ, δεν φταίω εγώ

ο άλλοι πάντοτε θα φταίνε-

χώμα να βρίσκει ό εγωισμός και να ριζώνει.

Δεν μ' αγαπάς; Δεν σ' αγαπώ

και σε σκοτώνω για να ζήσω·

αύτη είναι ή τάξη των πραγμάτων

και Τρίτη Παρουσία δεν αρκεί

του κόσμου το παράλογο για να το συνετίσει.


Ο Φίλιππος Αγγελής, ως νέος άνθρωπος που είναι, βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση της αλήθειας. Μα πριν φτάσει στο σημείο να "καταπιεί" τα δεδομένα, τα συγκεντρώνει, τα διυλίζει στη σκέψη του και τα αναλύει με πολύ αυστηρά κριτήρια. Ανάμεσά τους η φιλία, η αγάπη, η θρησκεία, η παιδεία, η κοινωνική πρόνοια, η καθημερινή είδηση. Κι αν κάποιοι στέκονται μετέωροι και μουδιασμένοι μπροστά στα τόσα ψεύτικα κι ανούσια πράγματα που μας βομβαρδίζουν καθημερινά, εκείνος παίρνει την πένα του και τα αραδιάζει στο χαρτί. Δεν τον νοιάζει αν αυτό που θα εξαχθεί μοιάζει με υπερρεαλισμό, αυτόματη γραφή ή καυστικό μανιφέστο. Τον νοιάζει απλά να πει αυτό που καίει τα σωθικά του.


Μεγαλώσαμε και πια δεν το μπορούμε...


Το μίσος, τα ίσως και τα δεν

τα μείνε, τα φύγε, το χωρίς

τα πάντα, σας το λέω, συνηθίσαμε

και τ' αστέρια κηλίδες σπέρματος σε στέρφο ουρανό τώρα τα βλέπουμε

έτσι όπως την ψυχή μας συνηθίσαμε

από του κόσμου το ασύδοτο το ύψωμα να την γκρεμίζουμε


Τελικά τι είναι η «ταχύτητα καρδιάς»; Αν και ο ίδιος σε κάποιο σημείο την αποδίδει στους αυξημένους παλμούς λόγω της νοσταλγικής θύμησης ενός χαμένου προσώπου, η αλήθεια αναδύεται από κάθε ποίημα, από κάθε στροφή. Η ζωή μας, ένα ψυχιατρείο όπως την περιγράφει συμβολικά, πρέπει ωστόσο να έχει και ακτίνες φωτός. Πρέπει να έχει και ευχάριστες νότες και ο ποιητής κάπου βαθιά μέσα του ίσως δεν έχει παύσει να ελπίζει.


Μα θα το ζήσουμε κι αυτό...

Κάποτε - θα δεις

στην ίδια εντοιχισμένη ευτυχία θα συγκατοικήσουμε ξανά

με την πόρτα απεγνωσμένα ανοιχτή

να μπαινοβγαίνει η ζωή φορτωμένη τα καινούργια της δώρα και

χαλάλι, θα λέμε, χαλάλι.


Είναι πολλά τα ποιήματα που μπορούν πραγματικά να σε αγγίξουν και γιατί όχι να σε ταρακουνήσουν. Rottenland, Δέκα λεπτά μιας Κυριακής, Εις μνήμην, Μετ’ εμποδίων, Υπ’ ευθύνη μου, Κύκνειο άσθμα. Κατά την ταπεινή μου άποψη όμως, το κορυφαίο ίσως ποίημα της συλλογής είναι η «Επέτειος». Θυμίζοντας θεατρικό μονόπρακτο, το ποίημα απεικονίζει μια γυναίκα να ζει μέσα στη δική της μοναχική απόγνωση, αναμειγνύοντας την πραγματικότητα με τη φαντασία και νιώθοντας την πικρή νοσταλγία να διαλύει το είναι της. Γνωρίζει πως είναι ουτοπική η προσμονή του αγαπημένου της αλλά και πάλι η παραίσθηση της δίνει φρούδες ελπίδες. Σας παραθέτω το δεύτερο μισό του ποιήματος και εσείς απλά απολαύστε το….


…..Τ' αγαπημένα σου ν' ακούγονται τραγούδια

την σημασία να σου παραχωρήσω που αξίζεις

και να προλάβω τα ρούχα μου τα πιο καλά να βάλω·

τόση φιλάρεσκη επισημότητα ξέμεινε αφόρετη στις κρεμάστρες.

Και τα μάτια -

να μην ξεχάσω να σκουπίσω τα μάτια.

Την εγκατάλειψη δεν θέλω να την δεις και να τρομάξεις.

Πρέπει, όμως, νά βιαστώ...


Να στρώσω λίγο τα μαλλιά, την πλάτη να ισιώσω

σημάδια, χρόνια κι ατυχίες μήπως μπορέσω ν' αποκρύψω

να ρίξω άρωμα σ' εκείνες του κορμιού μου τις πτυχές

που τότε αποζητούσες ν' αγκαλιάσεις

και την Παραίσθηση στο στόμα να ταΐσω·

μεγάλωσε πολύ το μωρό μου - σ' το λέω, θα εκπλαγείς.

Πρέπει, όμως, να βιαστώ...


Τέτοια χαρά πώς να συγκρατήσεις;

Κι εσύ όπου νά 'ναι θα φανείς

μ' αυτά τα χείλη τα δεινά -τ' απονενοημένα

που την ζωή μου έμαθαν πικρά να αθετούν και να της τάζουν.

Πρέπει, όμως, να βιαστώ...

τι κι αν τον δρόμο ξέρω πάλι πώς θα χάσεις

επέτειο θα είχαμε απόψε.

 

 

Αλέξανδρος Ακριτίδης

«Η γιγαντιαία πτώση μιας βλεφαρίδας» είναι μια ξεχωριστή συλλογή διηγημάτων. Διαρρηγνύοντας ριζικά κάθε δεσμό με τον κλασικό τρόπο συγγραφής ενός βιβλίου, η Μαρία Ιωάννου αναζητά νέους λεκτικούς δρόμους που διαποτίζονται από υπερρεαλιστικά και φανταστικά στοιχεία. Οι παρενθέσεις ανοίγονται τόσο συχνά, εμπεριέχοντας ωστόσο τη δική τους σημασία, ενώ υπάρχουν σκηνές που εκτυλίσσονται σαν γρήγορα καρέ μέσα σε υγρά και σκοτεινά τοπία, κάτι σαν μείξη SEVEN με ταινίες του Aronovsky (Requiem for a Dream). Οι ρόλοι αναμειγνύονται και εναλλάσσονται με γοργούς ρυθμούς. Οι ήρωες γίνονται θύματα των πράξεών τους ή του σύγχρονου αδίστακτου βίου, ενώ η ωμότητα των σκηνών ξεδιπλώνεται στα μάτια μας χωρίς κανένα ταμπού ή περιστροφές. Δεν κρύβω πως σε αρκετά σημεία σοκαρίστηκα, όχι γιατί αυτά που διάβαζα δεν υπάρχουν στον αληθινό κόσμο, αλλά γιατί θέλει τόλμη εκ μέρους του συγγραφέα για να τα παραθέσει έτσι απλά σε μια συλλογή διηγημάτων.

Πρωτοτυπία επίσης συνιστά το γεγονός ότι συχνά ο αφηγητής ήρωας μπορεί να είναι ένα άψυχο πράγμα, όπως ένας πολυέλαιος, ενώ διαδοχικά σερβίρονται στο πιάτο μας όλα τα προβλήματα που μπορεί να συναντήσει ένας άνθρωπος στη ζωή του και ιδιαίτερα εντός των μεγαλουπόλεων. Θίγονται κοινωνικά ζητήματα όπως η απώλεια του θανάτου, η αντίδραση των παιδιών στο διαζύγιο, η παχυσαρκία, οι καταπιεστικοί ρυθμοί της εργασίας, η ανεξέλεγκτη χρήση του διαδικτύου, το πρόβλημα των αστέγων, η παιδεραστία καθώς και η πολυπολιτισμικότητα που δημιουργείται από την αθρόα εισροή λαθρομεταναστών στις Δυτικές χώρες.

Με άγγιξε ιδιαίτερα το «Σελοφάν» γιατί η συγγραφέας κατάφερε να διεισδύσει με επιτυχία στην παιδική ψυχή και να αποδώσει τον τρόπο που αντιμετωπίζεται απ’ τα μικρά παιδιά ο Θάνατος, καθώς ακροβατούν ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία. Πολύ καλό επίσης το «Μπετόν» διότι το απονενοημένο διάβημα ενός ανθρώπου εντάσσεται εντελώς φυσιολογικά στην καθημερινότητα και στο ωρολόγιο πρόγραμμα της ζωής μας χωρίς να δίδεται καμία έμφαση στο ίδιο το γεγονός και χωρίς καμιά απόπειρα εντυπωσιασμού. Είναι αυτό που λέμε πιο λαϊκά πως «δεν θέλει και πολύ να σου γυρίσει το μυαλό και να κάνεις κάτι κακό…» Πολύ καλογραμμένα και έξυπνα επίσης το «Βαν» η «Ανάποδη πόλη» και η «Η γιγαντιαία πτώση μιας βλεφαρίδας».

Εύχομαι αυτή η νέα και διαφορετική φωνή της Κύπρου να βρει συμπαραστάτες και συνοδοιπόρους σ’ αυτούς τους νέους δρόμους που ανοίγει.

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης

Η Δήμητρα Καραφύλλη είναι πραγματικά μια πολύπλευρη καλλιτεχνική προσωπικότητα. Γνώριζα ότι είναι πολύ καλή ποιήτρια, γνώριζα επίσης πως είναι εξαίσια ζωγράφος και αγιογράφος, αλλά δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να πάρω στα χέρια μου μια δική της καλλιτεχνική δημιουργία. Και η ευκαιρία αυτή ήρθε τελικά με τη θαυμάσια ποιητική συλλογή που τιτλοφορείται «Στο βάθος κήπος». Κι αν, όπως ομολογεί η ίδια στον πρόλογό της, έχει την ικανότητα να ζωγραφίζει με κλειστά μάτια, εγώ θα συμπλήρωνα πως είναι πασιφανές ότι ακόμα και μέσω της ποίησής της ζωγραφίζει υπέροχα. Τα χρώματα, τα πινέλα, οι μπογιές, τα μολύβια και οι οπτικές γωνίες ξεφυτρώνουν με χάρη από τον λεκτικό της κήπο. Στο ποίημά της, με τίτλο «Τα καλώδια», δηλώνει:


Αγαπώ το λευκό, το κόκκινο, το κίτρινο, το μαύρο...


ενώ στο ποίημα «Το λεξικό» συνεχίζει


N' αλλάξω θέλω την παλέτα των χρωμάτων

που σκοτεινιάζουν τη ζωή.

Να σπάσω τα φθαρμένα μου πινέλα

που ολοένα μουντζουρώνουν την ελπίδα.

N' ανακαλύψω νέες κατακόκκινες μπογιές

τους στίχους να γεμίσω παπαρούνες.


Διέκρινα στα ποιήματα της Δήμητρας Καραφύλλη δυο βασικές ποιητικές τάσεις. Από τη μια είναι εμφανής ένας νοσταλγικός ρεαλισμός, ο οποίος δεν καλύπτεται πίσω από προσχήματα και ωραιοποιημένες καταστάσεις. Ναι, νοσταλγεί τις παιδικές της φίλες, αλλά δεν θα κρύψει τη θλίψη της για το γεγονός πως χαθήκανε μεταξύ τους. Το ίδιο κάνει με τις αναμνήσεις, τις μυρωδιές, τις γεύσεις και την ομορφιά γενικότερα, στο ποίημα «Χαμένη Εδέμ», τα οποία «κλείσαμε στην κατάψυξη και εκεί τα ξεχάσαμε», αποδεχόμενη και τη δική της συμμετοχή στην ευθύνη. Μπορεί να νοσταλγεί τον έρωτα, τη νιότη και τα χαμένα "χρόνια της αθωότητας" αλλά και πάλι ο ρεαλισμός της δεν την αφήνει να αφεθεί… Ευθύς η προσοχή της αποσπάται από μια κόκκινη τρίχα που πέφτει στο στρώμα της και στην αναπόφευκτα χαμένη μάχη με το χρόνο. Μια κόκκινη γραμμή που μεταφορικά συμβολίζει τη μετάβαση. Το σημείο εκείνο που κατανοείς την αλλαγή. Πόσες φορές δεν έχουμε νιώσει το ίδιο κοιτώντας στον καθρέπτη;


ΚΟΚΚΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ


Κόκκινη γραμμή. Διαχωριστική

ανάμεσα στο χτες και το σήμερα.

Αμείλικτη, ανάμεσα στο πριν και το μετά.

Μια κόκκινη τρίχα στο καθαρό σου σεντόνι.

Κόκκινη. Μακριά. Ευθεία.

Ξυραφιά σε κατάλευκη επιδερμίδα.

Κοίτασμα απόγνωσης.

Με σκόνες, βότανα, γητειές

δεν μπόρεσα ν' αποτρέψω το μοιραίο.

Κοιταχτήκαμε κατάματα.

Ένα ποτήρι δάκρυα

πώς να το στεγνώσεις, εσύ;

Εσύ, που βιάστηκες με τον πιο λάθος τρόπο

να με παρηγορήσεις.

«Είναι δική σου, δες, δική σου».

Πένθησα.


Πένθησα για μια τρίχα ακόμη

από την άπιστη πτωχή μου κόμη.


Η δεύτερη ποιητική τάση της Δήμητρας Καραφύλλη επικεντρώνεται στην ίδια την ποιητική δημιουργία. Το βλέπουμε στο «Λεξικό» στην «Οπτική γωνία», στη «Χάρτινη βάρκα», στο «Γλώσσα A LA POETA», στο «θα». Τι πραγματεύεται; Σχεδόν τα πάντα! Την αγωνία της έμπνευσης, τη στείρα γραφή, τη μίμηση, την προσπάθεια για πρωτοπορία, τη δύναμη της πένας, τον ποιητικό οίστρο. Και όταν χρησιμοποιεί ρίμα και μέτρο θαρρείς υποσκάπτει τα θεμέλια του "δήθεν" ποιητικού κατεστημένου. Με μια ειρωνική και σκωπτική διάθεση καταφέρνει άψογα να μεταδώσει τα μηνύματά της. Και με ένα τέτοιο δείγμα γραφής θα σας αποχαιρετήσω. Διαβάστε το και ο "νοών νοείτω!"


ΓΛΩΣΣΑ «Α LΑ ΡΟΕΤΑ»


Υλικά: Λόγια μεγάλα

μια ιδέα, μία σάλα

δυο σουσούδες, πέντε γέροι

αλατάκι και πιπέρι

για να νοστιμίσ' η γλώσσα

που τραβά τα μύρια όσα

από άπονους γραφιάδες

ευμενείς στους τεμενάδες.

Λίγο δάκρυ, λίγο πνεύμα

να γαρνιριστεί το γεύμα

αλευρώνουν, τηγανίζουν

τους εκδότες λιβανίζουν.

Ψάχνουν ρεύματα και τάσεις

φτιάχνουν άγευστες προτάσεις

ψιλοκόβουν τα στιχάκια

λες και είναι κρεμμυδάκια.

Ό,τι τους κατέβει γράφουν

μαγειρεύουν, αντιγράφουν

σε ανώφελο νυχτέρι

μ' ένα λεξικό στο χέρι.


Μα η γλώσσα δεν χαϊδεύει

στο ταψί πολλούς χορεύει

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης

 

O «Κόκκινος ποταμός» δεν είναι τυχαίο παραμύθι. Είναι μια σπουδαία προσπάθεια από την Παρθένα Τσοκτουρίδου, να υπενθυμίσει στους μεγάλους και να διδάξει στους μικρούς την αλήθεια γύρω από μια ασθένεια που ταλαιπωρεί χιλιάδες συνανθρώπους μας, τον Σακχαρώδη Διαβήτη. Αλλά πριν αναφερθούμε πιο διεξοδικά στο ίδιο το βιβλίο ας παραθέσουμε κάποια χρήσιμα στοιχεία για το παραμύθι ως λογοτεχνικό είδος.

Από τα πρώτα παραμύθια που συνέλεξαν αρχικά οι αδερφοί Grimm, για τα οποία παραμένει αδιευκρίνιστη η χρονική τους παραγωγή, ως και αυτά που γράφονταν στα μισά του 19ου αιώνα, τα παραμύθια αποτελούσαν ουσιαστικά φανταστικές διηγήσεις με κυρίως ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Τότε ακριβώς ήταν που η εξέλιξη της κοινωνίας ώθησε το παραμύθι σε έναν νέο πιο ουσιαστικό ρόλο. Με τη γέννηση του έντεχνου παραμυθιού στην Γερμανία από τους Brentano και von Arnim δόθηκε προτεραιότητα κυρίως στο παιδικό κοινό. Το παραμύθι της υπαίθρου και του απλού λαού, έγινε αντικείμενο της νέας βιομηχανικής αστικής ζωής και προσαρμόστηκε στις νέες ανάγκες της κοινωνίας. Άρχισε πλέον να διαπαιδαγωγεί, να ενημερώνει, να προειδοποιεί, να προστατεύει, ενώ άλλαξε και η οπτική γωνία της συγγραφής. Αντιπροσωπεύει πλέον, όχι τις συλλογικές ανησυχίες μιας κοινότητας, αλλά προβληματισμούς του ίδιου του συγγραφέα που αφορούν σειρά από σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα.

Ερχόμενοι λοιπόν στον «Κόκκινο ποταμό» βλέπουμε πως έχουμε να κάνουμε με ένα τέτοιου είδους έντεχνο παραμύθι, που απευθύνεται σε παιδιά, τα οποία έχουν την ωριμότητα να το κατανοήσουν. Ωστόσο η Παρθένα διατηρεί ακέραια τα κύρια χαρακτηριστικά ενός παραμυθιού, που είναι η αοριστία του χρόνου δράσης και του τόπου δράσης, η ανωνυμία των προσώπων, καθώς δίνεται βαρύτητα κυρίως στην ιδιότητά τους (Διαβητικοί-Γιατροί-Ινσουλίνη), η γρήγορη αλληλουχία των σκηνών, η αφαιρετικότητα καθώς και η κατάλυση του χώρου και του χρόνου με εκφράσεις όπως «Ώσπου μια μέρα…, στα μετέπειτα χρόνια…» ή όταν γράφει πως οι γιατροί, άγνωστο πότε «σκέφτηκαν από δω, πειραματίστηκαν από κει…κτλ».

Τα καλογραμμένα κείμενα δένονται με όμορφα τραγουδάκια, τα οποία έρχονται να δώσουν ένα νέο αισιόδοξο αέρα στον αγώνα για την αντιμετώπιση της ασθένειας. Εύχομαι πραγματικά το χρήσιμο αυτό παραμύθι της Παρθένας να εκπληρώσει τους στόχους του.

Αλέξανδρος Ακριτίδης

Τριακόσιοι συν ένας ερωτικοί στοχασμοί περιλαμβάνονται σ’ αυτή τη νέα συγγραφική δουλειά του Χρήστου Σκιαδαρέση, που τιτλοφορείται «Τα χρυσάνθεμα του έρωτα». Κι εγώ ως άνθρωπος που δεν αφήνει τίποτα στην τύχη προσπάθησα να δω το όλο εγχείρημα από μια διαφορετική οπτική γωνία.

Κατ’ αρχάς γιατί τα παρομοιάζει με χρυσάνθεμα; Ας δούμε λοιπόν κάποιες χρήσιμες πληροφορίες. Τα χρυσάνθεμα έχουν τη βασική ιδιότητα να διατηρούνται όμορφα και "ζωντανά" περισσότερο από κάθε άλλο λουλούδι όταν κοπούν, ενώ ως φυτά αγαπούν υπερβολικά τις ζωογόνες ακτίνες του ήλιου. Για τους Κινέζους, όχι μόνο αποτελούν το απόλυτο σύμβολο μακροζωίας αλλά και η χρήση τους στη λογοτεχνία υποδηλώνει τον "ευγενή χαρακτήρα". Θα κλείσω αυτή την αναφορά στα χρυσάνθεμα λέγοντας ότι είναι ίσως τα πιο αμφίσημα λουλούδια. Διότι στην Ελλάδα αλλά και στις περισσότερες χώρες, ενώ κάλλιστα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για έναν στολισμό σε μια βάπτιση, με την ίδια ευκολία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εξόδιο ακολουθία ενός ανθρώπου.

Γέννηση και θάνατος λοιπόν… Και αν δε διαβάσεις αυτούς τους στοχασμούς έναν προς έναν δεν μπορείς να κατανοήσεις αυτά τα έντονα αντιθετικά μοτίβα που γεννιούνται. Ερωτευμένος – ανέραστος, ευφορία – πίκρα, ενθουσιασμός – απογοήτευση, φίλος – εχθρός, χαρά – λύπη. Ο Χρήστος Σκιαδαρέσης δεν στέκεται απλά στη θετική πλευρά του έρωτα, αλλά προσπαθεί να τον κατακερματίσει σε διάφορα μέρη και να ερευνήσει το κάθε ένα από αυτά μέχρι το τέρμα. Μάλιστα σε πολλά σημεία έχεις την αίσθηση ότι διαβάζεις τη μελέτη κάποιου ειδικού σε θέματα έρωτα ή ψυχολογίας. Γράφει για παράδειγμα:


Αυτό που προκαλεί εντύπωση στον έρωτα

είναι ότι, αν και αφηρημένη έννοια,

ασκεί βαθιά ψυχοσωματική επίδραση πάνω μας.


Η παρατεταμένη ανοχή ενός άρρωστου έρωτα

συντείνει στην εξάντληση

του ζευγαριού που τον ζει.


Από την άλλη όμως κάθισα και σκέφτηκα… Δεν μπορεί, κάπου θα υπάρχει ο "ποιητής" κρυμμένος μέσα σ’ αυτές τις έννοιες. Αλλιώς γιατί να έμπαινε στον κόπο να δημιουργήσει όλο αυτό το εγχείρημα με αποκλειστικό θέμα τον έρωτα; Κι όσο κι αν ο ίδιος προσπάθησε έντεχνα να μην εκδηλώσει την όποια δική του ευαισθησία, εγώ κατάφερα εντέλει να εντοπίσω με το δικό μου σόναρ, τα στοιχεία του πάζλ που μου έλειπαν. Σας παραθέτω λοιπόν μερικά ποιητικά του ξεσπάσματα…


Όταν χωρίζεις, αισθάνεσαι σα να σε σκίζουν

οι μαινάδες και συ να αιμορραγείς

από κάθε πόρο, από κάθε κύτταρο

του πληγιασμένου σου κορμιού.


Αν η καρδιά του συντρόφου σου ανέβηκε ως τα

χείλια, είναι γιατί σκούπισες τις άκρες των

ματιών του όταν δάκρυζε.


Πατρίδα του έρωτα είναι όλοι οι δρόμοι

που περπάτησες συντροφικά,

πότε ανταλλάσοντας φιλιά και υποσχέσεις

και πότε σπογγίζοντας δάκρυα.


Το πιο όμορφο πράγμα στον έρωτα

είναι να αφήνεσαι στην αγκαλιά της νύχτας

με τη βεβαιότητα πως το πρωί

θα ξαναβρεθείς με το σύντροφό σου

κουρνιασμένοι ο ένας πλάι στον άλλο.


Έχω δηλώσει ξανά μέσα από αυτό το βήμα πως είναι απολύτως λογικό, μέσα σε μια μεγάλη και ποικιλόμορφη πνευματική εργασία, όπως και αυτοί οι 301 στοχασμοί, να υπάρχουν σημεία με τα οποία ο αναγνώστης μπορεί να διαφωνεί. Άλλωστε το πώς εκλαμβάνει ο καθένας τον έρωτα είναι τελείως υποκειμενικό και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Από ψυχολογικούς, βιωματικούς αλλά και συχνά από διάφορους εξωγενείς, όπως η εργασία, η απόσταση, τα τρίτα πρόσωπα και η επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος.

Προσπάθησα για το τέλος να βρω τη μια και μοναδική φράση που να με εντυπωσίασε ιδιαίτερα, αλλά τελικά βρήκα αρκετές, γεμάτες ευφυΐα και σπιρτάδα. Μ’ αυτές λοιπόν σας αποχαιρετώ, ευχόμενος να βρείτε όλοι την ευκαιρία να γνωρίσετε από κοντά αυτή την αξιέπαινη προσπάθεια του Χρήστου Σκιαδαρέση να "αναλύσει" και να αξιολογήσει τα μυστικά του έρωτα.


Έρωτας είναι η αδιάκοπη πάλη

μεταξύ των αναζητήσεων της ψυχής

και των αναστολών της λογικής.


Στον έρωτα πρέπει ενίοτε να σκύβεις και λιγάκι

για να μην φαίνεσαι απ’ τους άλλους

ψηλότερος αισθητά.


Τον έρωτα τον γεννά ο πόθος

αλλά τον συνθλίβει η συμβατικότητα.


Όσο πιο πολύ πάθος σπείρεις σ’ έναν έρωτα

τόσο περισσότερο πόνο θα θερίσεις.

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης