Ποίηση - Εκδόσεις Πολύτροπον

«Ανεκπλήρωτοι φόβοι» ονομάζεται η ποιητική συλλογή που μας έστειλε ο Χρήστος Αρμάντο Γκέζος και είναι η πρώτη του επίσημη δουλειά. Εάν και οι Χριστουγεννιάτικες μέρες, που διανύουμε, μας ωθούν κυρίως σε χαρούμενες και εύθυμες σκέψεις, αυτή η συλλογή με έκανε να αισθανθώ ακριβώς τα αντίθετα. Καθώς εμπεριέχει σε μεγάλες δόσεις θλίψη, πόνο, οργή, στενοχώρια, απογοήτευση, διαμαρτυρία. Πραγματοποιώντας αυτούς τους σχολιασμούς βιβλίων καθαρά από αγάπη για τη λογοτεχνία, άθελά μου είμαι συχνά αναγκασμένος να κάνω το «ψυχογράφημα» του εκάστοτε δημιουργού. Και δεν κρύβω πως, όταν τα αποτελέσματά του αναδύουν πόνο, αυτό υποσυνείδητα επηρεάζει και τη δική μου ψυχολογία.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Χρήστος δεν δημιουργεί ρόλους και πρωταγωνιστές παρά γίνεται ο ίδιος ο «ήρωας» του λόγου του. Αν και η λέξη «ήρωας» μπορεί να ακούγεται οξύμωρη στην προκειμένη περίπτωση, στο τέλος θα την αιτιολογήσω. Ο ποιητής, υπονοώντας κυρίως τα δικά του βιώματα, ζωγραφίζει το ασπρόμαυρο graffiti της ζωής του από την παιδική του ηλικία ως το σήμερα. Ο ίδιος θα κάνει ένα τεράστιο άλμα στο εναρκτήριο λάκτισμα του βίου του αφήνοντας την ιδιαίτερη πατρίδα του για ν’ αναζητήσει με την οικογένειά του μια άλλη. Σαφώς αυτό που βρήκε δεν ήταν το αναμενόμενο. Ζώντας τα τελευταία χρόνια σε ένα ασφυκτικό αστικό περιβάλλον, όπου η κοινωνία λειτουργεί υπό πίεση και σε έναν κόσμο ανέτοιμο να δεχτεί τη ραγδαία πληθυσμιακή και πολυπολιτισμική έκρηξη, ο ποιητής – ήρωας γίνεται άθελά του θύμα των εξελίξεων. Μέσα σ’ αυτό το αρνητικό κλίμα και βλέποντας πως οι γύρω του έμοιαζαν ανήμποροι να τον βοηθήσουν, στράφηκε προς την μελαγχολία και την εσωστρέφεια.

Είναι οδυνηρό, να διαπιστώνεις πως ένας ποιητής ενσωματώνει στην αδιάλειπτη διαμαρτυρία του και σκηνές της παιδικής του ηλικίας. Οι δυσκολίες φαίνεται πως τον συνόδευαν από τα πρώτα του βήματα, ενώ αφήνει να εννοηθεί πως ακόμα κι όταν κάποτε αντίκρισε μια ακτίνα φωτός μπροστά του κι αυτή έσβησε σχεδόν αστραπιαία. Θεωρεί επίσης πως απ’ τη γέννησή μας είμαστε έρμαια της μοίρας μας. Σε ένα δυνατό ποίημά του γράφει πως υπήρχε μια περίεργη πόρτα που βρισκόταν απέναντί του και που προφανώς οδηγούσε στο άγνωστο, μα ωστόσο δεν άνοιξε ποτέ για εκείνον. Εκτιμά ως μηδενική την πορεία του ανθρώπου στη ζωή καθώς δεν βρίσκει λογική, ανθρωπιά και μέλλον σε τίποτα. Βρίσκοντας φωνή μέσα από την ποίηση και τον σκληρό σουρεαλισμό καταργεί τα ευδιάκριτα όρια μεταξύ της ζωής και του θανάτου και στηλιτεύει την ολοένα και αυξανόμενη απόσταση μεταξύ των φτωχών περιθωριοποιημένων και εύπορων εξουσιαστών. Όσον αφορά την κοινωνία την ταυτίζει με έναν σκουπιδότοπο που ρουφάει τα πάντα. Θεωρεί, και όχι εντελώς άδικα, πως για να επιβιώσεις σήμερα πρέπει να εξαπατάς κι εσύ τους γύρω σου και πως τελικά η κρίση θα μας αναγκάσει να αλληλοφαγωθούμε μεταξύ μας. Έξαλλου είναι γεγονός πως η ένδεια προκαλεί ζήλια, γκρίνια και μίσος…

Είναι τραγική η συγκυρία πως σε τέσσερις τουλάχιστον περιπτώσεις ο ήρωας κοιτάζεται στον καθρέπτη και δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του. Άλλωστε κάπου ομολογεί κι ο ίδιος πως οι καταστάσεις τον άλλαξαν, τον έκαναν σκληρό, χωρίς πολλούς συναισθηματισμούς, χωρίς ζωντάνια… Εκφράζει μια καχυποψία για τους ανθρώπους, οι οποίοι στέκουν γύρω του άλλοτε τυφλοί και άλλοτε άλαλοι. Ακόμα και η ποίηση, ως υποκείμενο, ταυτίζεται με τον αρνητισμό καθώς κάθε φορά που θα ξεχαστεί και θα νιώσει όμορφα αισθάνεται πως διαπράττει μοιχεία απέναντί της και στον σκοπό που εξυπηρετεί… Υποσκάπτοντας τα θεμέλια της δικής του ποιητικής αξίας νιώθει πως όταν θα αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο δεν θα μας έχει αφήσει τίποτα άξιο λόγου… Το θετικό βέβαια είναι πως η ποιητική ικανότητα του Χρήστου Γκέζου κινείται σε υψηλότατα επίπεδα και σίγουρα κάτι καλό θα μας μείνει…

Λοιπόν τελειώνω με τους «ανεκπλήρωτους φόβους» επανερχόμενος, όπως υποσχέθηκα, στην επεξήγηση της δικής μου ταύτισης «ποιητή -  ήρωα» στο συγκεκριμένο βιβλίο. Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να κρίνω αρνητικά έναν άνθρωπο που με κάθε ειλικρίνεια μας έχει περιγράψει τον ψυχικό του κόσμο. Όταν μάλιστα εγώ προσωπικά έχω μεγαλώσει σε αρκετά ομαλότερες συνθήκες. Αντιθέτως, διακρίνω ηρωισμό σε έναν νέο άνθρωπο που ήρθε στον τόπο μας «χωρίς αποσκευές» και κατόρθωσε με κόπους και αξιώσεις να τελειώσει το Πολυτεχνείο. Πολλοί ανάμεσά μας έχουν τα πάντα και δεν καταφέρνουν τίποτα… Συνεπώς δεν υπάρχει ούτε παρηγοριά, αλλά ούτε και μαγικό φίλτρο που να αλλάζει το παρελθόν. Το μέλλον όμως βρίσκεται μπροστά μας και μας δοκιμάζει. Είμαι βέβαιος πως αυτός που θ’ αποφασίσει να παλέψει στο τέλος θα κερδίσει. Και τότε θα δούμε αν τελικά θ’ αφήσουμε το χρόνο να «φάει τα παιδιά του», όπως λέει κι ο ποιητής… Μπορούμε να γίνουμε θύματα του χρόνου ή να αγωνιστούμε για ν’ αφήσουμε το δικό μας στίγμα. Φίλε μου Χρήστο, κατά τη δική μου ταπεινή άποψη, έχεις κάνει ήδη την αρχή…

 


τα βλέμματα πίσω απ' το τζάμι


Κάθε ταξίδι μου κυλά μες στη μελαγχολία,

μέσα στη μοναξιά του γεμάτου λεωφορείου ή τρένου,

εγώ κι ο δρόμος μοναχά

που απλώνεται στα πόδια μου ανοιχτός

και άπειρος,

όπως ο δρόμος που διέσχισα

κι άφησα πίσω μου μέχρι το σήμερα,

μέχρι το τώρα.

Είναι ίσως η αγωνία για το τι με περιμένει στον σταθμό,

για το αν με περιμένει κάποιος άνθρωπος με αίμα

κι αγκαλιά.

Ίσως η υποχρέωση που φέρνει κάθε φορά η άφιξη

να βγεις έξω στον κόσμο και να ζήσεις.

Τώρα όμως που βλέπω τον κόσμο να χάνεται

σε τρίμματα πίσω απ' το τζάμι,

να σβήνει όπως μια χαρακιά στο κύμα,

λέω μήπως φταίει μοναχά που κάθε μου ταξίδι

είναι μια πρόβα για το άλλο,

το μεγάλο.


για άλλους φυλαγμένο


Στοίβαξε το παιδί καρέκλες ίσαμε τον ουρανό

να φτάσει το βάζο με το μέλι.

Η μάνα του πρόβαλε πίσω από ένα σύννεφο

και του τράβηξε το αφτί:

Το φυλάμε για τους μουσαφφαίους, είπε,

δεν είναι για τα μούτρα σου

τα βάζα με διαλεχτό λιωμένο ήλιο.

 


 

Αλέξανδρος Ακριτίδης

Λογοτέχνης - Απόφοιτος Ανθρωπιστικών Σπουδών

Ποίηση - Εκδόσεις Μέγας Σείριος

«Εδώ θα είμαι» δηλώνει η Παρασκευή Κωστοπέτρου με αυτήν την πρώτη της ποιητική συλλογή. Μπορεί ο λόγος της να είναι λιτός και απέριττος, ωστόσο μέσα από αυτόν πλάθεται ένα αμάλγαμα φιλοσοφίας, υπερβατισμού και αγάπης. Καμία λέξη δεν τοποθετείται τυχαία και τίποτα δεν περισσεύει. Όλες μαζί γίνονται σύνολο, αίνιγμα, μυστήριο και ταξίδι. Πορεία προς τη μια και μοναδική αλήθεια του «είναι» μας.

Ο άνθρωπος δεμένος άρρηκτα με μια ανώτερη δύναμη, γίνεται ένα με το περιβάλλον του και τον διανυόμενο χρόνο. Η ποιήτρια περιγράφει με απλό τρόπο τον κύκλο της ανθρώπινης ζωής συνδέοντας περίτεχνα τη χαρά με την παιδική αθωότητα και τη λύπη με την ενηλικίωση. Προτείνει να αφήνουμε πίσω μας τα όσα μας πόνεσαν και μας δυσκόλεψαν και να ατενίζουμε με αισιοδοξία το μέλλον. Μόνο η αναζήτηση της προσωπικής λύτρωσης θα μπορέσει να επιφέρει στο τέλος την προσδοκώμενη σωτηρία της ψυχής. Γιατί ακόμη και αυτό το τέλος, που επέρχεται με τον θάνατο, το θεωρεί ουσιαστικά ως αλλαγή. Μια αλλαγή φυσιολογική και προκαθορισμένη. Αρκεί στο πέρασμά μας από τη ζωή να έχουμε εκτιμήσει την αξία της και να έχουμε γίνει υπέρμαχοι της αγάπης.

Συχνά η Παρασκευή Κωστοπέτρου συνδέει το νοητό μας κόσμο με κάτι άγνωστο, θείο, συμπαντικό. Προσπάθησα με δυσκολία να αποκωδικοποιήσω τη σημασία του ποιήματος «εδώ θα είμαι» καθώς η ποιήτρια με αινιγματικό τρόπο απευθύνεται σε κάποιον πέρα από τη γραμμή που χωρίζει το υπαρκτό με το υπερβατικό. Για ποιον θα είναι στους αιώνες άγγελος φύλακας; Χωρίς να είμαι απόλυτα βέβαιος, διακρίνω μια έμμεση υπόσχεση προς τον αείμνηστο δάσκαλό της Δημήτρη Κακαλίδη πως θα συνεχίσει να πορεύεται στη νοητή γραμμή που χάραξε εκείνος και να υπερασπίζει την κοσμοθεωρία του…

Σε κάποιο άλλο σημείο υποστηρίζει πως, αν και είμαστε όλοι περαστικοί, έχει αξία να καταφέρουμε να αφήσουμε το «είναι» μας «στου είναι τη ροή». Φράση βαθυστόχαστη που και πάλι με δυσκόλεψε αρκετά και μόνο όταν διάβασα το ποίημα «Η Ανάσταση της κάθε στιγμής» μπόρεσα να εξαγάγω κάποια συμπεράσματα. Αν και κάποιοι πάντα, όπως προείπα περαστικοί, παραμένουν σε όλη τους τη ζωή αδιάφοροι, κάποιοι άλλοι, ολοένα αυξανόμενοι, μεταφέρουν στις πλάτες τους το φως της Ανάστασης. Ενώ σε ένα άλλο ποίημα αφήνει να εννοηθεί πως η πνευματική ολοκλήρωση επέρχεται μόνο με ισχυρή θέληση και ορθή χρήση του εργαλείου που λέγεται «νόησις».

Η ποιήτρια ανοίγοντας διάσπαρτες παρενθέσεις μας ξεδιπλώνει και τα δικά της εσώψυχα. Μας ομολογεί πως παρέμεινε για καιρό κλεισμένη στο «οικοπεδάκι» της, επιλέγοντας τη λιτότητα και την ολιγάρκεια. Κουβαλάει τα όποια λάθη της στο λιμάνι της ψυχής της σαν μαύρα καράβια αν και δεν τ’ αφήνει να την πτοήσουν. Εξηγεί πως ο λόγος που την ώθησε να δημιουργήσει ποίηση είναι η αγνή παράθεση των εσώψυχών της στον κόσμο και η πρόθεσή της να διατυμπανίσει την αξία της αγάπης. Ζητά από τον Θεό να μας οδηγήσει στο φως, να μας διδάξει την καλοσύνη, την αυτοκριτική και τη μετάνοια. Εξάλλου Εκείνος πάντα δίνει στον άνθρωπο, γίνεται «ένα» μαζί του και μεριμνά γι’ αυτόν. Αρκεί και ο ίδιος να πορεύεται με σύνεση στο δρόμο του. Έτσι λοιπόν, το κλειδί για την ευδαιμονία του ανθρώπου είναι η σχέση του με το Θείο. Αυτό πρέπει να ευγνωμονεί, που γεννήθηκε, που ερωτεύτηκε, που τον έκανε ύλη. Όπως άλλωστε είναι και τα αστέρια, που η ποιήτρια τα θεωρεί συντρόφους μακρινούς, καθώς η λάμψη τους διαπερνά το «είναι» της, καθώς μια φωτεινή γραμμή – ακτίνα τα συνδέει με τη δική της σκέψη και υπόσταση.

Η συλλογή κλείνει με έναν Ύμνο αφιερωμένο στην Παναγία ή ακριβέστερα σε κάθε μάνα. Εδώ τα λόγια είναι περιττά, γιατί αξίζει να τον διαβάσετε αυτούσιο. Αφήνοντας αυτό το βιβλίο από τα χέρια μου, ένιωσα καλύτερος άνθρωπος. Άκουσα ένα καμπανάκι να μου υπενθυμίζει τα καθημερινά λάθη, που όλοι μας υποπίπτουμε. Συνεπώς θεωρώ πως η ποιήτρια πέτυχε τον σκοπό της και της αξίζουν συγχαρητήρια…

 

Στον πιο μεγάλο ρόλο της ζωής


Μητέρα Παρθένος, Αιώνια

Μέσα απ' το σώμα σου περάσαμε

Απ' το παρελθόν στο μέλλον, στο παρόν

Τα κύτταρα μας απ' τα κύτταρα σου

Το αίμα μας απ' το δικό σου αίμα

Κι όλα όσα μ' ανείπωτη τρυφερότητα

Εμφύσησες στις παιδικές μας ψυχές

Όταν μας γαλουχούσες απ' τα στήθη σου

Δίνοντας όλο σου τον εαυτό μέχρι το τέρμα.

Τέρμα που έφτανες μέσα απ' τις ατέλειωτες

Δυσκολίες που η ζωή σού έδινε

Ν' αποδεχτείς και ν' αγαπήσεις

Η φύση σου ν' αναδειχτεί

Η ατέρμονη, άπειρη φροντίδα σου για όλα.

Σ' αγαπώ, κι όσο ο χρόνος χτίζει την ωριμότητα μου

Σ' αναγνωρίζω στον πιο μεγάλο,

Τον πιο σπουδαίο ρόλο της ζωής

Της δικιάς μου της Μητέρας Παναγίας.

 


Η Ανάσταση της κάθε στιγμής


Μια καταιγίδα άρχισε από μετεωρίτες.

Κι ήταν απόγευμα,

στη βεράντα του εξοχικού σπιτιού

Το γιασεμί ανακατεμένο με μια παράξενη αδιαφορία

Προχωρούσε από τον κήπο στα δωμάτια,

μέχρι την εξώπορτα με τα βαριά κιγκλιδώματα.

Κι οι άνθρωποι έκρυβαν πίσω από τον καφέ,

την εφημερίδα και την κουβέντα

την έκλαμψη που πότε- πότε ερχόταν

πως κάτι πρέπει να δουν, κάτι ν’ αλλάξουν

κάτι σα σπίθα που δεν άφηναν να φωτίσει τα πρόσωπά τους.


Ο χαμός όμως άρχισε.

Θα παρασύρει δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες

που δεν αποφασίζουν

το κάψιμο του δέρματος του φιδιού.

Κι άλλοι λίγοι, μα ολοένα περισσότεροι

μεταφέρουν το φως της Ανάστασης!

Ο χαμός ή η Ανάσταση της κάθε στιγμής.


 

 

 

Αλέξανδρος Ακριτίδης

Λογοτέχνης - Απόφοιτος Ανθρωπιστικών Σπουδών


Ποίηση - Εκδόσεις Πήλιο

Η νέα ποιητική απόπειρα της Ελένης Αρτεμίου Φωτιάδου έχει τίτλο «Ο κύκλος ενός τετράγωνου έρωτα – Σε 78 διαμέτρους». Το βιβλίο αυτό είναι μια εργασία αφιερωμένη στον έρωτα ή διαφορετικά, μια εμπειρική παράθεση απόψεων για ό,τι σχετίζεται με αυτήν την περίπλοκη ανθρώπινη δραστηριότητα. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ομαδοποίηση ποιημάτων ούτε κάποια χρονική αλληλουχία. Περισσότερο μοιάζει με κολάζ σκέψεων που τοποθετούνται διάσπαρτες επάνω σε έναν πίνακα. Είναι μια συλλογή μοντέρνας ποίησης με πολλά σουρεαλιστικά σημεία, μονολόγους, μεταφορές, ενώ συχνά την διαπνέει μια σκοτεινότητα, με την έννοια της δύσκολης νοηματικής ανάλυσης (κατά το Νάσο Βαγενά). Αλλού η ποίηση χαρακτηρίζεται από μια πλούσια μουσικότητα, έναν ευχάριστο λυρισμό και μια διάθεση να γίνει περισσότερο έμμετρη ή και ρηματική.  Αλλού όμως χάνει όλα τα παραπάνω και γίνεται πιο σκληρή, μελαγχολική, νοσταλγική και απολογητική.

Η ποιήτρια διαλέγει ένα θέμα και πάνω του χτίζει τους δικούς του ποιητικούς συνειρμούς, πάντα με μοτίβο τον έρωτα. Έρωτας που είναι δάσος, σταυρόλεξο, ηλιακό σύστημα, θίασος, μάχη, ισολογισμός, σαλιγκάρι. Αναλύει σπιθαμή  προς σπιθαμή το κεφάλαιο αυτό και δεν αφήνει καμία έκφανσή του χωρίς να την εξαντλήσει. Έρωτας σίγουρος, παρθενικός, γλυκός, σκληρός, άτοπος, αγνός, άδικος, υποκριτής, αιώνιος, εγκαταλελειμμένος, μονόπλευρος, μάταιος, συμβιβασμένος, βαρετός, ανείπωτος… Θα μπορούσα να αναφέρω άλλα τόσα επίθετα, αλλά νομίζω ότι περιττεύει.

Μου άρεσε πολύ το «Κάϊρο» για τις εικόνες του, αλλά περισσότερο τα ποιήματα «Ο μονόλογος της Ελένης» και «Πηνελόπη», που παραπέμπουν στα γνωστά ομηρικά πρόσωπα. Μια Ελένη γράφει λοιπόν για μια Ελένη, ως ποιήτρια αλλά και ως γυναίκα. Και τι μας λέει; Μα το προφανές. Ότι για κάθε παραμελημένη Ελένη, που διψάει για ζωή, θα βρίσκεται πάντα κι ένας Πάρης να παραμονεύει στη γωνία... Όπως αντιστοίχως και το ποίημα Πηνελόπη. Και τι έγινε αν επιστρέψεις τώρα Οδυσσέα; Τα δικά μου καλύτερα χρόνια έχουν φύγει περιμένοντάς σε…

Στο τέλος η ποιήτρια δηλώνει μαχητής του έρωτα και της ζωής. Μα εγώ πιστεύω πως πάνω απ’ όλα είναι μαχητής της ίδια της ποίησης, με την οποία θα βρίσκεται πάντα στις επάλξεις…

 

Δείγμα γραφής:


ΠΕΡΙΦΟΡΑ


Η τροχιά σου παραμένει ελλειπτική

Να συντηρεί τις εποχές στο σύστημα μου

Κι εγώ Ήλιος αδύναμος, χλωμός

Αμετακίνητος στις τρυφερές εξάρσεις της αγάπης

Προσμένω τη δική σου κίνηση

Περιφορά του Άγιου Έρωτα και λιτανεία της ψυχής


ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ


Κι είναι νωρίς για να σωπάσει το αίμα

Κι είναι αργά για να ξαναβρώ την αρχή μου

Και στο μεταίχμιο παλεύω για κανονικές αναπνοές

Εισπνοές, εκπνοές σ' εκγύμναση ψυχής

Μέχρι που πνίγομαι σαν μανιώδης καπνιστής

Στις καταχρήσεις μιας φτωχής συναλλαγής


ΠΗΝΕΛΟΠΗ


Και τώρα... πώς;

Πώς αγοράζει κανείς το Θείο Άνεμο

Που πέρασε και δε μας χτύπησε την πόρτα;

Πώς αρχίζει η Ζωή απ’ το Τέλος

Εκεί που πάει να χαθεί στο λιόγερμα το σχήμα του κόσμου;

Ο αργαλειός μου στέρεψε από χρώματα της Νιότης

Καιρό τώρα βάφω με τεχνητές μεθόδους

Κόκκινες όλες τις κλωστές μου

Μα γρήγορα που ξεβάφει η αναπλήρωση!

Και μένει πάλι  σαν ξεθωριασμένη άνοιξη το πράσινο

Σαν ξεβαμμένος ουρανός το  μπλε

Που δεν ελκύει το φτερούγισμα του Έρωτα

Και τώρα... τι;

Ζητάς να  γείρω  την ανάγκη μου

Το πρώτο ετούτο βράδυ του αιφνιδιασμού σου

Δίπλα στις Αφροδίτες  όλες που σαγήνεψαν τα κύματά σου

Με ποια λαχτάρα να  αγγίξω τη ζωή και πάλι

Όταν  σπαράζουνε  εντός  μου ψυχές  παραπλανημένων ονείρων;

Φίλησέ με! Ίσως έτσι μου θυμίσεις

Πώς τραγουδούν τα σύννεφα στις μικρές χαραμάδες του Ήλιου

Κράτησέ με! Ίσως έτσι σκεπάσει η αντρική σου μυρωδιά

Την ανικανοποίητη σάρκα ενός πρόωρα γερασμένου Πόθου

Ζητώ πολλά απ’ το περίσσευμα της Μοίρας;

Ξημερώνει! Πάλι κοιμήθηκα με την απουσία σου...

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης

Λογοτέχνης - Απόφοιτος Ανθρωπιστικών Σπουδών

 


Ποίηση - Εκδόσεις Μανδραγόρας

Δυναμικά κάνει την πρώτη της εκδοτική εμφάνιση η ποιήτρια Λίλιαν Μπουράνη, που έχει γεννηθεί στον Βόλο και κατοικεί στην Αθήνα, με την ποιητική συλλογή που φέρει τον αινιγματικό τίτλο «Ερώματα». Ίσως να  παράγεται από τη μείξη των λέξεων έρως + αρώματα, αλλά αυτό το αφήνουμε στην ίδια να μας το εξηγήσει…

Εκείνο που χαρακτηρίζει τη γραφή της είναι οπωσδήποτε η πρωτοτυπία στην επιλογή των θεμάτων που πραγματεύεται, γεγονός που σπάει τη μονοτονία και κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Με γλώσσα πλούσια και επιτηδευμένη, έξυπνη αλληλουχία σκηνών και εικόνων, φράσεις που αφήνουν υπονοούμενα, δείχνει μια προτίμηση προς τον υπερρεαλισμό και τη φαντασία.

Ποίηση σε ελεύθερο στίχο και κάπου κάπου αφαιρετική, που εμφανίζεται σχεδόν με δυο διαφορετικά πρόσωπα. Άλλοτε γίνεται περίπλοκη και μυστηριακή κι άλλοτε παρουσιάζεται λιτή και περισσότερο οικεία. Είναι συχνή η χρήση αρχαιοελληνικών στοιχείων, που εντέχνως παντρεύονται με σύγχρονες καταστάσεις. Στοιχεία παρμένα από τη μυθολογία και  συστατικά, που συνδέονται με ιερές τελετουργίες και σύμβολα γονιμότητας.

Θεματικά την απασχολεί ο έρωτας, το ανθρώπινο συναίσθημα, ο εγκλεισμός, η μοναχικότητα, η ποιητική τέχνη, οι παιδικές μνήμες. Σημείο σύνδεσης με τις δικές της παιδικές μνήμες και τον τόπο καταγωγής της ίσως αποτελεί το ποίημα «Ακτήμων λύπη», που μπορεί να μιλάει για την ανιδιοτελή προσφορά του ανθρώπου, μεταφέρει ωστόσο εικόνες από την αγροτική ζωή των κολίγων του απέραντου θεσσαλικού κάμπου μιας άλλης εποχής. Η ποιήτρια δεν μετράει τα λόγια της. Όπου χρειαστεί να γίνει τολμηρή, συμπλέκει με άνεση την αγνότητα με τον σεξουαλισμό. Όπου χρειαστεί να γίνει επικριτική με θάρρος παραθέτει τη γνώμη της. Για τον εκφυλισμένο έρωτα, που αναζητά μάταια την σπίθα του παρελθόντος, γράφει στους πρώτους στίχους:


Ρίξε με στην αγκαλιά σου

μόνο αν είναι να κινδυνεύσω


και τελειώνει…


ταξίδι που το χόρτασες

χίλιες φορές ματαιωμένο.


Μου άρεσε πολύ το υπέροχο ποίημα η «θέα των εραστών» καθώς ξεκαθαρίζει πως ο καθένας ζει στον δικό του διαφορετικό μικρόκοσμο, με την διαφορετική του αισθητική και την διαφορετική ποιότητα ζωής. Κατά προέκταση το ποίημα θα μπορούσε κάλλιστα, εκτός από την αισθηματική του πλευρά, να υπονοεί ακόμα και την κοινωνική διαστρωμάτωση.


Το παράθυρό μου
δε βλέπει
την πλατεία φωταγωγημένη
τα γέλια του κόσμου
κρεμασμένα στον πευκώνα
τις πατημασιές της παρέας
να στερεώνουν το σπίτι
από την αυλόπορτα
ως την δημοσιά.
Το δικό μου παράθυρο
βλέπει
ένα φουγάρο παλιό
που καπνίζει
σαπίζοντας της νύχτας
το άρρωστο πλεμόνι.
Τη λάμπα του δρόμου
με το θρυμματισμένο μάτι.
Την πλάτη των περαστικών
που αργοπόρησαν.
Όταν βραδιάζει
καθένας μας
καληνυχτίζει
τα δικά του τοπία.


Εξαιρετικό επίσης το «Ζεϊμπέκικο», με το οποίο περιγράφει τον επίμαχο αντρικό χορό από την οπτική γωνία μιας γυναίκας. Η ποιήτρια διεισδύει επακριβώς στην τελετουργία αυτού του ιδιαίτερου ελληνικού χορού των 9/8, ο οποίος προέρχεται από τον Πόντο και τις Κυκλάδες. Παρομοίως ο Μάνος Χατζηδάκις είχε γράψει πως ένας έμπειρος χορευτής μπορεί να εκμεταλλευτεί στο έπακρο κάθε μουσική νότα του Ζεϊμπέκικου και να την ακολουθεί πιστά ανάλογα με τον ρυθμό του παιξίματός της από τον οργανοπαίχτη. Με αυτό το ποίημα θα κλείσω τον σχολιασμό μου γι’ αυτό το πετυχημένο εγχείρημα ευχόμενος στην Λίλιαν Μπουράνη να μας ταξιδέψει σύντομα και σ’ άλλους πρωτότυπους στοχασμούς.


Την ώρα που ενδύεσαι

το ιερό σου σχήμα

κι αριστερόστροφα

κυκλώνεις το βωμό

ζυγίζοντας τα χέρια

πότε σε αιώρηση αετός

και πότε εσταυρωμένος

σ’ αναγνωρίζω, άντρα.

Δρεπανωτά το σώμα σου

την ήττα όταν θερίζει

σε πίνω απ’ τον ιδρώτα

κι απ’ του γονάτου, σ’ αγαπώ,

το σπάσιμο,

μετρώντας

εννιά φορές το μπόι σου

κι εννιά φορές την πτώση.


Απ’ όλα μου τα ονόματα

χόρεψε

το Ευδοκία.

 

 

 

Αλέξανδρος Ακριτίδης

Λογοτέχνης - Απόφοιτος Ανθρωπιστικών Σπουδών

Θεατρικό έργο - Εκδόσεις Vakxikon.gr

 

Το έργο…

DEAD END ονομάζεται το θεατρικό έργο του Νικόλαου Λυκομήτρου. Κι επειδή ο καλός λογοτέχνης φαίνεται από την εξοικείωσή του με τα διάφορα είδη του γραπτού λόγου, πραγματικά με εντυπωσίασε αυτή η αλλαγή ρότας του συγγραφέα. Από μια ποιητική συλλογή γεμάτη διαμαρτυρία και θλίψη πέρασε σε ένα θεατρικό γεμάτο ζωντάνια και αληθινή ζωή.

Ένας παντρεμένος γιάπης, που αναζητά τρόπους να εκτονώσει την ανιαρή καθημερινότητά του και ένας καλλιτέχνης της σύγχρονης εποχής, που βιώνει την απόρριψη και την γενικότερη πνευματική κρίση. Λάθος άτομο σε λάθος εποχή καθώς είναι σχεδόν αδύνατον ένας νέος ποιητής να δει το έργο του σ’ αυτήν την χώρα να εκτιμάται με σοβαρότητα από κάποιον μεγαλοεκδότη. Η αγκαλιά της Μολδαβής χορεύτριας αποκούμπι και ελπίδα για τον άμαθο στα τερτίπια της νύχτας ποιητή.  Δίχως ο ίδιος να θέλει ν’ αλλάξει στάση ζωής επιδιώκει την δική της απεμπλοκή από το μαγαζί που εργάζεται. Αλλά χωρίς να έχει την παραμικρή γνώση για την λειτουργία των γραναζιών του υπόκοσμου και της εμπορίας λευκής σαρκός.


Συσχετισμοί…

Η Στέλλα του Ν. Λυκομήτρου ζει στον δικό της μικρόκοσμο της ανθρώπινης εκμετάλλευσης, που είναι εκ διαμέτρου αντίθετος από τον κοινωνικό περίγυρο του ευκατάστατου ιδεολόγου ποιητή, Tristan. Όπως άλλωστε και ο έρωτας του αριστοκράτη Αλέκου για την αρτίστα πρωταγωνίστρια του Κακογιάννη, Στέλλα. Και στις δυο περιπτώσεις υπάρχει επίσης ο κώδικας του περιθωριοποιημένου μαγαζιού. Τότε ήταν τα μπουζούκια με το ρεμπέτικο και τώρα τα στριπτιτζάδικα με τις παράνομες αλλοδαπές. Και οι δύο ερωτευμένοι άντρες, υπακούοντας στην πατριαρχική αντίληψη για τη θέση της γυναίκας, που "οφείλει" να είναι σεμνή και ενάρετη, προσπαθούν να τις πείσουν να αλλάξουν ζωή. Κι αν το  μελόδραμα του παλιού κινηματογράφου χαρακτηριζόταν από την μη ύπαρξη happy end, αυτό το σύγχρονο "μητροπολιτικό ψυχόδραμα", όπως το προσδιορίζει ο ίδιος ο συγγραφέας, καταλήγει επίσης σε ένα τραγικό dead end. Καθώς και στις δυο περιπτώσεις το τέλος των απελπισμένων αντρών έρχεται να ολοκληρώσει το αδιέξοδό τους.


*   *   *


Δεν θα πω περισσότερα διότι πραγματικά αξίζει να το διαβάσετε. Δεν γνωρίζω ειλικρινά αν οι τολμηρές του σκηνές θα μπορούσαν να αποδοθούν στο σανίδι, αλλά σίγουρα ως ανάγνωσμα θα μείνει για καιρό χαραγμένο στη μνήμη σας. Σύγχρονο, επίκαιρο, σκληρό, αλλά συνάμα τόσο αληθινό…

 

 


Αλέξανδρος Ακριτίδης

Συγγραφέας - Απόφοιτος Ανθρωπιστικών Σπουδών

 

 



Το βιβλίο κυκλοφορεί και σε ψηφιακή μορφή στον παρακάτω σύνδεσμο:


http://issuu.com/vakxikon.gr/docs/lykomhtros